ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΥΠΟ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ

21 Μαρτίου 2022

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΗ ΣΕΛΕΥΚΕΙΑ Η ΕΠΙ ΤΟΥ ΤΙΓΡΗ ΠΟΤΑΜΟΥ. Η ΠΟΛΗ – ΑΕΤΟΣ, ΕΦΑΜΙΛΛΟΣ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ. ΕΝΑ ΤΕΡΑΣΤΙΟ ΚΕΝΤΡΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ. ΕΚΕΙ ΠΡΩΤΟΑΝΑΚΑΛΥΦΘΗΚΕ Η ΜΠΑΤΑΡΙΑ.

 

 

Ο ΨΕΥΔΑΡΓΥΡΟΣ ΣΕ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΝΑΥΑΓΙΟ ΤΟΥ 600 Π.Χ. ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΗ ΓΕΛΑΣ ΤΗΣ ΣΙΚΕΛΙΑΣ

 

 

ΓΝΩΡΙΖΑΝ ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΟΝ ΨΕΥΔΑΡΓΥΡΟ, ΠΟΥ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΜΠΑΤΑΡΙΑΣ;

 

 

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΠΑΤΑΡΙΑΣ

 

 

            ΣΕΛΕΥΚΟΣ Α΄ Ο ΝΙΚΑΤΩΡ

 Οι αρχαίοι συγγραφείς της ελληνιστικής και αυτοκρατορικής εποχής εκθειάζουν τη «φιλανθρωπία», το προσωπικό του θάρρος και την ιπποτική του συμπεριφορά αλλά και τη σωματική του ρώμη. Από τις μη στρατιωτικές του δραστηριότητες αναφέρονται οι εξερευνητικές αποστολές που έγιναν με εντολή του στην Ινδία και την Κασπία Θάλασσα και προπάντων η ίδρυση πολλών ελληνικών πόλεων ανέρχονται περίπου σε 30 στο κέντρο του κράτους του, δηλ. τη Βόρεια Συρία αλλά και στη Μικρά Αία και στις Ανατολικές επαρχίες.

Ότι απέμεινε από την αρχαία Ελληνική πόλη ΣΕΛΕΥΚΕΙΑ ΤΩΝ 600.000 Ελλήνων, στον Τίγρη ποταμό. Εδώ ανακαλύφθηκε από Έλληνες ο ηλεκτρισμός και η μπαταρία.


ΑΥΤΟΙ ΟΙ ΑΛΙΤΗΡΙΟΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΝΤΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΟΝΤΑΙ ΣΤΟΝ ΙΕΧΩΒΑ ΤΩΝ ΙΟΥΔΑΙΩΝ, ΜΕΛΕΤΟΥΣΑΝ ...ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ,  ΘΑΥΜΑΖΑΝ ΤΟΝ...ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΚΑΙ  ΠΡΟΣΚΥΝΟΥΣΑΝ ΤΟΝ ...ΕΛΛΗΝΑ ΙΑΤΡΟ ΓΑΛΗΝΟ !

Ο ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, (ΤΟΝ ΕΧΡΙΣΑΝ «ΠΡΟΣΤΑΤΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ»), ΕΙΡΩΝΕΥΕΤΑΙ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΡΟΝΕΙ ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ  ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ.

«Εις την Α΄ Κορινθίους» Δ΄ ομιλία του, τόμος 18 σελ. 99: «Πόσον εκοπίασεν ο Πλάτων με τους μαθητές του με το να μας συζητεί περί γραμμής και γωνίες και σημείου και περί αριθμών αρτίων και περιττών και ίσων μεταξύ των και ανίσων και δια τέτοια θέματα λεπτεπίλεπτα ως ο ιστός της αράχνης – διότι αυτά είναι δια την ζωήν περισσότερον άχρηστα από εκείνα τα υφάσματα – και χωρίς να ωφελήση πολύ ή ολίγον με τας συζητήσεις αυτάς εγκατέλειψεν έτσι την ζωήν». 

Ο χριστιανός ιστοριογράφος Ευσέβιος (275-339 μ.Χ.) επιτίθεται σε «αιρετικούς» και γράφει ότι «περιφρονώντας τα ιερά κείμενα του Θεού ασχολούνται με τη Γεωμετρία. Με ζήλο μελετούν τη Γεωμετρία του Ευκλείδη, θαυμάζουν τον Αριστοτέλη και τον Θεόφραστο. Μερικοί μάλιστα σχεδόν προσκυνούν τον Γαληνό».


 

Η ΣΕΛΕΥΚΕΙΑ ήταν χτισμένη σε σχήμα αετού με ανοιγμένα τα φτερά, για να δείχνει την αετώδη ρωμαλέα Ελληνική φυλή, τους Μακεδόνες, που  άπλωσε τα φτερά της πάνω στον Τίγρη ποταμό.

 

Η Σελεύκεια η επί του Τίγρη ήταν αρχαία ελληνιστική πόλη της Μεσοποταμίας και ιδρύθηκε το 305 π.Χ. Ονομάστηκε από τον ιδρυτή της, τον Μακεδόνα βασιλιά Σέλευκο Νικάτορα και εξελίχθηκε σε μία από τις σημαντικότερες πόλεις του βασιλείου των Σελευκιδών Βρίσκεται στην περιοχή του λόφου Τελ Ουμάρ (Tell Umar), στη δυτική όχθη του ποταμού Τίγρη, νοτιοδυτικά της Βαγδάτης, στο σημερινό Ιράκ.

 



Ίδρυση

Η πόλη ιδρύθηκε από τον Σέλευκο Νικάτορα, έναν από τους διαδόχους του Μ. Αλεξάνδρου και ιδρυτή της δυναστείας των Σελευκίδων. Η ημερομηνία της ίδρυσής της δεν είναι βέβαιη, αλλά πρέπει να ιδρύθηκε μετά το πέρας του Βαβυλωνιακού πολέμου (311 -309 π.Χ.) και ασφαλώς πριν από το 301 π.Χ., όταν ο Σέλευκος επισκέφτηκε τη Βαβυλώνα για τελευταία φορά. Ταυτόχρονα με τη Σελεύκεια, ο Σέλευκος έκτισε και την Κτησιφώντα  στην απέναντι όχθη.

Πολεοδομία

Η μεγαλούπολη του Σελεύκου ήταν κτισμένη απέναντι από την παλιά Ώπιδα. Στις σφηνοειδείς γραφές ήταν γνωστή ως al sarruti, δηλαδή η πόλη της βασιλείας. Οι ανασκαφές έχουν δείξει ότι η πόλη κτίστηκε πάνω στο ιπποδάμειο πολεοδομικό σύστημα. Όπως σε κάθε ελληνιστική πόλη, υπήρχε η συνήθης κεντρική οδός (πιθανότατα διακοσμημένη με κιονοστοιχίες), η αγορά και το θέατρο. Η πορεία των τειχών θα είχε καθοριστεί από το σχήμα του χώρου και είχε το σχήμα του αετού με τα φτερά ανοιγμένα. Υπήρχε επίσης η βασιλική διώρυγα που ένωνε τον Τίγρη με τον Ευφράτη ποταμό. Ένα κανάλι διαχώριζε τις επίσημες κατοικίες από τους χώρους διαμονής, όπου οι άνθρωποι -βάσει του βαβυλωνιακού εθίμου- θάβονταν μέσα στα σπίτια τους.

Αρχαιολογία

Η θέση της Σελεύκειας ανακαλύφθηκε στη δεκαετία του 1920, από αρχαιολόγους οι οποίοι αναζητούσαν την αρχαία Ώπι.

Από το 1927, οι καθηγητές του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, Λιρόι Γουότερμαν (Leroy Waterman, 1927–1932) και Κλαρκ Χόπκινς (Clark Hopkins, 1936–1937) επέβλεψαν ανασκαφές για το Αρχαιολογικό Μουσείο του Κέλσι (Kelsey), εξ ονόματος της Αμερικανικής Σχολής Ανατολικών Ερευνών της Βαγδάτης, με χρηματοδότηση των μουσείων Τέχνης του Τολέδο και του Κλίβελαντ. Από το 1964 έως το 1968 και μεταξύ των ετών 1985 και 1989, η θέση ανασκάφθηκε από ιταλική αποστολή από το Πανεπιστήμιο του Τορίνο, υπό τη διεύθυνση των Antonio Invernizzi and Giorgio Gullini.

Κατά τις ανασκαφές αυτές βρέθηκε κτίριο με σελευκιδικό αρχείο.

Στο κτίριο αυτό βρέθηκαν περί τα 30.000 αποτυπώματα σφραγίδων ελληνικής τεχνοτροπίας.

Φαίνεται πως τα δημόσια κτίρια της πόλης είχαν ενσωματώσει στοιχεία της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής αλλά και της μεσοποταμιακής.

Ιστορία

Ελληνιστική περίοδος

Μετά την ίδρυσή της και πριν από τη μάχη της Ιψού, η Σελεύκεια κατέστη έδρα του νεοσύστατου σελευκιδικού βασιλείου (περ. 311 -301 π.Χ.). Ο Σέλευκος, διαβλέποντας τη στρατηγική της θέση, εγκατέστησε εκεί πολλούς Μακεδόνες και άλλους Έλληνες, ενώ προσήλθαν και πολλοί Βαβυλώνιοι (η Βαβυλώνα απείχε 60 χλμ. νότια) και, αργότερα, Εβραίοι. Με πληθυσμό που έφτανε τους 600.000 χιλιάδες, η νεόδμητη πόλη μπορούσε να συναγωνιστεί τις πόλεις της Αντιόχειας και της Αλεξάνδρειας. Εξέχουσα διοικητική θέση είχαν οι Έλληνες και πιο πολύ οι Μακεδόνες, ώστε να αποτελούν τη σεβαστή γερουσία της Σελεύκειας, τους Αδειγάνες ή Πελιγάνες (ο γκριζομάλλης στη μακεδονική διάλεκτο).

Η πόλη μετά την ίδρυση της Αντιόχειας (301 π.Χ.) έγινε η έδρα του συστήματος των άνω σατραπειών, αφού πρωτεύουσα έγινε η Αντιόχεια. Κατά διαταγή του Σελεύκου Α΄, ο γιος του Αντίοχος Α΄ Σωτήρ ορίστηκε αντιβασιλιάς με έδρα τη Σελεύκεια, κατά την περίοδο 293 -281 π.Χ., και ήλεγχε τις προαναφερθείσες σατραπείες.

Με την επανάσταση του σατράπη της Μηδίας Μόλωνος, ο τελευταίος αφαίρεσε από τον Αντίοχο Γ΄ την Κτησιφώντα (222 π.Χ.) και στη συνέχεια επεχείρησε να κυριεύσει με πολιορκία την Σελεύκεια. Όμως ο Μακεδόνας στρατηγός Ζεύξις του ανέκοψε την πορεία και ο Αντίοχος Γ΄ έστειλε τον Αχαιό στρατηγό Ξενοίτα να κτυπήσει τον επαναστάτη Μόλωνα. Αν και ο Ξενοίτας δέχθηκε ενισχύσεις από τους σατράπες της Σουσιανής και του Περσικού κόλπου Διογένη και Πυθιάδη αντίστοιχα, δέχθηκε αιφνιδιαστική επίθεση του Μόλωνα και σκοτώθηκε. Η Σελεύκεια έπεσε στα χέρια των στασιαστών και ο φρούραρχός της, Διομέδων, τράπηκε σε φυγή. Μετά τη νίκη του Αντιόχου Γ΄ επί του Μόλωνος, η πόλη επανήλθε στους Σελευκίδες. Αν και ο υπουργός Ερμείας φέρθηκε με βαναυσότητα στους κατοίκους της πόλεως και επέβαλε πρόστιμο, η επιείκεια του Σελευκίδη βασιλιά εξομάλυνε την κατάσταση. Το πρόστιμο μειώθηκε από τα 1.000 τάλαντα στα 150 και η τάξη της πόλεως αποκαταστάθηκε όπως και πριν.

Το 205 π.Χ. μετά τη νικηφόρα εκστρατεία κατά των Πάρθων, των Ελληνο-Βακτρίων και των Ινδών, ο Αντίοχος Γ΄ με τμήμα του στόλου του από τη Σελεύκεια διέπλευσε τον Τίγρη και επισκέφθηκε τους Άραβες, επιζητώντας συμμαχία.

Παρθική περίοδος

Τον Ιούλιο του 141 π.Χ. οι Πάρθοι υπό τον Μιθριδάτη Α΄ Φιλέλληνα κατάλαβαν την πόλη. Η Σελεύκεια όμως δεν έχασε τη σημασία της και χρησιμοποιήθηκε ως ένα από τα βασιλικά νομισματοκοπεία. Ωστόσο η παρθική πρωτεύουσα μεταφέρθηκε στη γείτονα Κτησιφώντα. Ο δραστήριος Σελευκίδης Αντίοχος Ζ΄ Σιδήτης ανέκτησε για λίγο διάστημα τη Μεσοποταμία, τη Βαβυλωνία και τη Μηδία και εκτέλεσε τον Πάρθο διοικητή της Σελεύκειας (130 π.Χ.). Μετά από περίπου ένα χρόνο, τα μέρη αυτά περιήλθαν οριστικά στους Πάρθους.

Πολλοί Ιουδαίοι κατέφυγαν στην Σελεύκεια μετά το 35 π.Χ., όπου και σφαγιάστηκαν. Και οι δύο πόλεις (Σελεύκεια και Κτησιφών) καταλήφθηκαν αρκετές φορές από τους Ρωμαίους. Ο αυτοκράτορας Τραϊανός την κατέλαβε το 116 μ.Χ.. Επί βασιλείας Μάρκου Αυρηλίου και Λουκίου Βήρου, το 165 μ.Χ., την κατέλαβε ο Ρωμαίος στρατηγός Αβίδιος Κάσσιος (απόγονος του Άντιόχου Δ', βασιλιά της ημι-εξελληνισμένης Κομμαγηνής) κατά τη διάρκεια της εκστρατείας κατά των Πάρθων. Ο Κάσσιος κατέστρεψε την Σελεύκεια -προφασιζόμενος ότι οι κάτοικοί της αθέτησαν τη συμφωνία τους με τους Ρωμαίους- και αυτό αποτελεί τραγική ειρωνεία της ιστορίας, διότι ο Αβίδιος ήταν μακρινός απόγονος Σελευκιδών.

Ωστόσο αυτές οι δίδυμες πόλεις επέζησαν, αλλά η Σελεύκεια παρήκμασε. Όταν τις κατέλαβε το 198/9 ο Σεπτίμιος Σεβήρος, βρήκε τη Σελεύκεια έρημη. Οι Πάρθοι στρατιώτες που δραπέτευσαν απεικονίζονται στην αψίδα του θριάμβου του στη Ρώμη.

Σασσανιδική περίοδος

Το 230 μ.Χ. η ιρανική δυναστεία των Σασσανιδών μετονόμασε τη μακεδονική Σελεύκεια σε Veh-Ardashir («η καλή πόλη του Αρντασίρ»), μεταφέροντάς την όμως στην απέναντι όχθη. Το 283 ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Κάρος κατέλαβε την πόλη.

Κέντρο του ελληνικού πολιτισμού

Είναι γεγονός ότι η Σελεύκεια στάθηκε κέντρο του ελληνικού πολιτισμού στις περιοχές της Μέσης Ανατολής και της Περσίας. Η πληθώρα ελληνικών νομισμάτων, η αρχαία αγορά, το πλινθόκτιστο θέατρο, πορτραίτα με μακεδονικές καυσίες, το άγαλμα του Ηρακλέους, αποδεικνύουν το πόσο είχε προχωρήσει όχι μόνο ο ελληνικός πολιτισμός στην Βαβυλωνία, αλλά και ο εθελούσιος εξελληνισμός των ντόπιων. Ο Ρωμαίος Πλίνιος αναφέρει ότι στην εποχή του (1ος αι. μ.Χ.) διασώζονταν στην πόλη κάποια μακεδονικά έθιμα.

Οι Μακεδόνες γερουσιαστές της πόλεως (Αδειγάνες ή Πελιγάνες, των οποίων η στερεότυπη φράση ήταν: δεδόχθαι τοῖς πελιγᾶσιν) δεν υπέρεβαιναν τους 300. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι ο ιδρυτής Σέλευκος εγκατέστησε εκεί Βαβυλωνίους εποίκους (1,16).

Προσωπικότητες από τη Σελεύκεια ήταν ο στωϊκός φιλόσοφος Διογένης ο Σελεύκειος ή Βαβυλώνιος (230 -140 π.Χ.) και ο μαθηματικός και αστρονόμος Σέλευκος ο Σελεύκειος (190 π.Χ.). Ο Πλούταρχος μάλιστα διασώζει την πληροφορία πως ο Αθηναίος ρήτορας και σοφιστής Αμφικράτης πίστεψε ότι θα μπορούσε να βρει άξια θέση στη Σελεύκεια. Όταν επισκέφθηκε την πόλη (86 π.Χ.), του προτάθηκε να ιδρύσει εκεί σχολή ρητορικής. Τότε ο Αμφικράτης απάντησε: «μια κατσαρόλα δεν μπορεί να αντέξει δελφίνι», ειρωνευόμενος μάλλον το ζεστό κλίμα της πόλης. 

 

Η Σελεύκεια  αργότερα άρχισε να παρακμάζει προς όφελος ελληνίδος πόλεως, της Κτησιφώντος, η οποία κτίσθηκε συγχρόνως με αυτήν στην Ανατολική πλευρά του ποταμού ακριβώς απέναντι.

 

 

 


 

 

ΣΕΛΕΥΚΟΣ Α΄ Ο ΝΙΚΑΤΩΡ


Ο Σέλευκος, συνομήλικος του Μ. Αλεξάνδρου, γεννήθηκε, μεταξύ των ετών 354 – 358 π. Χ., στη μακεδονική πόλη Ευρωπό και ακολούθησε τον φίλο του στην Μ. Ασία ως Υπασπιστής ( επικεφαλής της βασιλικής φρουράς). Ήταν γιός του Αντίοχου, στρατηγού του Φιλίππου Β'. Είχε διαπρέψει στις μάχες, ειδικά στον Υδάσπη ως ηγεμών των παίδων. Ήταν άνδρας τολμηρός,αλλά και καρτερικός, με εξαίσια ρώμη αλλά και συνετός. Στη μεγάλη πανήγυρη που τελέσθηκε στα Σούσα, ο Μέγας Αλέξανδρος του έδωσε ως σύζυγο την Απάμα Α’, κόρη του ηγεμόνος της Βακτρίας Σπιταμένους.

Μετά τον θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου και σε ηλικία τριάντα ετών του δόθηκε από τον Περδίκκα το αξίωμα του Χιλίαρχου. Το 321 π.Χ. έγινε Σατράπης της Βαβυλώνος και λόγω του χαρακτήρα του κατάφερε να γίνει αγαπητός στους βάρβαρους. Κατά τους πολέμους των Διαδόχων του, σ’ αυτή τη λυσσαλέα αδελφοκτόνο πάλη μέχρι εξοντώσεως, πολεμώντας κατά καιρούς είτε τους μεν είτε τους δε, πέτυχε να επικρατήσει έναντι των υπολοίπων, και έγινε κύριος της πρώην Περσικής Αυτοκρατορίας. Ειδικά μετά την μάχη στην Ίψον της Φρυγίας το 301 π. χ.χ., ο Σέλευκος έλαβε την κεντρική Ασία ( από την Φρυγία μέχρι τον Ινδό ποταμό) και την Συρία  ( από τον κόλπο της Ισσού έως την Αίγυπτο).

Το 281 π.Χ.. συγκρούστηκε με τον πρώην σύμμαχό του Λυσίμαχο, με τον οποίον είχαν μαζί νικήσει τον Αντίγονο και τον γυιό του Δημήτριο στην Ίψον κι αφού απέκτησε την επικυριαρχία και στο βασίλειο του Λυσιμάχου, δηλαδή ολόκληρη την εντεύθεν του Ταύρου Ασία και έφθασε έως τα παράλια της Δυτικής Μ. Ασίας, πέρασε τον Ελλήσποντο και αναγορεύθηκε βασιλεύς της Μακεδονίας. Δολοφονήθηκε όμως τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους στην πόλη Λυσιμάχεια, σε ηλικία 75 ετών από τον Πτολεμαίο Κεραυνό, επειδή δεν του παρεχώρησε την Αίγυπτο όπως του είχε υποσχεθεί. Τάφηκε από τον βασιλέα Φιλέταιρο της Περγάμου στην  Σελεύκεια επί του Ορόντου ποταμού στη Συρία.

Το κράτος του Σελεύκου απέβη το μεγαλύτερο των Διαδόχων και το αποτελούσαν διαφορετικά έθνη με όλα τα συνεπακόλουθα ( άλλη νοοτροπία, πνευματικό, οικονομικό, πολιτιστικό επίπεδο, άλλες θρησκείες, άλλες συνήθειες), με αποτέλεσμα την δυσκολία της διοίκησης. Η κατάσταση αυτή αντιμετωπίστηκε με την δημιουργία πολυάνθρωπων πόλεων.

 Οι αρχαίοι συγγραφείς της ελληνιστικής και αυτοκρατορικής εποχής εκθειάζουν τη «φιλανθρωπία», το προσωπικό του θάρρος και την ιπποτική του συμπεριφορά αλλά και τη σωματική του ρώμη. Από τις μη στρατιωτικές του δραστηριότητες αναφέρονται οι εξερευνητικές αποστολές που έγιναν με εντολή του στην Ινδία και την Κασπία Θάλασσα και προπάντων η ίδρυση πολλών ελληνικών πόλεων ανέρχονται περίπου σε 30 στο κέντρο του κράτους του, δηλ. τη Βόρεια Συρία αλλά και στη Μικρά Αία και στις Ανατολικές επαρχίες. 

 

ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...