ΠΟΛΩΝΙΑ: «ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΠΡΩΣΣΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΡΩΣΙΑ». Ο Πολωνός στρατηγός Βάλντερμαρ Σκρίπτσακ δήλωσε ότι η Περιφέρεια του Καλίνινγκραντ (Καίνιξμπεργκ) είναι περιοχή «υπό ρωσική κατοχή από το 1945. Το έδαφος δεν ήταν ποτέ ρωσικό, και ανήκε ιστορικά στην Πρωσσία και την Πολωνία».
Εικόνα 1 Βαϊοφόρος, Χειρόγραφο Ευαγγέλιο Rossano (Purpureus Rossanensis), f. 2, 6ος αιώνας μ.Χ.
Του Κωνσταντίνου Κόττη*
1.1. Εισαγωγικά:
Η θριαμβευτική είσοδος του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, είναι γνωστότερη ως «Εορτή των Βαΐων» ή «Βαϊοφόρος». Συνέβη κατά την τότε Κυριακή προ του Πάσχα, 29η Μαρτίου του 33 μ.Χ. Ο Ιωάννης, ο οποίος κάνει λόγο για 5 ημέρες πριν το Πάσχα, προφανώς μετράει από την παραμονή, είτε ως ημέρα και αυτή των Αζύμων, είτε γιατί οι Απόστολοι κατά την παραμονή εόρτασαν το Καινό Πάσχα μετέχοντας στον Μυστικό Δείπνο, τον υπό του παρόντος Χριστού προσφερόμενο[1]. Εκείνη την χρονιά το Πάσχα συνέπεσε σε ημέρα Σαββάτου (5 Απριλίου). Στους Ιουδαίους δεν τελείται σε σταθερή ημέρα, αλλά ημερομηνία[2]. Για το έτος υπάρχει βεβαιότητα παρά τα διάφορα θεολογούμενα: το πάθος του Χριστού εξαρτάται από τη γέννηση του και αυτή από τον θάνατο του Ηρώδη, ο οποίος συνέβη μετά από έκλειψη σελήνης[3]. Τότε έκλειψη, ολική και ορατή στην Ιεριχώ, είχαμε στις 9/10 Ιανουαρίου του 1 π.Χ.[4]
Το προσκύνημα των ιουδαϊζόντων κατά τις μεγάλες εορτές και ειδικά το Πάσχα / Pesah / פֶּסַח, πραγματοποιούνταν στον Ναό των Ιεροσολύμων[5]. Είχε, ειδικά προς το τέλος του ταξιδιού, ένα χαρακτήρα ανάτασης, με ούτως ή άλλως ανηφορικό προορισμό: το υψόμετρο της πόλης κυμαίνεται γύρω στα 750 μ. Στην πράξη σήμαινε την αρχή της εκπλήρωσης ενός ερμηνευτικού τύπου, αφού ο ίδιος ο Χριστός είχε προαναγγείλει την άνοδο στα Ιεροσόλυμα, την παράδοση και καταδίκη του από τους Ιουδαίους, το βασανισμό, εμπαιγμό και τη σταύρωσή του από τους Ρωμαίους και με κατάληξη την τελική ανάσταση του[6].
1.2. Πηγές της αφήγησης:
Την Είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα κατά το Πάσχα του Πάθους, μαρτυρούν όλοι οι ευαγγελιστές. Στον Ματθαίο το γεγονός περιγράφεται συνοπτικά, επικεντρώνοντας στην επιλογή των ζώων, την εκπλήρωση της προφητείας Ζαχαρίου, και στον αντίκτυπο του γεγονότος[7]. Ανάλογα συνοπτικό είναι και το κείμενο του Μάρκου[8]. Ο Λουκάς ιστορεί πιο αναλυτικά, εστιάζοντας στην υμνολογία – ορθή ομολογία του Χριστού και την δυσοίωνη προοπτική των Ιεροσολύμων[9]. Ο Ιωάννης, γενικότερα, έγραψε για την σχέση της κλήσης στην πίστη, με την πνευματική τυφλότητα και την ορθή ομολογία[10]. Από την σκοπιά του διέκρινε τον δαυιτικό βασιλικό τύπο, από τον μεσσία Χριστό, δίνοντας έμφαση στην έγερση του Λαζάρου και την αποστροφή του Θεού[11], υπαινισσόμενος τον φωτισμό των Εθνών[12].
Μια πολύ μεταγενέστερη και επισφαλής πηγή, συνιστά το ψευδεπίγραφο «Ευαγγέλιο του Νικοδήμου». Η Είσοδος ανιχνεύεται και στις 2 βασικές παραλλαγές του αποκρύφου, με πολλές επιμέρους διαφοροποιήσεις. Σε μια από αυτές ο Πιλάτος (είτε αυτό αποτελούσε μια όντως άλλη πηγή, είτε μυθολογήθηκε εκ των υστέρων), πληροφορείται το συμβάν κατά τη ανακριτική διαδικασία από έναν δρομέα / αγγελιοφόρο. Αυτός του μετέφερε τα περί της θριαμβευτικής εισόδου του Ιησού επί όνου και την δοξολογία από τους παίδες των Εβραίων, εβραϊστί και ελληνιστί[13].
2 ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΑ ΤΗΣ ΒΑΪΟΦΟΡΟΥ
2.1. Τα ζώα της διήγησης:
Η παρουσία των ζώων, της όνου και του πώλου, έχει κεντρικό ρόλο στην αφήγηση. Συνδέεται ασφαλώς με χωρία και περιστατικά της Παλαιάς Διαθήκης, ενώ έχουμε πολύ ενδιαφέροντα αρχαιοελληνικά παράλληλα. Ο Χριστός, όταν προσέγγισαν ή έφτασαν στην κώμη Βηθσφαγή, στους πρόποδες του Όρους των Ελαιών, έστειλε τους μαθητές του σε απέναντι κώμη, ώστε να παραλάβουν μια θηλυκή όνο / γαϊδούρα και ένα πώλο / πουλάρι[14]. Αντίθετα στον Ιωάννη γίνεται λόγος για επίβαση του Χριστού σε ονάριο / γαϊδουράκι[15]. Στον Μάρκο αυτό είναι πώλος, επί του οποίου δεν είχε ως τότε καθίσει κανείς. Ζητήθηκε, μάλιστα, λόγος από τους Αποστόλους, όταν τους αντιλήφθηκαν να παίρνουν το ζώο[16]. Το πιθανότερο είναι αμφότεροι οι ευαγγελιστές να εννοούν το ίδιο, δηλαδή ο πώλος να ταυτίζεται με πώλο όνου και το ονάριο.
Ο πώλος παρότι δεν είχε υποστεί εξημέρωση, δέχθηκε τον Χριστό ως κύριό του, ενώ οι αντιδρώντες, δεν επέμειναν περαιτέρω. Σχολιάζοντας, ουσιαστικά τον Μάρκο ο Ιωάννης Χρυσόστομος, δέχθηκε την μη αντίδραση, ούτε καν προς τους μαθητές του, ως ένα διπλό μήνυμα: ο Χριστός μπορούσε να επιβληθεί χωρίς να οδηγηθεί στο πάθος, αλλά το δέχθηκε εκούσια, ενώ οι μαθητές όφειλαν να παραδειγματιστούν και να δείξουν υπακοή[17]. Γενικότερα η όνος έχει διάφορες συνδέσεις, οι οποίες υποδηλώνουν στον Χριστό την ιδιότητα του Δημιουργού και Κύριου της φύσεως. Μια περίπτωση λ.χ. όπου όνος παρακούει το ανθρώπινο αφεντικό του υπέρ του Θεού, ήταν η περίπτωση του Βαρλαάμ[18]. Από την άλλη, στην αρχαία μυθολογία και θεολογία, όνος και πώλος, σχετίζονταν με τον Ήφαιστο. Με τέτοιο ζώο επανήλθε, όχι εκούσια, στον Όλυμπο, όντας εκ των θεοτήτων της δημιουργίας[19]. Παράλληλα ήταν και χωλός[20], με τον Δημιουργό Χριστό να δέχεται, προφητικά, το πλήγμα στην πτέρνα[21]. Εξαιρετικές διαλεκτικές προς τον Χριστό, των οποίων η ανάπτυξή δεν είναι της παρούσης.
Εικόνα 2 Ο Ήφαιστος επί όνου, επιστρέφει στον Όλυμπο με την συμβολή του Διονύσου, ερυθρόμορφη αττική σκύφος, αποδίδεται στον ζωγράφο του Κλεοφώντος, 430-420 π.Χ., Toledo Museum of Art
2.2 Η προφητεία Ζαχαρίου:
Η κύρια προφητεία με την οποία συνδέουν το γεγονός οι Ματθαίος και Ιωάννης, είναι αυτή του Ζαχαρίου:
«Χαῖρε σφόδρα, θύγατερ Σιών· κήρυσσε, θύγατερ Ἱερουσαλήμ· ἰδοὺ ὁ βασιλεὺς σου ἔρχεταί σοι, δίκαιος καὶ σῴζων αὐτός, πραΰς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὑποζύγιον καὶ πῶλον νέον. καὶ ἐξολοθρεύσει ἅρματα ἐξ Ἐφραὶμ καὶ ἵππον ἐξ Ἱερουσαλήμ, καὶ ἐξολοθρεύσεται τόξον πολεμικόν, καὶ πλῆθος καὶ εἰρήνη ἐξ ἐθνῶν· καὶ κατάρξει ὑδάτων ἕως θαλάσσης καὶ ἀπὸ ποταμῶν ἕως διεκβολῶν γῆς. καὶ σὺ ἐν αἵματι διαθήκης σου ἐξαπέστειλας δεσμίους σου ἐκ λάκκου οὐκ ἔχοντος ὕδωρ[22]»
Κατά τον Ιωάννη Χρυσόστομο, το προφητικό στοιχείο της θριαμβικής εισόδου με πώλο όνου στα Ιεροσόλυμα, δηλώνει το ότι ο Θεός μέλλει να βρει ανάπαυση στα «ακάθαρτα» Έθνη[23]. Έτσι η όνος είναι ο «ακάθαρτος» λαός, τον οποίο ο Χριστός καθάρισε. Η όνος ταυτίζεται στον Χρυσόστομο με τα Έθνη, ενώ ο πώλος με τον παλαιό Ισραήλ, ο οποίος ως άλλος λαγός, θα κατέληγε ακόλουθος της «χελώνας» την οποία υποτιμούσε. Η επίκληση της Προς Ρωμαίους, δείχνει να ισχυροποιεί την άποψή του[24]. Οι απόστολοι έλυσαν τα υποζύγια (τα σύμβολα δηλαδή της σκλαβιάς), ενώ με την παράδοσή τους, διδακτική και μυστηριακή (τα ιμάτια τα οποία έστρωσαν επάνω στο ζώο), θα δρομολογούσαν τον ερχομό του Χριστού προς τα έθνη ως εκκλησιαστική μυστηριακή κεφαλή. Εντούτοις μπορεί η όνος, να μην είναι, απαραίτητα, τα Έθνη, αλλά ο καινός Ισραήλ. Στην Καινή Διαθήκη, δεν υπερέχουν οι Ιουδαίοι των Ελλήνων, ούτε οι Έλληνες των Βαρβάρων. Προ της μυστηριακής αναγέννησης, όλοι είναι αμύητοι. Πολύ εύστοχα ο Χρυσόστομος χαρακτηρίζει ως τύπο Εκκλησίας την όνο, ίσως όχι τυχαία θήλυ. Έχουμε να κάνουμε με εσχατολογική και όχι προχριστιανική ιερωσύνη[25]. Μια ιερωσύνη χαρισματική η οποία διδάσκει, πως τα χαρίσματα του Θεού δεν είναι δεδομένα και τα οποία ανόητα πολλοί Ιουδαίοι ανήγαγαν σε αξιωματικά – γενετικά: ανά πάσα στιγμή μπορούσαν να αρθούν από τον Θεό[26]. Θα ήταν παράλειψη, ασφαλώς, να μην παραθέσουμε στον Ζαχαρία, μια παρόμοιας σπουδαιότητας προφητεία του Ησαΐου. Σε αυτήν η Ιερουσαλήμ θα έχει καινό όνομα, σύμβολα βασιλείας, θα είναι δόξα Θεού, δεν θα είναι εγκαταλελειμμένη, αλλά οικουμένη. Θα κατοικούν οι υιοί Θεού[27], θα αποτελεί κάλεσμα εθνών, όντας εντός ο αγιασμένος λαός του Θεού[28]. Όπως και να έχουν τα παραπάνω, οι μαθητές κατενόησαν πολύ αργότερα την Βαϊοφόρο ως προφητική εκπλήρωση[29].
2.3. Η Πύλη της Εισόδου του Χριστού στα Ιεροσόλυμα:
Η είσοδος στα Ιεροσόλυμα, γινόταν από διάφορες και ονομαστές πύλες. Οι ευαγγελιστές δεν παραδίδουν το όνομα της, ωστόσο η σχετική παράδοση θεωρούσε πάντα την ανατολική Χρυσή Πύλη, ως αυτήν δια της οποίας ο Ιησούς εισήλθε στην ιερά πόλη.
Εικόνα 3 Η Χρυσή ή Ανατολική Πύλη, Ιεροσόλυμα
Πρόκειται για ένα λογικό συμπέρασμα, αφού η εν λόγω Πύλη, όπως και το κλείσιμο αυτής, συνδέεται με συγκεκριμένη εσχατολογική προφητεία:
«Καὶ ἤγαγέ με ἐπὶ τὴν πύλην τὴν βλέπουσαν κατὰ ἀνατολὰς καὶ ἐξήγαγέ με… καὶ εἶπε Κύριος πρός με· ἡ πύλη αὕτη κεκλεισμένη ἔσται, οὐκ ἀνοιχθήσεται, καὶ οὐδεὶς μὴ διέλθῃ δι᾿ αὐτῆς, ὅτι Κύριος ὁ Θεὸς Ἰσραὴλ εἰσελεύσεται δι᾿ αὐτῆς, καὶ ἔσται κεκλεισμένη»[30]
Μετά το 629 και την επαναφορά εκ των Περσών του Τιμίου Σταυρού από τον Ηράκλειτο, η Χρυσή Πύλη έκλεισε. Άνοιγε, μόνο, κατά την ημέρα των Βαΐων, οπότε και διέρχονταν ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων. Γενικά το κλείσιμο της Πύλης έγινε πολύ πρώιμα από τον Ομάρ Χαττάπ, μετά το 637 και την άλωση των Ιεροσολύμων. Ασφαλώς ως πύλη αδιόδευτος η οποία οδηγεί στην εσχατολογική ανατολική λύτρωση (ας θυμηθούμε τον ανατολικό χριστιανικό ταφικό προσανατολισμό[31]), θεωρήθηκε η Θεοτόκος. Ευλογήθηκε ως Χώρα του Αχωρήτου, υπηρετώντας την θεία ενανθρώπιση[32]. Το στρώσιμο της οδού με τα ατομικά ιμάτια ώστε να περάσει ο Χριστός[33], δύναται να σχετισθεί ως μια χριστολογική αλληγορία της σωτηρίας[34].
Εικόνα 4 Βαϊοφόρος, ψηφιδωτό, Μονή Δαφνίου, διακρίνεται η από «ανατολών» έλευση του Χριστού, δηλωτικό, ίσως, εσχατολογίας και της προς ανατολάς Χρυσής Πύλης των Ιεροσολύμων, 1080-1100 μ.Χ.
2.4. Βασικά στοιχεία της εικονογραφίας της Βαϊοφόρου:
Ας ειπωθούν λίγα πράγματα εδώ, για την εορτή και εικονογραφία της Βαϊοφόρου[35]. Η μεν εορτή απαντά το αργότερο προς το τέλος του 4ου αιώνα και το «Οδοιπορικό» της Αιθερίας. Εκεί τελούνταν κατά την 11η εσπερινή ώρα (5 το απόγευμα) η ανάγνωση του Ευαγγελίου και άρχιζε θριαμβευτική πομπή η οποία εκκινούσε από το Όρος των Ελαιών και η οποία κατέληγε με πανηγυρικό Εσπερινό στο Μαρτύριο της Αναστάσεως[36].
Ανάλογα πρώιμη είναι και η εμφάνιση του θέματος. Το θέμα φιλοτεχνούνταν πιθανότατα από τον 3ο αιώνα και αναμφίβολα τον 4ο αιώνα. Ένα τέτοιο παράδειγμα εμφανίζεται σε σαρκοφάγο, η οποία σήμερα ανήκει στο Μουσείο του Βατικανού. Ο Χριστός, νέος και αγένειος, ο οποίος μάλλον προσλαμβάνει εικαστικά χαρακτηριστικά του θεοποιημένου Αλεξάνδρου, εισέρχεται θριαμβευτής επί της όνου (Εικ. 5). Ήδη σε αυτήν την παράσταση, έχουμε διαμορφωμένα τα βασικά και γνωστά έως σήμερα συνανήκοντα στοιχεία[37].
Εικόνα 5 Βαϊοφόρος, Σαρκοφάγος της Βηθεσδά, Μουσείο Βατικανού, τέλη 3ου – αρχές 4ου αιώνα π.Χ.
Σε μια άλλη περίπτωση, αυτή μιας σαρκοφάγου του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης, ανιχνεύουμε πιο έντονα την παρουσία των παίδων και νηπίων, τα οποία εις πείσμα των απίστων αινούν τον γενειοφόρο Χριστό (Εικ. 6)[38].
Εικόνα 6 Βαϊοφόρος (λεπτ.). Σαρκοφάγος, Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης, ~312 μ.Χ.
Αγένειο ανιχνεύουμε τον Χριστό και σε άλλες ανάγλυφες παραστάσεις, όπως σε σαρκοφάγους του Βατικανού, των Συρακουσών (Εικ. 7), αλλά και αυτή του Junius Bassus (Εικ. 8), παράλληλα με το στοιχείο του στρωσίματος των ενδυμάτων.
Εικόνα 7 Βαϊοφόρος, Σαρκοφάγος Adelphia, Κατακόμβες Ιωάννου, Συρακούσες, 325-350 μ.Χ.
Εικόνα 8 Βαϊοφόρος (λεπτ), Σαρκοφάγος του Junius Bassus, Θησαυρός Βασιλικής Αγίου Πέτρου, 359 μ.Χ.
Πολύ ενδιαφέρουσα είναι η περίπτωση του Ευαγγελίου του Rossano, όπου στη σχετική σελίδα η παράσταση απλώνεται εγκάρσια στο άνω τμήμα, ενώ χαμηλότερα το θέμα πλαισιώθηκε με την αναγραφή σχετικών προφητειών (Εικ. 1).
2.5. Η ορθή ομολογία του Χριστού ως ευχαριστιακή προϋπόθεση:
Η ρηχή πίστη των τότε Ιουδαίων κατά τον Χρυσόστομο, φαίνεται από το γεγονός ότι θαύμασαν μάλλον την μεγαλειώδη υποδοχή, παρά τα τόσα σημεία, των οποίων η φήμη περιέβαλε τον Χριστό. Μάλιστα είχε προηγηθεί η έγερση του Λαζάρου και ένας ευτελής λόγος της υποδοχής του Χριστού, ήταν για να δουν τον αναστηθέντα Λάζαρο[39]. Ασφαλώς και υπό ρωμαϊκή κατοχή, ο Ιησούς αντιμετωπίζονταν, εσφαλμένα, ως ένας κοσμικός Μεσσίας, ο οποίος θα αποκαθιστούσε το κοσμικό κράτος[40]. Η περιώνυμη χρήση βαΐων εκ φοινίκων, υποδηλώνει βιβλικά την δικαιοσύνη[41], ενώ στον εθνικό χώρο ταυτίσθηκε με θριάμβους πολεμικούς, για τους οποίους υπήρχε προφητεία / χρησμός και γενικά με παραδόσεις ηλιολατρίας[42].
Ιδιαίτερα στον Λουκά, τονίσθηκε η ομολογία της θεότητας του Χριστού, είτε με τον ύμνο των Αποστόλων και την αντίδραση των Φαρισαίων, είτε με την αποστομωτική απάντηση του Χριστού[43]. Δεν είναι τυχαία η αναφορά στο θρήνο για την καταστροφή των Ιεροσολύμων[44], ο οποίος μπορεί, βέβαια, να δώσει και πάλι ζεύξη με τον Ησαΐα[45]. Η ορθή ομολογία προς τον Χριστό, συνιστά ευχαριστιακή προϋπόθεση. Χαρακτηριστικό ως προς αυτό, είναι η επανάγνωση της σκληρής απόφασης του Δαυίδ, να τιμωρήσει και απαγορεύσει σε τυφλούς και χωλούς την είσοδο στον Οίκο του Κυρίου[46]. Ας αναλογιστούμε εδώ τον Ματθαίο, και την ίαση των δύο τυφλών της Ιεριχούς, ελάχιστα πριν την Βαϊοφόρο[47]. Ο καινός Δαυίδ, δεν θα επιτρέψει την λυτρωτική είσοδο στην Βασιλεία των Ουρανών, τον αληθινό Οίκο του Θεού, τυφλών στην πίστη, άκαρδων και χωλών κατά την σωτήρια οδό[48].
Εικόνα 9 Βαϊοφόρος, τοιχογραφία, Εκκλησία Ταξιάρχη / Νικηφόρου Φωκά, Καππαδοκία. 964-965 μ.Χ.
Εικόνα 10 Giotto di Bondone, Η Είσοδος στα Ιεροσόλυμα, τοιχογραφία, Veneto Padua Scrovegni Cappella, 1303-5 μ.Χ.
Εικόνα 11 «ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον ἕνεκα τῶν ἐχθρῶν σου τοῦ καταλῦσαι ἐχθρὸν καὶ ἐκδικητήν…πάντα ὑπέταξας ὑποκάτω τῶν ποδῶν αὐτοῦ, πρόβατα, καὶ βόας ἁπάσας, ἔτι δὲ καὶ τὰ κτήνη τοῦ πεδίου, τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τοὺς ἰχθύας τῆς θαλάσσης, τὰ διαπορευόμενα τρίβους θαλασσῶν», Ψαλμός 8,3 & 7-9, Ψαλτήρας Chludov, 850-875 μ.Χ.
Παραπομπές
[1] Μτ 26:17-29, Μρ 14:12-25, Λκ 22:7:38 και Ιω 13:1-30.
[2] «ἐναρχόμενοι τῇ τεσσαρεσκαιδεκάτῃ ἡμέρᾳ τοῦ μηνὸς τοῦ πρώτου ἀφ᾿ ἑσπέρας ἔδεσθε ἄζυμα ἕως ἡμέρας μιᾶς καὶ εἰκάδος τοῦ μηνός, ἕως ἑσπέρας. ἑπτὰ ἡμέρας ζύμη οὐχ εὑρεθήσεται ἐν ταῖς οἰκίαις ὑμῶν», Εξ 12:18-19.
[3] «καὶ ἡ σελήνη δὲ τῇ αὐτῇ νυκτὶ ἐξέλιπεν», Φλάβιος Ἰώσηπος, Ἰουδαικὴ ἀρχαιολογία , XVII, 167.
[4] Δ. Σιμόπουλος, Το Άστρο των Χριστουγέννων (Αθήνα: Ίδρυμα Ευγενίδου, 2006), 43 κ.ε.
[5] «καὶ ἔρχονται πάντες οἱ πρεσβύτεροι Ἰσραὴλ πρὸς τὸν βασιλέα εἰς Χεβρών, καὶ διέθετο αὐτοῖς ὁ βασιλεὺς Δαυὶδ διαθήκην ἐν Χεβρὼν ἐνώπιον Κυρίου, καὶ χρίουσι τὸν Δαυὶδ εἰς βασιλέα ἐπὶ πάντα Ἰσραήλ. υἱὸς τριάκοντα ἐτῶν Δαυὶδ ἐν τῷ βασιλεῦσαι αὐτὸν καὶ τεσσαράκοντα ἔτη ἐβασίλευσεν,ἑπτὰ ἔτη καὶ μῆνας ἓξ ἐβασίλευσεν ἐν Χεβρὼν ἐπὶ τὸν Ἰούδαν καὶ τριάκοντα τρία ἔτη ἐβασίλευσεν ἐπὶ πάντα Ἰσραὴλ καὶ Ἰούδαν ἐν Ἱερουσαλήμ», Β΄ Βασ 5:5. Βλ. και Β΄ Βασ 6:18-19.
[6] «ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ γραμματεῦσι καὶ κατακρινοῦσιν αὐτὸν θανάτῳ, καὶ παραδώσουσιν αὐτὸν τοῖς ἔθνεσιν εἰς τὸ ἐμπαῖξαι καὶ μαστιγῶσαι καὶ σταυρῶσαι, καὶ τῇ τρίτη ἡμέρᾳ ἀναστήσεται», Μτ 20:18-19.
[7] Μτ. 21:1-11.
[8] Μρ 11:1-10.
[9] Λκ 19:28-44.
[10] Ιω 9:39, 12:40 κ.α.
[11] Πρβλ. Ψλ 50:13, 68:18 κ.α.
[12] Ιω 12:12-18.
[13] «Ὁ δὲ Πιλᾶτος μετακαλεσάμενος τὸν κούρσωρα λέγει αὐτῷ· τί τοῦτο ἐποίησας καὶ ἥπλωσας τὸ φακεώλιόν σου ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐπ΄ αὐτῷ περιπατῆσαι πεποίηκας τὸν Ἰησοῦν; Λέγει αὐτῷ ὁ κούρσωρ, κύριε ἡγεμών, ὅτε ἀπέστειλάς με εἰς Ἴεροσόλυμα πρὸς Ἀλέξανδρον, εἶδον αὐτὸν καθεζόμενον ἐπὶ ὅνου, καὶ οἱ παῖδες τῶν Ἑβραίων ἔκραζον ἐβραϊστί κλάδους κατεῖχον ἐν ταῖς χερσὶν αὐτῶν, ἄλλοι δὲ ὑπεστρώννυον τὰ ἱμάτια αὐτῶν λέγοντες· σῶσον δὴ, ὁ ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου. Κράζουσιν οἱ Ἰουδαῖοι λέγοντες πρὸς τὸν κούρσωρα· οἱ μὲν παῖδες τῶν Ἑβραίων ἐβραϊστὶ ἔκραζον, πόθεν δὲ σοὶ Ἕλλην ὑπάρχων οἶδας τὸ ἐβραϊστὶ; λέγει αὐτοῖς ὁ κούρσωρ· ἠρώτησα τινα τῶν Ἰουδαίων καὶ εἶπα· τι ἐστιν, ὃ κράζουσιν ἐβραϊστί; κἀκεῖνός ἡρμήνευσε μοι. Λέγει αὐτοῖς ο Πιλᾶτος· πως δὲ ἔκραζον ἑβραϊστὶ; Λέγουσι αὐτῷ οἱ Ἰουδαῖοι· Ὡσαννὰ, μεμβρομή, βαρουχαμμά, ἀδοναΐ. Λέγει αὐτοῖς ο Πιλᾶτος· καὶ τὸ Ὡσαννὰ καὶ τὰ λοιπὰ τί ἐρμηνεύεται; Λέγουσι αὐτῷ οἱ Ἰουδαῖοι· Σῶσον δη, ὁ ἐν τοῖς ὑψίστοις εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου. Λέγει αὐτοῖς ο Πιλᾶτος. Εἰ οὖν ὑμεῖς μαρτυρείτε τὰς φωνὰς τὰς παρὰ των παίδων λεχθείσας, τι ἥμαρτεν ο κούρσωρ; Οἱ δὲ ἔσιώπησαν», Ψευδο-Νικόδημος, Ὑπομνήματα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ πραχθέντα ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου (Pars Ι–Α), 1, 3-4.
[14] «λέγων αὐτοῖς· πορεύθητε εἰς τὴν κώμην τὴν ἀπέναντι ὑμῶν, καὶ εὐθέως εὑρήσετε ὄνον δεδεμένην καὶ πῶλον μετ᾿ αὐτῆς· λύσαντες ἀγάγετέ μοι», Μτ 21:2.
[15] «εὑρὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὀνάριον ἐκάθισεν ἐπ᾿ αὐτό, καθώς ἐστι γεγραμμένον», Ιω 12:14.
[16] «καὶ λέγει αὐτοῖς· ὑπάγετε εἰς τὴν κώμην τὴν κατέναντι ὑμῶν, καὶ εὐθέως εἰσπορευόμενοι εἰς αὐτὴν εὑρήσετε πῶλον δεδεμένον, ἐφ᾿ ὃν οὐδεὶς ἀνθρώπων κεκάθικε· λύσαντες αὐτὸν ἀγάγετε. καὶ ἐάν τις ὑμῖν εἴπῃ· τί ποιεῖτε τοῦτο; εἴπατε ὅτι ὁ Κύριος αὐτοῦ χρείαν ἔχει, καὶ εὐθέως αὐτὸν ἀποστέλλει πάλιν ὧδε. ἀπῆλθον δὲ καὶ εὗρον τὸν πῶλον δεδεμένον πρὸς τὴν θύραν ἔξω ἐπὶ τοῦ ἀμφόδου, καὶ λύουσιν αὐτόν. καί τινες τῶν ἐκεῖ ἑστηκότων ἔλεγον αὐτοῖς· τί ποιεῖτε λύοντες τὸν πῶλον; οἱ δὲ εἶπον αὐτοῖς καθὼς ἐνετείλατο ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἀφῆκαν αὐτούς», Μρ 11:2-6
[17] «Καὶ γὰρ ἀμφότερα ὁμοίως θαυμαστὰ ἦν. καὶ εἰ μηδὲν εἶπον, ἑλκομένων τῶν ὑποζυγίων, καὶ εἰ εἰπόντες καὶ ἀκούσαντες, ὅτι ὁ Κύριος αὐτῶν χρείαν ἔχει, παρεχώρησαν καὶ οὐκ ἀντέστησαν, καὶ ταῦτα οὐκ αὐτὸν ὁρῶντες, ἀλλὰ τοὺς μαθητάς. Ἀπὸ τούτων αὐτοὺς παιδεύει, ὅτι καὶ Ἰουδαίους ἐδύνατο καὶ ἄκοντας κωλῦσαι διόλου μέλλοντας αὐτῷ ἐπιέναι, καὶ ἀφώνους καταστῆσαι, ἀλλ’ οὐκ ἠθέλησε. Καὶ ἕτερον δὲ μετὰ τούτων διδάσκει τοὺς μαθητὰς, ὅπερ ἂν αἰτήσῃ διδόναι· κἂν αὐτὴν κελεύσῃ τὴν ψυχὴν προέσθαι. καὶ ταύτην παρέχειν, καὶ μὴ ἀντιλέγειν. Εἰ γὰρ οἱ ἄγνωστοι αὐτῷ παρεχώρησαν, πολλῷ μᾶλλον αὐτοὺς ἁπάντων ἐξίστασθαι δεῖ», Ἰωάννης Χρυσόστομος, Ὑπόμνημα εἰς τὸν Ἅγιον Ματθαῖον τὸν Εὐαγγελιστὴν, Ὁμιλία Ξς΄, PG 58, 627.
[18] «καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ· διατί ἐπάταξας τὴν ὄνον σου τοῦτο τρίτον; καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἐξῆλθον εἰς διαβολήν σου, ὅτι οὐκ ἀστεία ἡ ὁδός σου ἐναντίον μου, καὶ ἰδοῦσά με ἡ ὄνος ἐξέκλινεν ἀπ᾿ ἐμοῦ τρίτον τοῦτο· καὶ εἰ μὴ ἐξέκλινεν, νῦν οὖν σὲ μὲν ἀπέκτεινα, ἐκείνην δ᾿ ἂν περιεποιησάμην. καὶ εἶπε Βαλαὰμ τῷ ἀγγέλῳ Κυρίου· ἡμάρτηκα, οὐ γὰρ ἠπιστάμην ὅτι σύ μοι ἀνθέστηκας ἐν τῇ ὁδῷ εἰς συνάντησιν· καὶ νῦν εἰ μή σοι ἀρκέσει, ἀποστραφήσομαι», Αρ 22:32-34.
[19] «Οἱ μὲν οὖν ποιοῦντες τὸν Κόσμον Ζεὺς καὶ Ποσειδῶν εἰσι καὶ Ἥφαιστος», Σαλούστιος, Περὶ Θεῶν καὶ Κόσμου, VI, ΙΑ΄ «Περὶ τῶν δώδεκα ἐγκοσμίων», 3.
[20] «αὐτὰρ ὅ γ’ ἠπεδανὸς γέγονεν μετὰ πᾶσι θεοῖσι παῖς ἐμὸς Ἥφαιστος, ῥικνὸς πόδας, ὃν τέκον αὐτή», Ὁμηρικοὶ ὕμνοι , Εἰς Ἀπόλλωνα Πύθιον, 316-317.
[21] «καὶ ἔχθραν θήσω ἀνὰ μέσον σοῦ καὶ ἀνὰ μέσον τῆς γυναικὸς καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σπέρματός σου καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σπέρματος αὐτῆς· αὐτός σου τηρήσει κεφαλήν, καὶ σὺ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν», Γεν 3:15.
[22] Ζαχ 9:9-11.
[23] «Καὶ ἡ μὲν διὰ τῶν ἔργων ἦν, ἡ διὰ τῆς καθέδρας τοῦ ὄνου· ἡ δὲ διὰ τῶν ῥημάτων, ἡ τοῦ προφήτου Ζαχαρίου· καὶ γὰρ εἶπεν, ὅτι καθεδεῖται ὁ βασιλεὺς ἐπὶ ὄνου. Καὶ καθίσας αὐτὸς καὶ πληρώσας αὐτὴν, ἑτέραν πάλιν ἐδίδου προφητείας ἀρχὴν, δι’ ὧν ἐποίει τὰ μέλλοντα προδιατυπῶν. Πῶς καὶ τίνι τρόπῳ; Τῶν ἀκαθάρτων ἐθνῶν τὴν κλῆσιν προανεφώνει, καὶ ὅτι αὐτοῖς ἐπαναπαύσεται, καὶ εἴξουσιν αὐτῷ καὶ ἕψονται· καὶ προφητεία διεδέχετο προφητείαν», Ἰωάννης Χρυσόστομος, Ὑπόμνημα εἰς τὸν Ἅγιον Ματθαῖον τὸν Εὐαγγελιστὴν, Ὁμιλία Ξς΄, PG 58, 627.
[24] «Οὐ γὰρ θέλω ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, τὸ μυστήριον τοῦτο, ἵνα μὴ ἦτε παρ᾿ ἑαυτοῖς φρόνιμοι, ὅτι πώρωσις ἀπὸ μέρους τῷ Ἰσραὴλ γέγονεν ἄχρις οὗ τὸ πλήρωμα τῶν ἐθνῶν εἰσέλθῃ, καὶ οὕτω πᾶς Ἰσραὴλ σωθήσεται, καθὼς γέγραπται· ἥξει ἐκ Σιὼν ὁ ῥυόμενος καὶ ἀποστρέψει ἀσεβείας ἀπὸ Ἰακώβ», Ρωμ 11:25-26.
[25] «Ἐνταῦθα γὰρ ἡ Ἐκκλησία δηλοῦται διὰ τοῦ πώλου, καὶ ὁ λαὸς ὁ νέος, ὁ ποτὲ μὲν ἀκάθαρτος, μετὰ δὲ τὸ καθίσαι τὸν Ἰησοῦν καθαρὸς γενόμενος», Ἰωάννης Χρυσόστομος, Ὑπόμνημα εἰς τὸν Ἅγιον Ματθαῖον τὸν Εὐαγγελιστὴν, Ὁμιλία Ξς΄, PG 58, 628.
[26] «Ἄσω δὴ τῷ ἠγαπημένῳ ἆσμα τοῦ ἀγαπητοῦ μου τῷ ἀμπελῶνί μου. ἀμπελὼν ἐγενήθη τῷ ἠγαπημένῳ ἐν κέρατι, ἐν τόπῳ πίονι. καὶ φραγμὸν περιέθηκα καὶ ἐχαράκωσα καὶ ἐφύτευσα ἄμπελον Σωρὴχ καὶ ὠκοδόμησα πύργον ἐν μέσῳ αὐτοῦ καὶ προλήνιον ὤρυξα ἐν αὐτῷ· καὶ ἔμεινα τοῦ ποιῆσαι σταφυλήν, ἐποίησε δὲ ἀκάνθας. καὶ νῦν, οἱ ἐνοικοῦντες ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ ἄνθρωπος τοῦ Ἰούδα, κρίνατε ἐν ἐμοὶ καὶ ἀναμέσον τοῦ ἀμπελῶνός μου. τί ποιήσω ἔτι τῷ ἀμπελῶνί μου καὶ οὐκ ἐποίησα αὐτῷ; διότι ἔμεινα τοῦ ποιῆσαι σταφυλήν, ἐποίησε δὲ ἀκάνθας. νῦν δὲ ἀναγγελῶ ὑμῖν τί ἐγὼ ποιήσω τῷ ἀμπελῶνί μου· ἀφελῶ τὸν φραγμὸν αὐτοῦ καὶ ἔσται εἰς διαρπαγήν, καὶ καθελῶ τὸν τοῖχον αὐτοῦ καὶ ἔσται εἰς καταπάτημα·καὶ ἀνήσω τὸν ἀμπελῶνά μου καὶ οὐ τμηθῇ οὐδὲ μὴ σκαφῇ, καὶ ἀναβήσονται εἰς αὐτὸν ὡς εἰς χέρσον ἄκανθαι· καὶ ταῖς νεφέλαις ἐντελοῦμαι τοῦ μὴ βρέξαι εἰς αὐτὸν ὑετόν. ὁ γὰρ ἀμπελῶν Κυρίου σαβαὼθ οἶκος τοῦ Ἰσραήλ ἐστι καὶ ἄνθρωπος τοῦ Ἰούδα νεόφυτον ἠγαπημένον· ἔμεινα τοῦ ποιῆσαι κρίσιν, ἐποίησε δὲ ἀνομίαν καὶ οὐ δικαιοσύνην, ἀλλὰ κραυγήν», Ης 5:1-7.
[27] «ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, τοῖς πιστεύουσιν εἰς τὸ ὄνομα αὐτοῦ», Ιω 1:12.
[28] «Διὰ Σιὼν οὐ σιωπήσομαι καὶ διὰ Ἱερουσαλὴμ οὐκ ἀνήσω, ἕως ἂν ἐξέλθῃ ὡς φῶς ἡ δικαιοσύνη μου, τὸ δὲ σωτήριόν μου ὡς λαμπὰς καυθήσεται. καὶ ὄψονται ἔθνη τὴν δικαιοσύνην σου καὶ βασιλεῖς τὴν δόξαν σου, καὶ καλέσει σε τὸ ὄνομά σου τὸ καινόν, ὃ ὁ Κύριος ὀνομάσει αὐτό. καὶ ἔσῃ στέφανος κάλλους ἐν χειρὶ Κυρίου καὶ διάδημα βασιλείας ἐν χειρὶ Θεοῦ σου…σὺ γὰρ κληθήσεται Θέλημα ἐμόν, καὶ τῇ γῇ σου Οἰκουμένη, ὅτι εὐδόκησε Κύριος ἐν σοὶ καὶ ἡ γῆ σου συνοικισθήσεται…ὃν τρόπον εὐφρανθήσεται νυμφίος ἐπὶ νύμφῃ, οὕτως εὐφρανθήσεται Κύριος ἐπὶ σοί…ἐξάρατε σύσσημον εἰς τὰ ἔθνη…εἴπατε τῇ θυγατρὶ Σιών· ἰδοὺ ὁ σωτήρ σοι παραγέγονεν ἔχων τὸν ἑαυτοῦ μισθὸν καὶ τὸ ἔργον πρὸ προσώπου αὐτοῦ…καὶ καλέσει αὐτὸν λαὸν ἅγιον, λελυτρωμένον ὑπὸ Κυρίου· σὺ δὲ κληθήσῃ ἐπιζητουμένη πόλις καὶ οὐκ ἐγκαταλελειμμένη», Ης 62:1-12
[29] «Ταῦτα δὲ οὐκ ἔγνωσαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ τὸ πρῶτον, ἀλλ᾿ ὅτε ἐδοξάσθη ὁ Ἰησοῦς, τότε ἐμνήσθησαν ὅτι ταῦτα ἦν ἐπ᾿ αὐτῷ γεγραμμένα, καὶ ταῦτα ἐποίησαν αὐτῷ», 12:16.
[30] Ιεζ 43:1 και 44:2.
[31] Ε. Μαρκή, Η νεκρόπολη της Θεσσαλονίκης στους υστερορωμαϊκούς και παλαιοχριστιανικούς χρόνους, (Αθήνα: ΤΑΠ, 2006), 205-206.
[32] «Χαῖρε Πύλη μόνη, ἣν ὁ Λόγος, διώδευσε μόνος, ἡ μοχλούς, καὶ πύλας ᾍδου Δέσποινα, τῷ τόκῳ σου συντρίψασα· χαῖρε ἡ θεία εἴσοδος, τῶν σῳζομένων Πανύμνητε», Θεοτόκιον Ωδής Γ΄, Κανών Ακαθίστου Ύμνου.
[33] «πορευομένου δὲ αὐτοῦ ὑπεστρώννυον τὰ ἱμάτια αὐτῶν ἐν τῇ ὁδῷ», Λκ 19:36.
[34] «λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή· οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα εἰ μὴ δι᾿ ἐμοῦ», Ιω 14:6.
[35] Σ. Γερμανίδου, Το απεκδυόμενο παιδίο της Βαϊοφόρου: στοιχείο ρεαλισμού ή συμβολισμού;, PORPHYRA 23 (2015), 87, παρ. 241.
[36] Ε. Δ. Θεοδώρου, «Τὸ ὀδοιπορικὸν τῆς Αἰθερίας ἐξ ἐπόψεως Λειτουργικῆς», ΘΕΟΛΟΓΙΑ 61 (1990), 131-132.
[37] R. Milburn, Early Christian Art and Architecture (Berkeley & L. A.: University of California Press, 1991), 73.
[38] « ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον ἕνεκα τῶν ἐχθρῶν σου τοῦ καταλῦσαι ἐχθρὸν καὶ ἐκδικητήν», Ψλ 8:3.
[39] «Ἔγνω οὖν ὄχλος πολὺς ἐκ τῶν Ἰουδαίων ὅτι ἐκεῖ ἐστι, καὶ ἦλθον οὐ διὰ τὸν Ἰησοῦν μόνον, ἀλλ᾿ ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἴδωσιν ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν», Ιω 12:9.
[40] «οἱ μὲν οὖν συνελθόντες ἐπηρώτων αὐτὸν λέγοντες· Κύριε, εἰ ἐν τῷ χρόνῳ τούτῳ ἀποκαθιστάνεις τὴν βασιλείαν τῷ Ἰσραήλ;», Πρ 1:6.
[41] «δίκαιος ὡς φοῖνιξ ἀνθήσει, ὡσεὶ ἡ κέδρος ἡ ἐν τῷ Λιβάνῳ πληθυνθήσεται», Ψλ 91:13. Βλ. και «ἀνατελεῖ ὑμῖν τοῖς φοβουμένοις τὸ ὄνομά μου ἥλιος δικαιοσύνης καὶ ἴασις ἐν ταῖς πτέρυξιν αὐτοῦ, καὶ ἐξελεύσεσθε καὶ σκιρτήσετε ὡς μοσχάρια ἐκ δεσμῶν ἀνειμένα», Μαλ 4:2.
[42] «Φοῖβε ἄναξ, ὅτε μέν σε θεὰ τέκε πότνια Λητώ φοίνικος ῥαδινῇς χερσὶν ἐφαψαμένη ἀθανάτων κάλλιστον ἐπὶ τροχοειδέι λίμνῃ, πᾶσα μὲν ἐπλήσθη Δῆλος», Θεογνίς, Ἐλεγαίαι, 4-5.
[43] «ἐγγίζοντος δὲ αὐτοῦ ἤδη πρὸς τῇ καταβάσει τοῦ ὄρους τῶν ἐλαιῶν ἤρξατο ἅπαν τὸ πλῆθος τῶν μαθητῶν χαίροντες αἰνεῖν τὸν Θεὸν φωνῇ μεγάλῃ περὶ πασῶν ὧν εἶδον δυνάμεων λέγοντες· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος βασιλεὺς ἐν ὀνόματι Κυρίου· εἰρήνη ἐν οὐρανῷ καὶ δόξα ἐν ὑψίστοις. καί τινες τῶν Φαρισαίων ἀπὸ τοῦ ὄχλου εἶπον πρὸς αὐτόν· διδάσκαλε, ἐπιτίμησον τοῖς μαθηταῖς σου. καὶ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· λέγω ὑμῖν ὅτι ἐὰν οὗτοι σιωπήσωσιν, οἱ λίθοι κεκράξονται», Λκ 19:37-40. Βλ και «εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου», Ψλ 117:26.
[44] Λκ 19:41-44.
[45] «ἔγνω βοῦς τὸν κτησάμενον καὶ ὄνος τὴν φάτνην τοῦ κυρίου αὐτοῦ· Ἰσραὴλ δέ με οὐκ ἔγνω καὶ ὁ λαός με οὐ συνῆκεν», Ης 1:3.
[46] «Καὶ ἀπῆλθε Δαυὶδ καὶ οἱ ἄνδρες αὐτοῦ εἰς Ἱερουσαλὴμ πρὸς τὸν Ἰεβουσαῖον τὸν κατοικοῦντα τὴν γῆν. καὶ ἐῤῥέθη τῷ Δαυίδ· οὐκ εἰσελεύσῃ ὧδε, ὅτι ἀντέστησαν οἱ τυφλοὶ καὶ οἱ χωλοὶ λέγοντες ὅτι οὐκ εἰσελεύσεται Δαυὶδ ὧδε. Καὶ κατελάβετο Δαυὶδ τὴν περιοχὴν Σιὼν (αὕτη ἡ πόλις τοῦ Δαυίδ)», Β΄ Βασ 5:6-7.
[47] «καὶ ἰδοὺ δύο τυφλοὶ καθήμενοι παρὰ τὴν ὁδόν, ἀκούσαντες ὅτι Ἰησοῦς παράγει, ἔκραξαν λέγοντες· ἐλέησον ἡμᾶς, Κύριε, υἱὸς Δαυΐδ», Μτ 20:30 και εν γένει 20:29-34.
[48] «τετύφλωκεν αὐτῶν τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ πεπώρωκεν αὐτῶν τὴν καρδίαν, ἵνα μὴ ἴδωσι τοῖς ὀφθαλμοῖς καὶ νοήσωσι τῇ καρδίᾳ καὶ ἐπιστραφῶσι, καὶ ἰάσομαι αὐτούς», Ιω 12:40.
* Ο Κωνσταντίνος Κόττης είναι πτυχιούχος Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Ιεροψάλτης, Μεταπτυχιακός φοιτητής του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου, konstantinosoa@yahoo.gr.
Σημείωση από τΜτΒ: Ευχαριστίες στον συγγραφέα για την αποστολή για δημοσίευση.
Η Είσοδος του Χριστού στα Ιεροσόλυμα ή «Βαϊοφόρος» | Αποικία Ορεινών Μανιταριών (tomtb.com)
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ