ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΠΑΤΑΡΙΑΣ
ΑΔΑΜΙΤΗΣ ΛΑΥΡΙΟΥ. ΑΠΟ ΤΟ ΟΡΥΚΤΟ ΑΥΤΟ ΕΒΓΑΖΑΝ ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΟΝ ΨΕΥΔΑΡΓΥΡΟ.
ΤΟ ΟΡΥΚΤΟ ΑΔΑΜΙΤΗΣ ΤΟΥ ΛΑΥΡΙΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΕΤΑΛΛΕΥΜΑ ΨΕΥΔΑΡΓΥΡΟΥ.
Ο αδαμίτης (αγγλικά: adamite) είναι αρσενικικό ορυκτό του ψευδαργύρου. Το όνομα του αποδόθηκε προς τιμήν του Γάλλου ορυκτολόγου Ζιλμπέρ Ζοζέφ Αντάμ (Gilbert Joseph Adam, 1795-1881). Πολύ όμορφα δείγματά του ανευρίσκονται στα μεταλλεία Λαυρίου στην περιοχή Καμάριζα.
Αδαμίτης: ένα μετάλλευμα ψευδαργύρου.
Αν και δεν είναι πολύ πλούσιο ορυκτό, συνήθως συνοδεύεται από αποθέματα ψευδαργύρου. Στην πραγματικότητα, αυτό το ορυκτό μπορεί να θεωρηθεί δευτερεύον μετάλλευμα ψευδαργύρου.
ΑΔΑΜΙΤΗΣ : ΟΡΥΚΤΟΝ ΣΠΑΝΙΟΝ, ΕΝΥΔΡΟΣ ΑΡΣΕΝΙΚΟΣ ΨΕΥΔΑΡΓΥΡΟΣ, ΕΙΣ ΡΟΜΒΙΚΟΥΣ ΚΡΥΣΤΑΛΛΟΥΣ, ΕΥΡΙΣΚΟΜΕΝΟΣ ΣΥΧΝΑ ΕΝ ΛΑΥΡΙΩ.(Λεξικό Ελευθερουδάκη). Για τη εξαγωγή του αργύρου από το μετάλλευμα Αδαμίτη, χρειάζεται κατά την επεξεργασία του υποχρεωτικά και ο ψευδάργυρος. Εξάλλου είναι γεγονός ότι στην επαναλειτουργία του ορυχείου στο τέλος του 19ου αιώνα από τον Σερπιέρι και αργότερα από την Γαλλική Εταιρία Λαυρίου, η λειτουργία του βασίσθηκε στις πλούσιες ποσότητες σε μολύβι, σε ψευδάργυρο και σε άργυρο που περιείχαν τα αρχαία «απόβλητα» από την επεξεργασία για την εξαγωγή του αργύρου. Άλλο σημείο της Ελλάδας όπου βρίσκεται ο ψευδάργυρος είναι η ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ της Χαλκιδικής.
Από τα 5.470 είδη ορυκτών που έχουν μέχρι σήμερα καταγραφεί στη γη
(τα 5.237 αναγνωρίζονται επίσημα από την Διεθνή Ορυκτολογική
Ενωση (ΙΜΑ), ΙΜΑ Mineral List, Μάρτιος 2017)
περίπου 700 προέρχονται από την περιοχή του Λαυρίου. Κάθε χρόνο
ανακαλύπτονται και νέα ορυκτά από την περιοχή της Λαυρεωτικής τα
οποία αναγνωρίζονται διεθνώς από την ΙΜΑ ως παγκοσμίως πρωτότυπα
ορυκτά. Έτσι η Λαυρεωτική κατατάσσεται μεταξύ των πρώτων περιοχών στον
πλανήτη σε αριθμό καταγεγραμμένων ορυκτών.
Τα ορυκτά του Λαυρίου, σε όποιο μουσείο του κόσμου κι αν ευρίσκονται, αποτελούν σημαντικό τμήμα της Παγκόσμιας Ορυκτολογικής και γεωλογικής Κληρονομιάς.
Ο ψευδάργυρος (Zn) είναι ένα άφθονο μέταλλο, που βρίσκεται στο φλοιό της Γης, με πολλές βιομηχανικές και βιολογικές χρήσεις. Σε θερμοκρασία δωματίου, ο ψευδάργυρος είναι εύθραυστος και μπλε-λευκό χρώμα, αλλά μπορεί να γυαλιστεί σε φωτεινό φινίρισμα.
Φυσικές ιδιότητες
Αντοχή: Ο ψευδάργυρος είναι ένα αδύναμο μέταλλο με λιγότερο από το ήμισυ της αντοχής εφελκυσμού του μαλακού άνθρακα. Γενικά δεν χρησιμοποιείται σε φέροντες εφαρμογές, αν και φθηνά μηχανικά μέρη μπορούν να χυτευθούν από ψευδάργυρο.
Ανθεκτικότητα: Ο καθαρός ψευδάργυρος έχει χαμηλή αντοχή και είναι γενικά εύθραυστος, αλλά τα κράματα ψευδαργύρου έχουν γενικά υψηλή αντοχή σε κρούση σε σύγκριση με άλλα κράματα χύτευσης.
Ολκιμότητα: Μεταξύ 212 και 302 βαθμών Φαρενάιτ, ο ψευδάργυρος γίνεται όλκιμος και ελατός , αλλά σε υψηλές θερμοκρασίες, επανέρχεται σε εύθραυστη κατάσταση. Τα κράματα ψευδαργύρου βελτιώνονται σημαντικά σε αυτήν την ιδιότητα έναντι του καθαρού μετάλλου, επιτρέποντας τη χρήση πιο σύνθετων μεθόδων κατασκευής.
Αγωγιμότητα: Η αγωγιμότητα του ψευδάργυρου είναι μέτρια για ένα μέταλλο. Οι ισχυρές ηλεκτροχημικές του ιδιότητες, ωστόσο, εξυπηρετούν καλά σε αλκαλικές μπαταρίες και κατά τη διαδικασία γαλβανισμού.
Παρ’ όλο που διαθέτουμε το μεγαλόπρεπο όνομα, σε καθαρή
ελληνική γλώσσα, «ψευδάργυρος», για το στοιχείο αυτό, πιο πολύ έχει επικρατήσει
στην καθημερινή γλώσσα η λέξη «τσίγκος». Προφανώς από το γερμανικό «Zink»
(=τσινκ). Που κι αυτό με τη σειρά του έρχεται από αρχαιότερες γερμανικές λέξεις
με παραπλήσιο ήχο, που δήλωναν κάτι με προεξοχές, για να φθάσει, όποιος το
ψάχνει περισσότερο, σε μια πρωτο-ινδοευρωπαϊκή ρίζα, που θυμίζει στον ήχο και
το δικό μας «δόντι».
Παγκοσμίως, η εξόρυξη του ορυκτού ψευδαργύρου, κυρίως με τη μορφή θειούχου ψευδαργύρου (σφαλερίτης), φθάνει στα 11 εκατομμύρια τόνους περίπου τον χρόνο, με πρώτο παραγωγό σε ποσότητα την Κίνα ενώ ακολουθούν Αυστραλία, Περού, Ηνωμένες Πολιτείες, Καναδάς. Από αυτά προκύπτει το μέταλλο όταν θερμάνουμε, οπότε περνάει ο σφαλερίτης σε οξείδιο του ψευδαργύρου και με την παρουσία άνθρακα (σε μορφή κοκ και θέρμανση σε αδρανή ατμόσφαιρα για να μην οξειδωθεί) βγαίνει καθαρός ο ψευδάργυρος.
Η ιστορία του ψευδαργύρου
Τα τεχνητά προϊόντα κράματος ψευδαργύρου χρονολογούνται αξιόπιστα από το 500 π.Χ. και ο ψευδάργυρος προστέθηκε αρχικά σκόπιμα στον χαλκό για να σχηματίσει ορείχαλκο περίπου 200-300 π.Χ.
Ορείχαλκος συμπλήρωσε χάλκινο κατά τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στην κατασκευή νομισμάτων, όπλων και τέχνης. Ο ορείχαλκος παρέμεινε η κύρια χρήση του ψευδαργύρου μέχρι το 1746 όταν ο Andreas Sigismund Marggraf τεκμηρίωσε προσεκτικά τη διαδικασία απομόνωσης του καθαρού στοιχείου. Ενώ ο ψευδάργυρος είχε προηγουμένως απομονωθεί σε άλλα μέρη του κόσμου, η λεπτομερής περιγραφή του βοήθησε τον ψευδάργυρο να διατίθεται στο εμπόριο σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Η Alessandro Volta δημιούργησε την πρώτη μπαταρία το 1800 χρησιμοποιώντας πλάκες χαλκού και ψευδαργύρου, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή ηλεκτρικών γνώσεων. Μέχρι το 1837, ο Stanislas Sorel είχε ονομάσει τη νέα του διαδικασία «γαλβανισμού» από ψευδάργυρο μετά από τον Luigi Galvani, ο οποίος είχε ανακαλύψει το κινούμενο αποτέλεσμα της ηλεκτρικής ενέργειας κατά την αυτοψία των βατράχων. Ο γαλβανισμός, μια μορφή καθοδικής προστασίας, μπορεί να προστατεύσει μια μεγάλη ποικιλία μετάλλων. Είναι τώρα η κύρια βιομηχανική εφαρμογή καθαρού ψευδαργύρου.
Ισως η
αρχαιότερη αναφορά στην επιψευδαργύρωση μπορεί να βρεθεί σε
μια
Βαβυλωνιακή επιγραφή του 3oυ αιώνα, στην οποία αναφέρεται η χρήση του
ψευδαργύρου
ως μια φθηνή λύση για την προστασία του σιδήρου ή του χάλυβα.
Παρά το
γεγονός ότι έχουν βρεθεί αξιόλογες ποσότητες ψευδαργύρου σε
αρχαιολογικά
ευρήματα, καμία αναφορά του εν λόγω μετάλλου δεν εμφανίζεται
σε αρχαίες
Ελληνικές ή Ρωμαϊκές γραφές. Η πρώτη εμπορική πηγή
ψευδαργύρου
ήταν η Kίνα και η Ινδία. Τον 16 ° αιώνα
εισάγονταν στην Ευρώπη
μεγάλες
ποσότητες ψευδαργύρου από την Kiva και πέρασε σχεδόν ένας αιώνας
μέχρι να αρχίσει
η παραγωγή ψευδαργύρου σαν παραπρόίόν στα μεταλλεία
μολύβδου της
κεντροανατολικής Ευρώπης. Η μεγάλη αντοχή του ψευδαργύρου
στη διάβρωση
δεν αξιοποιήθηκε για περίπου δύο αιώνες. To 1741, ο Γάλλος
χημικός
Melonin για πρώτη φορά πραγματοποίησε πειράματα θερμής
εμβάπτισης
σε ψευδάργυρο. Η πρώτη ηλεκτροαπόθεση ψευδαργύρου έγινε τo
1800, την
ίδια χρονιά που ο Alessandro Volta ανακάλυψε το βολταϊκό
στοιχείο. 0
Γερμανός Johann Wilhelm Ritter χρησιμοποίησε την μπαταρία του
Volta για να
αποθέσει ψευδάργυρο σε ψευδάργυρο και χάλυβα.
Παρά τη σχετική αφθονία του το μέταλλο αυτό δεν έγινε δυνατόν να απομονωθεί σε καθαρή μορφή, τουλάχιστον σε αξιόλογες ποσότητες πριν από τον 13ο μ.Χ. αιώνα και μάλιστα στην Ινδία, ενώ στην Ευρώπη μόλις κατά τον 16ο αιώνα μ.Χ. Ωστόσο κράματα του μετάλλου κυρίως με χαλκό ήταν γνωστά από παλιά, κυρίως ο ορείχαλκος για τον οποίο οι Έλληνες εργάστηκαν εντατικά ώστε να αντικαταστήσει τον μπρούτζο.
Οπωσδήποτε θα είχε προκύψει ως παραπροϊόν διαδικασιών μεταλλουργίας θειούχων ορυκτών άλλων μετάλλων, επειδή η κύρια μορφή στην οποία απαντάται είναι το θειούχο ορυκτό του ο σφαλερίτης. Για τους αρχαίους Έλληνες το όνομα με το οποίο ήταν γνωστό το μέταλλο, τουλάχιστον στην εποχή του Στράβωνα, ήταν ψευδάργυρος, εξαιτίας του έντονου αστραφτερού χρώματός του όταν το μέταλλο είναι καθαρό.
Το όνομα για το στοιχείο δόθηκε από τον Paracelsus στον οποίο αποδίδεται και η ανακάλυψη πως πρόκειται για ένα νέο στοιχείο κι όχι μορφή κάποιου γνωστού μετάλλου. Το όνομα zincum μάλλον προκύπτει από τη Γερμανική λέξη zinke που αποδίδει το αιχμηρό της υφής του μετάλλου όταν αποτίθεται στα τοιχώματα του καμινιού παραγωγής του. Αυτό το φαινόμενο το είχε παρατηρήσει και περιγράψει ήδη ο Agricola στα 1546.
Το 2015 βρέθηκαν ράβδοι μετάλλου σε ένα αρχαίο ναυάγιο στη Γέλα της Σικελίας, όπου είχαν φτιαχτεί από ένα κράμα που αποτελείτο κυρίως από 80% χαλκό, 20% ψευδάργυρο και μικρές ποσοτήτες νικελίου, μολύβδου και σιδήρου.
Το 2015 ανακαλύφθηκαν 39 ράβδοι, που πιστεύεται πως είναι από ορείχαλκον, σε ένα βυθισμένο πλοίο στις ακτές της Γέλας στη Σικελία, οι οποίες χρονολογούνται με επιφύλαξη ότι είναι 2600 ετών. Αναλύθηκαν με φθοριούχες ακτίνες-Χ από τον Ντάριο Πανέττα των Τεχνολογιών & Ποιότητας και αποδείχθηκε ότι ήταν κράμα 75-80 % χαλκού, 15-20 % ψευδάργυρου και μικρότερων ποσοστών νικελίου, μολύβδου και σιδήρου.
Το ορείχαλκον αναφέρεται για πρώτη φορά τον 7ο αι. από τον Ησίοδο και σε έναν Ομηρικό ύμνο αφιερωμένο στην Αφροδίτη, που χρονολογείται στη δεκαετία του 630 π.Χ.
Σύμφωνα με τον Κριτία του Πλάτωνα, οι τρείς εξωτερικοί τοίχοι τού ναού τού Ποσειδώνα και της Κλειτούς στην Ατλαντίδα ήταν καλυμμένοι αντίστοιχα με μπρούντζο, κασσίτερο και ο 3ος τείχος, που περιέκλειε όλη την ακρόπολη "έλαμπε από το κόκκινο χρώμα του ορείχαλκον". Οι εσωτερικοί τοίχοι, οι κίονες και τα δάπεδα τού ναού ήταν πλήρως καλυμμένα με ορείχαλκον, με επάνω τους χαραγμένους τους νόμους τού Ποσειδώνα και εγγραφές των πρώτων γιών-πριγκίπων του Ποσειδώνα" (Κριτίας 116-119).
Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος αναφέρει πως το ορείχαλκον ήταν χαμένο νόμισμα, καθώς τα μεταλλεία είχαν εξαντληθεί. Ο Ψευδο-Αριστοτέλης, στο έργο Περί Θαυμασίων Ακουσμάτων (62), περιγράφει έναν τύπο χαλκού, που είναι "πολύ λαμπερός και λευκός, όχι επειδή υπάρχει κασσίτερος ανακατεμένος με αυτό, αλλά επειδή λίγη γη συνδυάστηκε και έλιωσε με αυτό". Αυτό μπορεί να είναι μία αναφορά στο ορείχαλκον, που λαμβάνεται κατά το λιώσιμο του χαλκού με την προσθήκη καδμείας γης, ένα είδος γης που πιο πριν είχε βρεθεί στις ακτές του Εύξεινου Πόντου και που θεωρείται ότι είναι οξείδιο του ψευδαργύρου.
ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΠΩΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΖΑΝ ΤΟΝ ΨΕΥΔΑΡΓΥΡΟ ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ
Σύγγραμμα Περιοδικόν - Έτος Ε΄ - Σελίδα 55 - Αποτέλεσμα Google Books
https://books.google.gr › books
Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως · 2015 · Literary Collections
μίνης, ήν οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι έγνώριζαν (1) και έχρώντο έν πλείστας ... τις αποδείξαι ότι ο ψευδάργυρος ήν γνωστός αυτούς έν καταστάσει μετάλλου, ...
Lexikon tēs Hellēnikēs archaiologias: syngraphen men hypo ...
https://books.google.gr › books
William Smith · 1860
Στέφανος ο οι αρχαίοι Ελληνες εγνώριζον , και Βυζάντιος μνημονεύων τούτου λέγει και ... ψευδάργυρος και περί τον Tμώ- γραφήν ο αριθμός των μετοίκων εν λον .
Π Α Ν Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ι Ο Ι Ω Α Ν Ν Ι Ν Ω Ν
ΤΜΗΜΑ ΧΗΜΕΙΑΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ Μ. ΤΣΑΓΚΑΡΗΣ
ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ
Η π ρ ω τ ο χ η μ ε ί α τω ν α
ρ χ α ί ω ν Ε λ λ ή ν ω ν
κ α ι τ ω ν Β
υ ζ α ν τ ι ν ώ ν
ΨΕΥΔΑΡΓΥΡΟΣ ΚΑΙ ΜΠΑΤΑΡΙΑ
Μεταξύ δύο σε επαφή ανόμοιων μετάλλων που βρίσκονται σε διαβρωτικό ή γενικά αγώγιμο περιβάλλον υφίσταται διαφορά δυναμικού που προκαλεί ροή ηλεκτρονίων στο σύστημά τους. Αυτό συνεπάγεται την αύξηση της ταχύτητας διάβρωσης του λιγότερο ανθεκτικού στη διάβρωση μετάλλου (άνοδος, θυσιαζόμενο ηλεκτρόδιο) και την ελάττωση της ταχύτητας διάβρωσης του περισσότερο ανθεκτικού (κάθοδος).
Ο ψευδάργυρος, έχοντας σταθερό ηλεκτροδιακό δυναμικό ( −0.76 βολτ), χρησιμοποιείται ως υλικό ανόδων για τις μπαταρίες. (το λίθιο που είναι περισσότερο δραστικό χρησιμοποιείται για τις ανόδους στις μπαταρίες λιθίου). Ο κονιοποιημένος ψευδάργυρος χρησιμοποιείται κατά αυτόν τον τρόπο στις αλκαλικές μπαταρίες και τα φύλλα του μεταλλικού ψευδαργύρου διαμορφώνουν τις περιπτώσεις για την άνοδο και λειτουργούν ως άνοδοι στις μπαταρίες ψευδαργύρου-άνθρακα.
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου