«Οι Εβραίοι εκαλλιέργησαν τη γη της πίστης. Οι Έλληνες εκαλλιέργησαν τη γη
της γνώσης.
Οι εβραίοι ήσαν δήμιοι, οι έλληνες ήταν οι δικαστές.
Οι εβραίοι ήσαν αδίσταχτοι, οι έλληνες ήσαν ευγενικοί.
Για αυτό και νίκησαν οι εβραίοι τους έλληνες.
Εχρησιμοποίησαν σαν όπλο τους βέβαια το χριστιανισμό, ένα νόθο και μυσαρό
παρασάρκωμα του σώματος τους, από τους ίδιους απόβλητο, και αφάνισαν
την ωραία Ελλάδα.
Ότι δεν εκατάφερε η ανδρεία, το κατάφερε ο δόλος».
Λιαντίνης.
"Ὁ μὲν γὰρ Ἑλληνισμὸς πανταχοῦ τῆς γῆς ἐκταθεὶς καὶ τὰς ἁπάντων ἀνθρώπων ψυχὰς κατασχὼν οὕτως ὕστερον μετὰ τὴν τοσαύτην ἰσχὺν καὶ τὴν ἐπίδοσιν ὑπὸ τῆς τοῦ Χριστοῦ κατελύθη δυνάμεως".
(Χρυσοστόμος, Λόγος εις τον Μακάριον Βαβύλα και κατά Ιουλιανού, ή κατά Ελλήνων)
ΑΠΟ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
Ο Δημήτρης Λιαντίνης (γεννημένος ως Δημήτρης Νικολακάκος, 23 Ιουλίου 1942 - εξαφανίστηκε την 1η Ιουνίου 1998) ήταν Έλληνας πανεπιστημιακός, φιλόσοφος, ποιητής, συγγραφέας και μεταφραστής. Υπήρξε αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συγγραφέας εννέα βιβλίων με φιλοσοφικό και παιδαγωγικό περιεχόμενο. Ήταν λάτρης της Αρχαίας Ελλάδας και της πνευματικής και πολιτιστικής κληρονομιάς της, για τη μελέτη της οποίας αφιέρωσε όλη του την ζωή. Έγραψε για διάφορα θέματα όπως την ηθική, την ζωή και τον θάνατο και την σχέση της Ορθοδοξίας και Ελληνισμού. Το τελευταίο του και πιο σημαδιακό σύγγραμμα, το Γκέμα, έχει μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες. Εστίασε στην ανάγκη να ενταχθούν τα αρχαία ελληνικά ήθη και έθιμα στο σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα καθώς και στην καθημερινή ζωή των Ελλήνων, ενώ άσκησε κριτική στην φθίνουσα ανθρωπιστική πορεία του Δυτικού πολιτισμού. Στο ευρύ κοινό έγινε κυρίως γνωστός το 1998, σε ηλικία των 56 ετών, όταν και η υπόθεση της εξαφάνισής του απασχόλησε την κοινή γνώμη. Τελικά τα οστά του βρέθηκαν 7 χρόνια μετά, στις 6 Ιουνίου 2005, σε μία σπηλιά κοντά στην κορυφή του Ταϋγέτου.
Η ζωή του
Γεννήθηκε στις 23 Ιουλίου του 1942 στην Λιαντίνα Λακωνίας τής κοινότητα Πολοβίτσας. Το επώνυμό του ήταν Νικολακάκος, το οποίο άλλαξε σε Λιαντίνης καθώς ο τόπος καταγωγής του είναι το χωριό Λιαντίνα της Λακωνίας. Τελείωσε το εξατάξιο γυμνάσιο της Σπάρτης. Το 1966 αποφοίτησε από το Τμήμα Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών. Σπούδασε κλασσικές γνώσεις και ανθρωπολογία. Από το 1968 μέχρι το 1970 υπηρέτησε ως φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση στους Μολάους Λακωνίας. Τον Οκτώβριο του 1970 μετέβη στο Μόναχο, όπου παρέμεινε μέχρι το 1972 και σπούδασε τη γερμανική γλώσσα, διδάσκοντας συγχρόνως ως φιλόλογος στο ιδιωτικό ελληνικό σχολείο της Otto Gesellschaft του Μονάχου. Παράλληλα μελετά αδιάκοπα τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, ενώ υπήρξε και μέλος του σωματείου «Οδύσσεια», που υποστήριζε την καύση των νεκρών. Από το 1973 μέχρι το 1974 υπηρέτησε εκ νέου στη Μέση Εκπαίδευση στις Θεσπιές Βοιωτίας και το 1974-75 στο Γυμνάσιο Αρρένων στη Θήβα. Το 1975 διορίστηκε βοηθός στο Εργαστήριο Παιδαγωγικής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1978 έγινε Διδάκτωρ με βαθμό «άριστα» και θέμα της διδακτορικής διατριβής: «Η παρουσία του ελληνικού πνεύματος στις ελεγείες του Duino του Ράινερ Μαρία Ρίλκε».
Υπήρξε από το 1975 μέχρι το 1998 βοηθός, επιμελητής, λέκτορας, επίκουρος καθηγητής και αναπληρωτής καθηγητής της Φιλοσοφίας της Aγωγής και της Διδακτικής των ελληνικών μαθημάτων στον Τομέα Παιδαγωγικής του Τμήματος Φ.Π.Ψ. του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1978-79 με εκπαιδευτική άδεια παρακολούθησε στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης φιλοσοφία και συγχρόνως δίδασκε σε εντεταγμένο ελληνικό σχολείο στο Λουντβιχσχάφεν. Εκτός του Πανεπιστημίου στην Ελλάδα δίδαξε στο Μαράσλειο Διδασκαλείο στη Μετεκπαίδευση των δασκάλων, σε διάφορα ΠΕΚ και στη Σχολή της Αστυνομίας.
Ήταν συγγραφέας εννέα βιβλίων με φιλοσοφικό και παιδαγωγικό περιεχόμενο. Επίσης απέδωσε στην ελληνική το «Ίδε ο Άνθρωπος» του Νίτσε.
Το 1973 παντρεύτηκε την καθηγήτρια θεολογίας, Νικολίτσα Γεωργοπούλου. Από το γάμο τους απέκτησαν μια κόρη.
Ο θάνατός του
Την 1η Ιουνίου 1998 ο Λιαντίνης εξαφανίστηκε αφήνοντας γράμμα προς την κόρη του, στο οποίο δήλωνε πως είχε αποφασίσει «να αφανισθεί αυτοθέλητα», όπως χαρακτηριστικά έγραφε. Η υπόθεση της εξαφάνισής του απασχόλησε την κοινή γνώμη, λόγω ιδιαίτερης προβολής από τα ΜΜΕ. Στις 6 Ιουλίου του 2005, ο συγγενής του Παναγιώτης Νικολακάκος, ο οποίος ήταν ο μόνος που γνώριζε το σημείο θανάτου του, οδήγησε την κόρη του Λιαντίνη σε μία σπηλιά του Ταϋγέτου, όπου μέσα κείτονταν ο ίδιος. Αργότερα ο αδερφός του, Γιώργος Νικολακάκος, αποκάλυψε ότι ο Λιαντίνης είχε δώσει ακριβείς οδηγίες για πότε να αποκαλυφθεί το μέρος που βρισκόταν. Όπως έγραψε στο τελευταίο γράμμα στην κόρη του, είχε προετοιμάσει αυτή τη στιγμή βήμα-βήμα μια ολόκληρη ζωή.
Μετά την ανεύρεση του σκελετού, έγιναν ιατροδικαστικές εξετάσεις που κατέληξαν ότι ο νεκρός ήταν ο Λιαντίνης. Όμως άφησαν αναπάντητο το πώς πέθανε, δεδομένου ότι δεν ανευρέθη στις τοξικολογικές εξετάσεις κάποια ουσία που να επιφέρει τον θάνατο. Άγνωστη είναι και η ακριβής ημερομηνία του θανάτου. Ωστόσο θεωρείται βέβαιο ότι πέθανε τις πρώτες μέρες του Ιουνίου του 1998. Παρότι η επιθυμία του ίδιου ήταν αν βρεθούν τα οστά του να μείνουν στον Ταΰγετο, τελικά ενταφιάστηκαν στις 20 Αυγούστου 2005 στο νεκροταφείο των Κεχρεών Κορινθίας.
Το γράμμα
Ο Λιαντίνης άφησε ένα αποχαιρετιστήριο γράμμα στην κόρη του, Διοτίμα, με αναφορές στην τελευταία πράξη του:
Διοτίμα μου,
Φεύγω αυτοθέλητα. Αφανίζομαι όρθιος, στιβαρός και περήφανος. Ετοίμασα τούτη την
ώρα βήμα- βήμα ολόκληρη τη ζωή μου, που υπήρξε πολλά πράγματα, αλλά πάνω από
όλα εστάθηκε μια προσεκτική μελέτη θανάτου. Τώρα που ανοίγω τα χέρια μου και
μέσα τους συντρίβω τον κόσμο, είμαι κατάφορτος με αισθήματα επιδοκιμασίας και
κατάφασης.
Πεθαίνω υγιής στο σώμα και στο μυαλό, όσο καθαρό είναι το νωπό χιόνι στα όρη
και το επεξεργασμένο γαλάζιο διαμάντι.
Να ζήσεις απλά, σεμνόπρεπα, και τίμια, όπως σε δίδαξα. Να θυμάσαι ότι έρχουνται
χαλεποί καιροί για τις νέες γενεές. Και είναι άδικο και μεγάλο παράξενο να
χαρίζεται τέτοιο το δώρο της ζωής στους ανθρώπους, και οι πλείστοι να ζούνε
μέσα στη ζάλη αυτού του αστείου παραλογισμού.
Η τελευταία μου πράξη έχει το νόημα της διαμαρτύρησης για το κακό που
ετοιμάζουμε εμείς οι ενήλικοι στις αθώες νέες γενεές που έρχουνται. Ζούμε τη
ζωή μας τρώγοντας τις σάρκες τους. Ένα κακό αβυσσαλέο στη φρίκη του. Η λύπη
μου γι' αυτό το έγκλημα με σκοτώνει.
Να φροντίσεις να κλείσεις με τα χέρια σου τα μάτια της γιαγιάς Πολυτίμης, όταν
πεθάνει. Αγάπησα πολλούς ανθρώπους. Αλλά περισσότερο τρεις. Το φίλο μου Αντώνη
Δανασσή, τον αδερφοποιτό μου Δημήτρη Τρομπουκη, και τον Παναγιώταρο το συγγενή
μου, γιο και πατέρα του Ηρακλή.
Κάποια στοιχεία από το αρχείο μου το κρατά ως ιδιοκτησία ο Ηλίας
Αναγνώστου.
Να αγαπάς τη μανούλα ως την τελευταία της ώρα. Υπήρξε ένας υπέροχος άνθρωπος
για μένα, για σένα, και για τους άλλους. Όμως γεννήθηκε με μοίρα. Γιατί της
ορίστηκε το σπάνιο, να λάβει σύντροφο στη ζωή της όχι απλά έναν άντρα, αλλά τον
ποταμό και τον άνεμο. Το γράμμα του αποχαιρετισμού που της έγραψα το παίρνω
μαζί μου.
Σας αφήνω εσένα, τη μανούλα και το Διγενή, το σπίτι μου δηλαδή, που του στάθηκα
στύλος και στέμμα, Γκέμμα πες, σε υψηλούς βαθμούς ποιότητας και τάξης. Στην μεγαλύτερη
δυνατή αρνητική εντροπία. Να σώζετε αυτή τη σωφροσύνη και αυτή την τιμή. Θα
δοκιμάσω να πορευτώ τον ακριβό θάνατο του Οιδίποδα. Αν όμως δεν αντέξω να υψωθώ
στην ανδρεία που αξιώνει αυτός ο τρόπος, και ευρεθεί ο νεκρός μου σε τόπο όχι
ασφαλή, να φροντίσεις με τη μανούλα και το Διγενή, να τον κάψετε σε ένα
αποτεφρωτήριο της Ευρώπης
Έζησα έρημος και ισχυρός.
Λιαντίνης
Τη μέρα που θα πέσω έδωσα εντολή να στεφανωθούν οι μορφές Σολωμού στη Ζάκυνθο
κ' Λυκούργου στη Σπάρτη.
Εργογραφία
- Έξυπνον Ενύπνιον (1977): Ερμηνεύει φιλοσοφικά και σε σχέση με την αρχαία Ελλάδα τις ελεγείες του Ντούινο του Ρίλκε. Το βιβλίο με μικρές διαφοροποιήσεις αποτελεί απόδοση στη δημοτική της διδακτορικής του διατριβής (που ήταν σε καθαρεύουσα) με τον τίτλο "Η παρουσία του ελληνικού πνεύματος στις ελεγείες του Duino του R. M. Rilke".
- Χάσμα σεισμού (1977): Ερμηνεύει φιλοσοφικά το έργο του Σολωμού. Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών το 1978.
- Ίδε ο άνθρωπος (1979) του Νίτσε: Απόδοση στην ελληνική με προλόγισμα (ο Λιαντίνης αναφερόμενος στη μεταφραστική του εργασία χρησιμοποιεί το ρήμα "ελλήνισε").
- Ο Νηφομανής (1982): Αναλύεται η ποίηση του Γιώργου Σεφέρη με φιλοσοφικές συντεταγμένες.
- Homo educandus (1984): Διαπραγματεύεται την φιλοσοφία της αγωγής.
- Πολυχρόνιο (1987): Εξετάζει τη φιλοσοφία της στοάς και την επίδρασή της στην πολιτική παιδαγωγική της Ρώμης.
- Διδακτική (1989): Παιδαγωγικό εγχειρίδιο αρχών και μεθόδων της διδακτικής, προορισμένο για τους φοιτητές.
- Τα Ελληνικά (1992): Αναφέρεται στη διδακτική των νέων και των αρχαίων ελληνικών, κυρίως της λογοτεχνίας (με κριτήρια για την αποτίμηση του ποιητικού έργου), και προορίζεται για εκπαιδευτικούς. Περιέχει ενδεικτικό κατάλογο κειμένων τα οποία πρέπει να κατέχει ο εκπαιδευτικός για προσωπική του κατάρτιση.
- Γκέμμα (1997): Περιέχει 16 αυτόνομα κεφάλαια με κυρίαρχα ζητήματα το περί Θεού ερώτημα, τη συνείδηση του "ελληνοέλληνα" και το πρόβλημα του θανάτου στη σύζευξή του με τον έρωτα.
Έργα που εκδόθηκαν μετά θάνατον από τους κληρονόμους του:
- Οι ώρες των άστρων (2006) - Ποιητική συλλογή που εκδόθηκε από τη σύζυγό του με Προλόγισμα της ίδιας.
Liantinis.org
Liantinis.gr - Αρχική
Πηγή: xorisorianews.gr
Κατά καιρούς, εμφανίζονται στο
προσκήνιο της ιστορίας ορισμένοι άνθρωποι που περιβάλλονται από μια
ιδιαίτερη αίγλη, οντότητες ξεχωριστές, δυσνόητες για το περιβάλλον και
την εποχή τους. Έρχονται να αφήσουν ένα λιθαράκι, να εκφράσουν μια
διαμαρτυρία και ύστερα αποχωρούν έτσι ξαφνικά όπως εμφανίστηκαν.
Συμβαίνει αυτό με τους αξιοσημείωτους ανθρώπους. Και φαίνεται πως και η
ίδια η ιστορία (είτε μιλάμε για την ιστορία της διανόησης, της τέχνης,
του πολιτισμού, είτε για την ιστορία του κόσμου γενικά) χρειάζεται τα
άτομα αυτά που έρχονται να αναταράξουν τα λιμνάζοντα νερά της και ύστερα
να χαθούν, αφήνοντας όλους εμάς πίσω τους προβληματισμένους.
Ένα τέτοιο παράδειγμα ανθρώπου αποτελεί και ο καθηγητής Δημήτρης
Λιαντίνης, που με αφορμή την παράξενη εξαφάνιση του πριν κάποια χρόνια,
έστρεψε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης αλλά και αρκετών στοχαστών και
ερευνητών σε ένα ιερό βουνό των Ελλήνων, τον Ταΰγετο, και ακόμη παραπέρα
σε θέματα ζωής και θανάτου.
Ο Δημήτρης Λιαντίνης γεννήθηκε στη Λιαντίνα της Λακωνίας στις 23 Ιουλίου
του 1942, την ίδια ημερομηνία που είχε γεννηθεί και ο Μέγας Αλέξανδρος,
γεγονός για το οποίο περηφανευόταν συχνά. Το πραγματικό του επώνυμο
ήταν Νικολακάκος, το άλλαξε όμως σε ηλικία 35 χρόνων για λόγους
αισθητικούς και ποιητικούς.
Από τα μαθητικά του χρόνια έδειξε μια ιδιαίτερη αγάπη και κλήση στην
ελληνική φιλοσοφία και ποίηση. Το 1966, τελειώνει τη Φιλοσοφική Σχολή
Αθηνών και στη συνέχεια κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στο Μόναχο της
Γερμανίας. Παράλληλα μελετά αδιάκοπα τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, ενώ
υπήρξε και μέλος του σωματείου «Οδύσσεια», που υποστήριζε την καύση των
νεκρών, σύμφωνα με τα πρότυπα της αρχαιότητας.
Ο μεγάλος του έρωτας όμως ήταν η Φύση. Λάτρευε τους περιπάτους στα βουνά
και τα δάση της Λακωνίας και πιο πολύ από όλα λάτρευε τον Ταΰγετο, όπου
ανέβαινε συχνά για να ατενίσει τους ορίζοντες ή να πέσει σε βαθιά
περισυλλογή. Πολλές φορές καθόταν κάτω από τη σκιά ενός δέντρου και
χανόταν στις σελίδες των βιβλίων και των σημειώσεών του. «Να σέβεσαι ένα
δέντρο περισσότερο από ένα βιβλίο» γράφει σε κάποιο σημείο του βιβλίου
του Homo Educandus. Έτσι ήταν ο ίδιος. Αγαπούσε τα δέντρα, τους
μοναχικούς περιπάτους, την ηρεμία και τη γαλήνη, τη γνώση, την αλήθεια…
Την ίδια τη ζωή. Και γι’ αυτό ίσως έφτασε στο σημείο να γίνει ένας
αρνητής του θανάτου.
Όλη του η ζωή υπήρξε μια σπουδή πάνω στην αλήθεια και τη
γνώση. Συνέγραψε οχτώ βιβλία, πραγματοποίησε αναρίθμητες διαλέξεις και
ομιλίες, ταξίδεψε, ερωτεύτηκε και στο τέλος αποχώρησε περήφανα,
επιλέγοντας ο ίδιος τον τρόπο και τη στιγμή. Μάλιστα φαίνεται ότι από
πολύ νωρίς είχε συνειδητοποιήσει το αναπόδραστο από τα δεσμά μιας
πραγματικότητας λειψής, μια κατάσταση άσχημη και θλιβερή. Και έτσι
αρκετά χρόνια πριν μελετούσε τον τρόπο διαμαρτυρίας, ίσως τον πιο δυνατό
που έχει ένας ζωντανός άνθρωπος: το θάνατό του.
Γιατί ο Δημήτρης Λιαντίνης, όντας από τη φύση του άνθρωπος ευγενικός και
ευαίσθητος, πονούσε και υπέφερε βαθιά για όλα αυτά που έβλεπε γύρω του.
Τον τρόπο ζωής των συμπατριωτών του και το μεγάλο ξεπεσμό από αυτόν των
αρχαίων τους προγόνων. Τη διαστρέβλωση και την καταστροφή της Φύσης. Το
ψέμα και την ηλιθιότητα που κάνουν ολοένα και πιο έντονη την εμφάνισή
τους σε όλες τις πτυχές της καθημερινότητας.
Στο τελευταίο του βιβλίο, Γκέμμα, λέει αναφερόμενος στον Ιησού: «Στα
εκατοντάδες εκατομμύρια που τον λατρεύουν σήμερα σα θεό, τους
χριστιανούς καθώς τους λένε, θα είχε να ειπεί, αυτός, ο φάγος και
οινοπότης: “Μα εγώ δεν είμαι χριστιανός, βρε σαφακιάρηδες. Και εσείς
μοιάζετε σε μένα όσο μοιάζει ο ρυπαρός ιπποπόταμος στο περήφανο άλογο με
το κατάλευκο δέρμα και τα κατάμαυρα μάτια. Όλους εσάς δεν ήρθα να σώσω.
Να σας καταγγείλω ήρθα, και να σας φραγγελώσω. Το μυαλό σας, την ψευτιά
σας, την αχρεία ψυχή και τις δολερές σας πράξεις…”».
Οργισμένος και απογοητευμένος από τη ράτσα του ο Λιαντίνης πραγματοποιεί
συχνά αναβάσεις στον Ταΰγετο αρκετά χρόνια πριν από το θάνατό του,
αναζητώντας το κατάλληλο μέρος, το «σήμα» του, μια σπηλιά απρόσιτη και
αθέατη από ανθρώπου μάτι. Και φυσικά όσο γίνεται ψηλότερα, έτσι ώστε
«Ελλάδα και ήλιο ο πρώτος να βλέπω» (Γκέμμα). Όπως φαίνεται από τις
σημειώσεις του το σημείο αυτό το βρήκε τον Ιούνιο του ’94.
Στα τέσσερα χρόνια που μεσολαβούν μέχρι την εξαφάνισή του, γράφει,
διδάσκει και ψάχνει πληροφορίες για τον τρόπο που θα πεθάνει. Στις 31
Μαΐου του 1998 επισκέπτεται το πατρικό του, βλέπει παλιούς φίλους και
γνωστούς και το βράδυ της ίδιας μέρας εκμυστηρεύεται στη μητέρα του τι
πρόκειται να κάνει. Της ζητάει να μείνει δυνατή και ψύχραιμη. Την
επομένη, κουβαλώντας ένα σάκο, επιβιβάζεται σε ταξί και κατευθύνεται
προς τον Ταΰγετο.
Την ίδια στιγμή στο σπίτι του στην Κηφισιά η σύζυγός του βλέπει τον
αφημένο φάκελο πάνω στο γραφείο του. Πάνω γράφει: «Για τη Διοτίμα». Ήταν
ο τελευταίος αποχαιρετισμός του Λιαντίνη προς την κόρη του. Εκεί
αναφέρει ότι «φεύγει» αυτοθέλητα, ότι είναι υγιής σε μυαλό και σώμα και
ακόμη ότι ή πράξη του αυτή έχει τη μορφή διαμαρτυρίας για το κακό που
ετοιμάζουν οι άνθρωποι στις γενιές που έρχονται. Κλείνει την επιστολή
του με τη φράση: «έζησα έρημος και ισχυρός».
Έκτοτε κανείς δεν ξανάδε τον καθηγητή Λιαντίνη. Ήταν 56 χρόνων, όσο
δηλαδή και ο Εμπεδοκλής, που τόσο θαύμαζε, όταν ανέβηκε και χάθηκε μέσα
στον κρατήρα του ηφαιστείου της Αίτνας, όπως αναφέρει ο μύθος. Σύμφωνα
με μια παραλλαγή του μύθου, ο Εμπεδοκλής εξαφανίστηκε κάπου στον
Ταΰγετο…
Δυο μέρες αργότερα, στις 3 Ιουνίου, δύο φίλοι του στεφανώνουν τις
προτομές του Σολωμού στη Ζάκυνθο και του Λυκούργου στη Σπάρτη, κατ’
εντολή του ίδιου του Λιαντίνη. Σε εκείνο το διάστημα που ακολούθησε την
αναχώρησή του για το ιερό βουνό της Σπάρτης, αρκετά περίεργα στοιχεία
ήρθαν να προσθέσουν περισσότερο μυστήριο στη φυγή του. Βιβλία ανοιχτά σε
συγκεκριμένες σελίδες, κωδικές σημειώσεις σε χειρόγραφα, επιστολές και
βιβλία του που είχε στείλει λίγες μέρες πριν την 1η του Ιούνη σε
επιλεγμένα πρόσωπα, ένα χαρτί με γεωμετρικά σχήματα αφημένο στο
αυτοκίνητό του, καθώς και η παράξενη επιμονή της γυναίκας του ότι ζει
ακόμη.
Από τότε και μέχρι τις 6 Ιουλίου του 2005, όπου και επίσημα
ανακοινώθηκε η ανεύρεση των οστών του καθηγητή (μαζί βρέθηκαν μεταξύ
άλλων και ένα άδειο πακέτο τσιγάρα, ένα μπουκάλι κρασί, μια χτένα, μια
λίρα Αγγλίας, μια ελληνική σημαία), αναρίθμητες θεωρίες και απόψεις
είδαν το φως της δημοσιότητας. Ότι ο Λιαντίνης ζει ακόμη, ότι
εξαφανίστηκε, ότι τον πήραν εξωγήινοι από το Σείριο (!), ότι το σώμα του
αποϋλοποιήθηκε και δεν θα βρεθεί ποτέ και οτιδήποτε πιθανό και απίθανο
μπορεί να σκεφτεί κανείς. Εφημερίδες και τηλεόραση καταπιάστηκαν με το
θέμα, ενώ κάθε σχετικός και άσχετος εξέφραζε μια γνώμη για το τι είχε
συμβεί.
Τι ήταν όμως όντως ο Δημήτρης Λιαντίνης; Ένας φιλόσοφος, ένας λάτρης της
Ελλάδας και του αρχαίου πολιτισμού της, ένας άνθρωπος με απίστευτη
πίστη και συμπόνια για τους ομοίους του, ένας εραστής της ζωής (της
Φύσης, της γυναίκας, των βιβλίων), ένας αρνητής του θανάτου;
Όπως αναφέρει και στην τελευταία επιστολή του προς την αγαπημένη του
κόρη: «Ολόκληρη η ζωή μου υπήρξε πολλά πράγματα, αλλά πάνω από όλα
εστάθηκε μια προσεκτική μελέτη θανάτου». Ένα μυστήριο και μια ανεξήγητη
αύρα συνεχίζει να συντροφεύει την ιστορία του Δημήτρη Ν. Λιαντίνη, ενός
ανθρώπου που ερωτεύτηκε τη ζωή και αποφάσισε να αναμετρηθεί για χάρη της
με το θάνατο, στις κορυφές του Ταΰγετου…
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου