Ιουδαϊκό πρακτορείο ειδήσεων Bloomberg: "Χωρίς πυρηνική ενέργεια, ξεχάστε τις μηδενικές εκπομπές ρύπων".
Το 1924 ο Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ έγραφε στον Μάξγουελ Πέρκινς, επιμελητή των βιβλίων του στις εκδόσεις Scribner: «Διάβαζα Σπένγκλερ το καλοκαίρι που έγραφα τον Μεγάλο Γκάτσμπι και δεν νομίζω ότι θα συνέλθω ποτέ απ' αυτό».
Δεν ήταν ο μόνος. Για τον Σπένγκλερ, οι πολιτισμοί είναι οργανισμοί, διακριτοί και εφήμεροι, οι οποίοι γεννιούνται και σβήνουν σαν κύματα στη θάλασσα... Η παγκόσμια Ιστορία είναι η συνολική βιογραφία τους. Καθένας τους έχει τη δική του ψυχή, η οποία αποτυπώνεται ακριβέστερα στην Τέχνη, την οικονομική και επιστημονική σκέψη καθώς και τη θρησκεία του. Διατρέχουν τις ηλικιακές βαθμίδες του ανθρώπου, κι όλοι τους έχουν παιδική ηλικία, νιάτα, ωριμότητα και γηρατειά. Ο Σπένγκλερ εξετάζει τον κάθε πολιτισμό ως ενιαία και οργανική οντότητα, ως έναν οργανισμό που αναπτύσσεται, ωριμάζει, παρακμάζει και πεθαίνει. Αν εξαιρέσουμε την «πρωτογενή ανθρωπότητα» της οποίας την ιστορία είναι δύσκολο να ανασυγκροτήσουμε, ο Σπένγκλερ κατονομάζει οκτώ τέτοιους μείζονες πολιτισμούς: Αιγυπτιακός, Ασσυροβαβυλωνιακός, Ινδικός, Κινεζικός, Μεσαμερικανικός, Απολλώνιος, Μαγικός και Φαουστικός. Ο Spengler πρώτος διέκρινε και περιέγραψε με εκπληκτική ακρίβεια τις διαφορές ανάμεσα στον φαουστικό και στον απολλώνιο χρόνο. Πίσω από τα αινιγματικά ονόματα των τριών τελευταίων -που ενδιαφέρουν και περισσότερο το συγγραφέα- κρύβονται ο κλασικός ελληνικός, ο πολιτισμός της Εγγύς Ανατολής με τη μυστηριακή - απολυτρωτική του δεσπόζουσα, που κορυφώνεται στις μονοθεϊστικές πίστεις και στα λαμπρά πολιτισμικά επιτεύγματα των Αράβων, και ο νεότερος δυτικός, που ξεκινάει από το δέκατο αιώνα μ.Χ. με δεσπόζουσες τις γοτθικές και βορειοευρωπαϊκές επιρροές. Ο τωρινός δυτικός πολιτισμός, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του, βρίσκεται στο φθινόπωρό του - άρα στα πρώτα στάδια της παρακμής του. Είναι φαουστικός, δηλαδή πολιτισμός όχι του κενού διαστήματος αλλά του άπειρου χρόνου και της εξαγοράς του, και επεκτατικός, επομένως πολιτισμός της θέλησης και της δύναμης, του χρήματος και της μηχανής. "H παρακμή της Δύσης" αποτελεί χωρίς αμφιβολία ένα από τα αντιπροσωπευτικότερα έργα του γερμανικού πνεύματος, ένα sturm und drang στις πολιτισμικές και στις ιστορικές σπουδές. Πρωτίστως όμως είναι βιβλίο που απευθύνεται στο μορφωμένο αναγνωστικό κοινό, έργο που συναρπάζει τον αναγνώστη με τον τρόπο του, θα έλεγα, που συναρπάζει και τον ίδιο τον Spengler η θεωρία του.
Η ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ ΤΟΥ OSWALD SPENGLER
Σε όλους τους ανεπτυγμένους πολιτισμούς επιβλήθηκε η πλανητική εικόνα της ιστορίας κι έτσι πραγματοποιείται η διάλυση της μέχρι τότε γοτθικής διαίρεσης της ιστορίας στις τρεις περιόδους Αρχαιότητα, Μεσαίωνας, Νεώτεροι χρόνοι. Η πλανητική «Φαουστική» εικόνα της ιστορίας διαχωρίζει τις δύο έννοιες παγκόσμια και ανθρώπινη ιστορία, αρχή του κόσμου και του ανθρώπου, τέλος της ανθρωπότητας και του κόσμου και με μια άγνωστη μέχρι τότε επέκταση μετατρέπει την ιστορία του ανθρώπου σε ένα απλό επεισόδιο της παγκόσμιας ιστορίας και την Γη, που άλλοι πολιτισμοί έβλεπαν μόνο ένα μικρό κομμάτι της ως κόσμο, σε ένα αστέρι μέσα σε εκατομμύρια ηλιακά συστήματα. Τούτη η επέκταση της ιστορικής εικόνας του κόσμου μας οδηγεί στο να κάνουμε μια διάκριση ανάμεσα στην στάση θεώρησης των ανθρώπων και την μέγιστη στάση που τα ανώτατα πνεύματα έχουν κάποιες στιγμές. Ο Φαουστικός χωρισμός της παγκόσμιας ιστορίας του ανθρώπου από την ευρύτερη παγκόσμια ιστορία που από τα τέλη του Μπαρόκ χαρακτηρίζει το κοσμοείδωλό μας, συνεπάγεται την ύπαρξη πολλών οριζόντων σε χωριστά στρώματα το ένα μετά το άλλο που για την διερεύνησή τους αναπτύχθηκαν επιμέρους επιστήμες με ρητό ιστορικό χαρακτήρα. Επιστήμες όπως η Αστρονομία η Γεωλογία η βιολογία η ανθρωπολογία παρακολουθούν με την σειρά τους τα πεπρωμένα του κόσμου των άστρων του φλοιού της Γης των έμβιων όντων του ανθρώπου και τότε μόνο αρχίζει αυτό που λέγεται παγκόσμια ιστορία των ανεπτυγμένων πολιτισμών με την οποία και συνδέεται η ανεπτυγμένη Βιογραφία. Αυτό που ολοκληρώνεται και είναι το τελευταίο επίτευγμα για την Φαουστική ιστορική σκέψη είναι η οργανική σύνδεση μεταξύ τους των επιμέρους στρωμάτων, που ονοματίσαμε παραπάνω και η ένταξή τους στην παγκόσμια ιστορία.
Ο αρχέγονος άνθρωπος είναι ένα περιπλανώμενο ζώο, μια ύπαρξη με οξείες και φοβισμένες αισθήσεις που έχει κατά νου να αρπάξει από την εχθρική φύση. Η αλλαγή άρχισε με την καλλιέργεια του εδάφους διότι όποιος σκάβει και οργώνει ,σε αντίθεση με τους βοσκούς και τους κυνηγούς, δεν λεηλατεί αλλά τροποποιεί την φύση. Ο άνθρωπος ριζώνει στο έδαφος που καλλιεργεί. Η γη γίνεται μητέρα γη και γεννιέται μια βαθιά συναισθηματική σχέση.
Όλοι οι μεγάλοι πολιτισμοί έχουν τον χαρακτήρα της πόλης και ο ανώτερος άνθρωπος του ανεπτυγμένου πολιτισμού είναι ένα ζώο που χτίζει πόλεις, αυτό άλλωστε είναι και το κριτήριο της παγκόσμιας ιστορίας που είναι η ιστορία του ανθρώπου της πόλης. Το πραγματικό θαύμα είναι η γέννηση της ψυχής μιας πόλης η οποία ξεχωρίζει την πόλη από το χωριό. Η ύπαρξη μιας αγοράς είναι εκείνη που κάνει τους κατοίκους να βιώνουν την ύπαιθρο ως περίγυρο. Ο άνθρωπος της πόλης και ο άνθρωπος της υπαίθρου είναι δυο διαφορετικά όντα. Η ψυχή της πόλης μιλά μια νέα γλώσσα που σύντομα θα είναι ταυτόσημη με την γλώσσα του πολιτισμού. Το πρόσωπο της πόλης είναι αυτό που η έκφρασή του έχει ιστορία και η μιμική του είναι η ψυχική ιστορία του πολιτισμού αφού οτιδήποτε παράγει ο άνθρωπος στο πεδίο της τέχνης της θρησκείας και της γνώσης γεννιέται σε τέτοιες πόλεις.
Εάν η πρώιμη περίοδος σημαίνει την γέννηση της πόλης από την ύπαιθρο και η όψιμη περίοδος τον αγώνα μεταξύ της πόλης και της υπαίθρου, τότε ο τεχνικός πολιτισμός είναι η νίκη της πόλης με την οποία απελευθερώνεται από το έδαφος και εξαιτίας της οποίας καταστρέφεται και η ίδια. Τώρα ποια η πόλη είναι χωρίς ρίζες , είναι αναισθητοποιημένη απέναντι στο κοσμικό και αμετάκλητα υποταγμένη στην πέτρα και το πνεύμα , έτσι αναπτύσσει μια μορφολογική γλώσσα που αποδίδει όλα τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της, δηλαδή τα γνωρίσματα όχι ενός γίγνεσθαι αλλά ενός αποτελέσματος του γίγνεσθαι , ενός γεγονότος,- ενός έτοιμου προϊόντος , το οποίο μεταβάλλεται μεν αλλά δεν εξελίσσεται. Κατά συνέπεια υπάρχει μόνο η αιτιότητα κι όχι ένα πεπρωμένο, υπάρχει μόνον έκταση κι όχι μια ζωντανή κατεύθυνση.
Σε αυτό το στάδιο έχει ολοκληρωθεί η μελέτη όλων των προβλημάτων της ζωής , δηλαδή της απολλώνιας, της μαγικής, της φαουστικής, φθάνοντας σε μια τελική κατάσταση γνώσης ή άγνοιας. Οι άνθρωποι δεν αγωνίζονται για ιδέες, η τελευταία ιδέα –του τεχνικού πολιτισμού- έχει διατυπωθεί σε γενικές γραμμές όπως επίσης η τεχνική και η οικονομία έχουν ολοκληρωθεί ως προβλήματα. Με αυτή την ολοκλήρωση αρχίζει η εργασία εκπλήρωσης όλων των απαιτήσεων και της πρακτικής εφαρμογής τους σε ολόκληρη την ύπαρξη πάνω στην Γη. Μόνο όταν θα έχει γίνει αυτή εργασία και ο τεχνικός πολιτισμός θα έχει καθοριστεί ως προς την μορφή και τον όγκο του τότε θα αρχίσει η διαδικασία απολίθωσης και στερεοποίησης της μορφής του. Τεχνοτροπία στους πνευματικούς πολιτισμούς είναι ο σφυγμός της αυτοεκπλήρωσης.
Παγκόσμια ιστορία είναι η ιστορία των μεγάλων πολιτισμών και οι λαοί είναι οι συμβολικές μορφές υπό τις οποίες ο άνθρωπος αυτών των πολιτισμών εκπληρώνει το πεπρωμένο του. Τους λαούς που αντιπροσωπεύουν έναν πολιτισμό τους αποκαλούμε έθνη, ξεχωρίζοντάς τους ήδη από τα μορφώματα πριν και μετά τον πολιτισμό. Εκείνο που συνέχει εσωτερικά αυτούς τους μεγάλους συνδέσμους είναι ότι στην βάση του έθνους βρίσκεται μια ιδέα με βαθιά σχέση με το πεπρωμένο τον χρόνο και την ιστορία. Τούτη η ιδέα είναι διαφορετική σε κάθε επιμέρους περίπτωση και καθορίζει επίσης τη σχέση ενός λαού με τη φυλή τη γλώσσα τη χώρα το κράτος τη θρησκεία. Αυτό που βιώνουν οι πρωτογενείς λαοί και οι φελλαχολαοί είναι το αναφερόμενο ζωολογικό πάνω κάτω, ένα απρογραμμάτιστο γίγνεσθαι, όπου χωρίς στόχο και χωρίς σχεδιασμένη διάρκεια, συμβαίνουν πολλά όμως τίποτε το σημαντικό. Ιστορικοί λαοί, δηλαδή λαοί που η ύπαρξή τους είναι παγκόσμια ιστορία, είναι μόνο τα έθνη. Έθνη όμως είναι και οι λαοί που ιδρύουν πόλεις και που δημιουργούνται μέσα στα κάστρα και που με την άνοδό τους ωριμάζουν κι αποκτούν συνείδηση του κόσμου και του προορισμού τους ενώ αντίθετα σβήνουν στις μεγαλουπόλεις.
Ένα ανεξιχνίαστο μυστικό των κοσμικών πλημμυρίδων που αποκαλούμε ζωή είναι η διαίρεσή τους σε δυο γένη. Το θηλυκό βρίσκεται πιο κοντά στο κοσμικό, συνδέεται βαθύτερα με την γη και είναι άμεσα ενταγμένο στους μεγάλους κύκλους της φύσης. Το αρσενικό είναι πιο ελεύθερο, πιο ζωικό, εν τέλει πιο ευκίνητο στην αίσθηση και την κατανόηση, πιο άγρυπνο και πιο τεταμένο. Ο άντρας δημιουργεί ιστορία, βιώνει το πεπρωμένο και κατανοεί την αιωνιότητα δηλαδή τη λογική του προϊόντος του γίγνεσθαι, ως προς τα αίτια και το αποτέλεσμα. Η γυναίκα όμως είναι ιστορία, είναι πεπρωμένο, είναι χρόνος, είναι η οργανική λογική του ίδιου του γίγνεσθαι. Η βαθιά της εξυπνάδα και η πολεμική της πανουργία στοχεύουν στον πατέρα του γιού της, ο άντρας όμως –που με την βαρύτητα του είναι του ανήκει στην άλλη ιστορία, θέλει να έχει τον γιό του ως κληρονόμο, ως φορέα των προγονικών χαρακτηριστικών του και της ιστορικής του παράδοσης. Με τον άντρα και την γυναίκα ανταγωνίζονται εδώ τα δύο είδη ιστορίας για την εξουσία. Η γυναίκα είναι δυνατή και εντελώς αυτό που είναι, βιώνει τον άντρα και τους γιούς της μόνο σε σχέση με τον εαυτό της και τον προορισμό της. Το είναι του άντρα είναι κάτι αμφίρροπο που η γυναίκα δεν το καταλαβαίνει και δεν το αναγνωρίζει Τούτος είναι ο κρυφός αρχέγονος πόλεμος των φύλων που διαρκεί αιώνια. Αυτό κάνει την γυναίκα να περιφρονεί αυτή την άλλη ιστορία την πολιτική του άντρα την οποία μάλιστα δεν κατανοεί και για την οποία ξέρει μόνο ότι της αρπάζει τους γιούς. Όμως όσα συμβαίνουν στην άλλη ιστορία γίνονται μόνο για να διατηρηθεί η αιώνια ιστορία της τεκνοποιίας και του θανάτου. Ο αγώνας μεταξύ των ανδρών διεξάγεται για το αίμα, για τη γυναίκα. Η ιστορία των κρατών υπάρχει για την γυναίκα ως χρόνο. Ο άντρας ανέρχεται στην δική του ιστορία και φτάνει να κρατάει στα χέρια του το μέλλον μίας χώρας, έπειτα έρχεται μια γυναίκα και τον γονατίζει κι έτσι είναι πιθανό να καταποντισθούν λαοί και κράτη μα η γυναίκα έχει νικήσει στην δική της ιστορία. Άλλωστε η πολιτική φιλοδοξία της γυναίκας –σε τελική ανάλυση- δεν έχει ποτέ άλλο στόχο.
Ο πολιτικός οφείλει να είναι παιδαγωγός του λαού με τις πράξεις του. Εκείνο που διακρίνει τον πολιτικό άντρα, είναι ότι μπορεί να ζητήσει θυσίες οι οποίες του προσφέρονται, διότι την αίσθησή του πως είναι αναγκαίος για την εποχή του και το έθνος του την συμμερίζονται χιλιάδες ανθρώπων, τους οποίους αναμορφώνει συνειδησιακά και τους κάνει ικανούς για πράξεις που διαφορετικά δεν θα κατόρθωναν.
Ο Spengler, πολυΐστωρ και εντονότατα "φαουστικός", δαμάζει τεράστιες μάζες πολιτιστικού υλικού σε ένα σύγγραμμα πέραν των εξακοσίων εξήντα σελίδων, αναζητώντας με τη "φυσιογνωμική" ματιά του ομοιότητες και αναλογίες ανάμεσα στις μορφολογικά συγγενείς φάσεις των πολιτισμών που πραγματεύεται, οι οποίες αναδεικνύονται ως μορφολογικά "ταυτόχρονες", καθώς όλα τα μεγάλα δημιουργήματα, όλες οι επιμέρους μορφές της θρησκείας, της τέχνης, της πολιτικής, της κοινωνίας, της οικονομίας, της επιστήμης γεννιούνται, ολοκληρώνουν την ανάπτυξή τους και σβήνουν "ταυτόχρονα", ανεξάρτητα από τον ημερολογιακό χρόνο. Τέτοια "ταυτόχρονα" φαινόμενα είναι μεταξύ άλλων ο βουδισμός, ο στωικισμός και ο σοσιαλισμός, τρεις τρόποι ψυχικής παρακμής τριών διαφορετικών πολιτισμών.
Το θεμέλιο κάθε αληθινού κράτους είναι η Υπερβατικότητα της αρχής του, δηλαδή, της αρχής της κυριαρχίας, του κύρους και της νομιμότητας, μαζί με τη δικαιοσύνη, την ιεραρχία, τις λειτουργικές τάξεις, την υπεροχή της πολιτικής τάξης έναντι της οικονομικής. Αυτές οι κατευθύνσεις προσλαμβάνουν μία κανονιστική αξία που δεν συνδέεται με την εξέλιξη και την ιστορία. Αυτή η αξία πρέπει να μεταφράζεται σε έναν καθημερινό τρόπο δράσης, σε ένα λεγεωνάριο ύφος που πρέπει να χαρακτηρίζει, χωρίς καμία εξαίρεση, κάθε τομέα της ανθρώπινης ύπαρξής μας. Ως άτομα να παραμένουμε πάντα "όρθιοι ανάμεσα στα ερείπια". Από τον Θεόδοτο.
Αναστάσης Βιστωνίτης (συγγραφέας)
Το 1924 ο Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ έγραφε στον Μάξγουελ Πέρκινς, επιμελητή των βιβλίων του στις εκδόσεις Scribner: «Διάβαζα Σπένγκλερ το καλοκαίρι που έγραφα τον Μεγάλο Γκάτσμπι και δεν νομίζω ότι θα συνέλθω ποτέ απ αυτό». Δεν ήταν ο μόνος. Κανένα θεωρητικό έργο του 20ού αιώνα δεν προκάλεσε τόσες συζητήσεις και διαμάχες όσες H παρακμή της Δύσης. Τα όσα μεσολάβησαν στα 80 χρόνια που πέρασαν από την πρώτη του έκδοση καθιστούν το μνημειακό αυτό έργο οδυνηρά πιο επίκαιρο. Εστω και αργά, H παρακμή της Δύσης κυκλοφορεί στα ελληνικά σε εξαίρετη μετάφραση, που συνοδεύεται από διαφωτιστικές σημειώσεις, του Λευτέρη Αναγνώστου. Και μόνο το γεγονός ότι φαίνεται να υπάρχει κοινό υποδοχής για ένα έργο 1.500 σελίδων είναι στοιχείο ωρίμανσης της ελληνικής βιβλιοαγοράς και κατά συνέπεια της πνευματικής μας ζωής, αλλιώς ουδείς εκδότης θα ήταν διατεθειμένος να αναλάβει το ρίσκο - πόσο μάλλον όταν πρόκειται, όπως εδώ, για αρνητικό βιβλίο.
Ζωή και θάνατος των μορφών
Η κυκλική αντίληψη της ιστορίας που εισήγαγε και ανέπτυξε συστηματικά και σε τεράστιο βάθος πεδίου ο Σπένγκλερ έχει απορριφθεί από τη μεγάλη πλειονότητα των ιστορικών και των κοινωνικών επιστημόνων. Η υπόθεση, δηλαδή, ότι η Ιστορία καθορίζεται από την ακμή, το γήρας και τον θάνατο των μεγάλων πολιτισμών-φορέων της μόνο από τον Τόινμπι είχε υιοθετηθεί. Το ότι κατανοούμε τον πολιτισμό όχι μέσω της διαδοχής των ιστορικών εποχών αλλά της μορφολογίας τους ανέτρεπε εδραιωμένες πεποιθήσεις τόσο όσον αφορά τη ζωή και τον θάνατο των μορφών όσο και την πορεία του ανθρώπου μέσα στον χρόνο και στην Ιστορία. Το ότι αποδείχθηκε τελικά πως ο Σπένγκλερ είχε δίκιο και όχι οι αντίπαλοί του προκαλεί μεγάλες ανησυχίες. Υποθετικά μιλώντας, ο καλλιτέχνης δικαιούται, ας πούμε, να είναι όσο πεσιμιστής θέλει, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με τον επιστήμονα. Το προκλητικό επί του προκειμένου συνίσταται στο ότι ο Σπένγκλερ, μια νεορομαντική φυσιογνωμία, υπήρξε καλλιτεχνική φύση εφοδιασμένη με τεράστια επιστημονική συγκρότηση. Τα πράγματα δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο και από το γεγονός ότι αυτός ο «ορκισμένος» Κεντροευρωπαίος αλλά ταυτοχρόνως και αποσυνάγωγος της πρωσικής παράδοσης έστησε πάνω στα ερείπια ενός πολιτικοκοινωνικού συστήματος, τις τιμές του οποίου αρνήθηκε, τη μία μετά την άλλη, το δοξαστικό και την ελεγεία της πτώσης του προεκτείνοντάς το ως την έσχατη Θούλη του χρόνου.
Αρνήθηκε τις προτάσεις να αναλάβει καθηγητής σε γερμανικά πανεπιστήμια και όλη του τη ζωή βρισκόταν σε σύγκρουση με την κατεστημένη παιδεία. Οι ναζιστές τον θεοποίησαν, ο ίδιος όμως κράτησε αποστάσεις από το χιτλερικό καθεστώς, όχι βεβαίως γιατί ήταν κανένας δημοκράτης αλλά επειδή ένιωθε απέχθεια για τις μάζες (στο ορμέμφυτο των οποίων απευθυνόταν ο ναζισμός) και τον «πρωτόγονο αντισημιτισμό», όπως έλεγε, του καθεστώτος. Συνάντησε τον Χίτλερ μόνο μία φορά στο Μπαϊρόιτ και αυτή αρκούσε για να τον χαρακτηρίσει «χοντροκομμένο» και «ανόητο». Πεθαίνοντας το 1936 και ενώ πιο μπροστά οι ναζιστές είχαν απαγορεύσει και την παραμικρότερη αναφορά στο όνομά του, αυτός ο μοναχικός, μοναρχικός και εγωτικός αναρχικός πήρε μαζί του δύο βιβλία των μεγάλων του δασκάλων: τον Φάουστ του Γκαίτε και τον Ζαρατούστρα του Νίτσε.
Το φθινόπωρο του πολιτισμού
Ο Σπένγκλερ εξετάζει τον κάθε πολιτισμό ως ενιαία και οργανική οντότητα, ως έναν οργανισμό που αναπτύσσεται, ωριμάζει, παρακμάζει και πεθαίνει. Ο τωρινός δυτικός πολιτισμός, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του, βρίσκεται στο φθινόπωρό του - άρα στα πρώτα στάδια της παρακμής του. Είναι φαουστικός, δηλαδή πολιτισμός όχι του κενού διαστήματος αλλά του άπειρου χρόνου και της εξαγοράς του, και επεκτατικός, επομένως πολιτισμός της θέλησης και της δύναμης, του χρήματος και της μηχανής. Το 1918, όταν δημοσιεύτηκε ο πρώτος τόμος της Παρακμής, όλοι πίστευαν ότι τον A/ Παγκόσμιο Πόλεμο θα τον διαδεχόταν η ειρήνη, ενώ ο Σπένγκλερ ήταν ο μόνος που υποστήριζε ότι ένας νέος παγκόσμιος πόλεμος περίμενε την ανθρωπότητα. Σε μια εποχή που οι περισσότεροι ισχυρίζονταν ότι ο άνθρωπος είναι φύσει καλός, ο Σπένγκλερ έλεγε πως ο άνθρωπος είναι ζώο αρπακτικό και κατακτητικό, ότι είναι ο αρχέγονος κυνηγός, απηχώντας τον Νίτσε. Η κυκλική αντίληψη της Ιστορίας φυσικά είναι μεταφορά της νιτσεϊκής θεωρίας περί αιώνιας επιστροφής (ή επαναστροφής). Οσοι αντιδρούσαν κατά του Σπένγκλερ λειτουργούσαν υπό το καθεστώς συναισθηματικής φόρτισης. Οι αντίπαλοί του, ακαδημαϊκοί δάσκαλοι της κατεστημένης παιδείας κυρίως, δεν είχαν το ανάστημα και τα εφόδια να συγκριθούν μαζί του, γι αυτό και ο Σπένγκλερ, όντας χωρίς αντίπαλο, «τους κατσάδιαζε σαν επιλοχίας», όπως λέει ο Αντόρνο.
H παρακμή της Δύσης, ωστόσο, για τον σημερινό αναγνώστη δεν είναι μόνο ένα θεμελιακό κείμενο εποχής, είναι πρωτίστως έργο του οποίου τα ερωτήματα και οι απαντήσεις εξακολουθούν να υφίστανται και μάλιστα να επανέρχονται σήμερα, ύστερα από τις συνεχείς διαψεύσεις των μεγάλων κοινωνικών επαγγελιών, ως ζητήματα μείζονος σημασίας. Ελάχιστα παραδείγματα άλλωστε αρκούν: οι μονεταριστικές κοινωνίες των ημερών μας δεν είναι παρά επιβεβαιώσεις των όσων λέει ο Σπένγκλερ για τη λειτουργία του χρήματος στις σύγχρονες καπιταλιστικές δημοκρατίες. Τα καισαρικού τύπου καθεστώτα, που επικράτησαν σχεδόν σε όλη την Ευρώπη κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου, απλώς επιβεβαίωναν τα όσα είχε προβλέψει. Η ίδια η έννοια της παρακμής είναι βαθιά ριζωμένη στη νεότερη φάση του δυτικού πολιτισμού και επανέρχεται σαν κακό όνειρο στις σύγχρονες κοινωνίες. Η διάσταση φύσης και πόλης, που ως κοινωνικό και πολιτισμικό φαινόμενο αποτελεί την κραυγαλέα διάψευση των όσων ευαγγελίστηκε στην Ουτοπία του ο Τόμας Μουρ, είναι προδρομική περιγραφή του οικολογικού εφιάλτη των ημερών μας. Αν θέλει κανείς να καταλάβει γιατί μετά τον Διαφωτισμό, ύστερα από δύο παγκοσμίους πολέμους και τα εκατομμύρια των νεκρών που στοίχισαν στην ανθρωπότητα, ο κοινωνικός δαρβινισμός σαρώνει τον κόσμο της Δύσης, δεν έχει παρά να διαβάσει αυτό το προκλητικό βιβλίο.
Φαουστικός και απολλώνιος χρόνος
Ο Σπένγκλερ πρώτος διέκρινε και περιέγραψε με εκπληκτική ακρίβεια τις διαφορές ανάμεσα στον φαουστικό και στον απολλώνιο χρόνο και κατ επέκταση το χάσμα που χωρίζει τους πρωτοϊστορικούς πολιτισμούς από τον σύγχρονο κόσμο. Μίλησε για τη βαθιά επίδραση των θρησκευτικών δογμάτων στους πολιτισμούς και στις κοινωνίες σε μια εποχή που οι πάντες πίστευαν ότι η επιστημονική και η τεχνική πρόοδος θα ήταν από μόνες τους ικανές να αλλάξουν τα πάντα προς το καλύτερο, για να διαψευστούν πολύ σύντομα. Επιπλέον μίλησε για τη μοίρα και το πεπρωμένο με έναν τρόπο τόσο σαγηνευτικό όσο και επικίνδυνο, απευθυνόμενος στην καρδιά και στον νου όχι μόνο των εθνικιστών της Ευρώπης αλλά και αναρίθμητων διανοουμένων της άλλης όχθης. Πόσα από τα όσα λέει για τη μοίρα και το πεπρωμένο ο Μαλρό λ.χ. δεν έχουν την καταγωγή τους στον Σπένγκλερ;
H παρακμή της Δύσης αποτελεί χωρίς αμφιβολία ένα από τα αντιπροσωπευτικότερα έργα του γερμανικού πνεύματος, ένα sturm und drang στις πολιτισμικές και στις ιστορικές σπουδές. Πρωτίστως όμως είναι βιβλίο που απευθύνεται στο μορφωμένο αναγνωστικό κοινό, έργο που συναρπάζει τον αναγνώστη με τον τρόπο, θα έλεγα, που συναρπάζει και τον ίδιο τον Σπένγκλερ η θεωρία του. Αξίζει να διαβαστεί και μόνο για να διαφωνήσει κανείς με τον συγγραφέα του - στο ανώτερο ωστόσο πεδίο των ιδεών και της υψηλής εποπτείας.
ΣΤΑΝΤΗΣ Ρ. ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ
Το έργο του Σπένγκλερ εμφανίστηκε σαν τον κομήτη του Χάλεϊ: σκοτεινός προάγγελος του τέλους του Κόσμου!
Σε μιαν κρίσιμη όσο και τραγική εποχή για την ηττημένη στον Πρώτο Παγκόσμιο Γερμανία, ένας Πρώσος πατριώτης προέβλεπε το οριστικό σβήσιμο ολοκλήρου του Δυτικού πολιτισμού. Οχι εξ αποκαλύψεως, αλλά με τεκμηριωμένη ιστορική ανάλυση. Οχι από καθέδρας, αφού είχε αρνηθεί την προσφερθείσα έδρα Φιλοσοφίας στη Γοτίγγη, όπως επρόκειτο λίγα χρόνια αργότερα ν απορρίψει και την έδρα Ιστορίας του Πολιτισμού στη Λιψία. Στοχαστής με πνεύμα οξύτατα αντισυμβατικό, που ποτέ δεν μπορούν να χωνέψουν οι κρατούντες, γι αυτό και παρά έναν πρώτο εναγκαλισμό εκ μέρους των ανερχόμενων εθνικοσοσιαλιστών, αυτός μεν έμεινε ηθελημένα απ έξω, κι εκείνοι καταλαβαίνοντας γρήγορα πως δεν θα κατάφερναν να τον κάνουν δικό τους, τον περιόρισαν στη σιωπή!
Το έργο του έγινε γρήγορα η «Βίβλος» της Φιλοσοφίας της Ιστορίας και διαβάστηκε τόσο από ενθουσιώδεις λάτρες της σκέψης του όσο και από πεισματικά μαινόμενους αρνητές της. Ο χειμαρρώδης, άκρως ποιητικός και συνάμα έντονα εγωτικός του λόγος, οι γενναίες συλλήψεις και η καθαρότητα της ματιάς, του εξασφαλίζουν ακόμη και σήμερα μιαν εξέχουσα θέση στην ευρωπαϊκή γραμματεία.
Από την εισαγωγή του κιόλας, ρίχνεται με πάθος κατά του κατεστημένου τρόπου αντιμετώπισης της Ιστορίας από φιλοσόφους και ιστορικούς. Στηλιτεύει τον εγκλωβισμό τους στα όρια των δυτικών και μόνο πολιτισμών, χτυπάει τις στείρες περιοδολογήσεις σε: «Αρχαιότητα», «Μεσαίωνα» και «Νεότερους χρόνους», περιγελά την τελεολογική θεώρηση των ιστορικών εποχών, που συχνά χαρακτηρίζονται σε φημισμένα κιόλας συγγράμματα ως «καταδικασμένες» τάχα να περάσουν σε επόμενες -«αυτοκαθαιρόμενες» υπό τύπον θρησκευτικής λύτρωσης... Αρνείται ρητά οιαδήποτε έννοια «σκοπού» ή «προόδου» μες στην Ιστορία και καθαιρεί το Θεό από «αρχιτέκτονα του εκάστοτε σχεδίου του Κόσμου». Αποτέμνει με αλύπητο νυστέρι την υπολανθάνουσα αισιοδοξία, που ίσως βολεύει τους πολλούς, αλλοιώνει όμως την κρίση μας. Τέλος, υπενθυμίζει τη σχετικότητα των πορισμάτων της σκέψης σε συνάρτηση προς το χώρο πάντα και το χρόνο, αρνούμενος τις «αιώνιες» ή «οικουμενικές» αλήθειες.
- Καταθλιπτικός, πεσιμιστής, θα πείτε; Εκείνος έγραφε στον Πρόλογό του: Το ουσιώδες είναι η σκληρότητα της ζωής. Οχι η έννοια της ζωής, όπως τη διδάσκει η ιδεαλιστική φιλοσοφία της στρουθοκαμήλου. Οποιος δεν ξεγελιέται από τις έννοιες δεν αισθάνεται τη θέση μου ως απαισιοδοξία. Οι υπόλοιποι δεν παίζουν κανένα ρόλο!
Ενας τέτοιος λόγος όμως κάπου αναπέμπει... Και δεν είναι τυχαίο που αντί καθηγητάδων, φίλων και συναδέλφων, εις θέσιν δασκάλων, στους οποίους «οφείλει σχεδόν τα πάντα» μνημονεύει δύο μόνον ονόματα: Γκέτε και Νίτσε! Από τον Γκέτε έχω τη μέθοδο, από τον Νίτσε τον προβληματισμό!
Σε τι συνίσταται όμως η νέα αυτή «Αποκάλυψη» της Ιστορίας;
Για τον Σπένγκλερ, οι πολιτισμοί είναι οργανισμοί. Η παγκόσμια Ιστορία είναι η συνολική βιογραφία τους. Καθένας τους έχει τη δική του ψυχή, η οποία αποτυπώνεται ακριβέστερα στην Τέχνη, την οικονομική και επιστημονική σκέψη καθώς και τη θρησκεία του. Διατρέχουν τις ηλικιακές βαθμίδες του ανθρώπου, κι όλοι τους έχουν παιδική ηλικία, νιάτα, ωριμότητα και γηρατειά.
Ενας πολιτισμός γεννιέται όταν μια μεγάλη ψυχή ξυπνάει μες από την πρωτογενή κατάσταση του αιωνίως παιδικού ανθρώπου και αποχωρίζεται -μια μορφή που αναδύεται από το άμορφο. Ανθίζει σε συγκεκριμένη περιοχή, με την οποία και παραμένει συνδεδεμένη σαν φυτό.
Στη νεανική ηλικία, μια ισχυρή κινητήριος θρησκευτική ροπή, κατά βάσιν πάντα, φέρει σταδιακά προς την πνευματική και υλική ανάπτυξη. Στην Τέχνη φυσάει ένας ανοιξιάτικος αέρας και μια μυθική συνείδηση του κόσμου παλεύει με όλα τα σκοτάδια και τους δαίμονες μέσα της και στη φύση για να ωριμάσει, αναζητώντας την πιο καθαρή και φωτεινή έκφραση της ουσίας της ύπαρξής της. Κυριαρχεί ακόμα η παιδική λαχτάρα και ο φόβος.
Οσο πλησιάζει προς το μεσουράνημα τόσο πιο ανδρική, πιο στυφή, αυτοκυρίαρχη και κορεσμένη γίνεται η μορφολογική του γλώσσα, τόσο πιο βέβαιη αισθάνεται τη δύναμή του ένας πολιτισμός, τόσο σαφέστερα γίνονται τα χαρακτηριστικά του. Αργότερα, εμφανίζονται τα τρυφερά σχεδόν εύθραυστα έργα μιας πονεμένης γλυκύτητας -όπως οι Καρυάτιδες, τα αραβουργήματα των πεταλοειδών τόξων των Σαρακηνών, ο Βατό και ο Μότσαρτ.
Στη γεροντική του φάση, ο πνευματικός πολιτισμός υποκαθίσταται από θυελλώδη ανάπτυξη του τεχνικού. Οι τεχνικοί πολιτισμοί συνιστούν πάντοτε την κατακλείδα. Ακολουθούν το γίγνεσθαι ως αποπερατωμένα γεγονότα, τη ζωή ως θάνατος, την εξέλιξη ως ακαμψία, την ύπαιθρο και την ψυχική παιδική ηλικία ως πνευματικά γηρατειά και πέτρινη απολιθωτική «κοσμόπολη». Τούτη ακριβώς η κοσμόπολη, καθώς τη λέει, αποτελεί το ειδοποιό σύμπτωμα ενός θνήσκοντος πολιτισμού. Η ανάπτυξη των τερατωδών αυτών τέλεια πολεοδομικά οργανωμένων συμπλεγμάτων, ξεκίνησε με την Αλεξάνδρεια και τη Ρώμη και εμφανίστηκαν πανομοιότυπα, με την εντυπωσιακή τους γεωμετρία, σ όλους τους πολιτισμούς. Στα νεότερα χρόνια πήραν τη σκυτάλη το Παρίσι, το Βερολίνο, το Λονδίνο και η Νέα Υόρκη, που καταπίνουν αχόρταγα τον περίγυρό τους μην αφήνοντας τίποτε άλλο πέρα από μια σχεδόν ακατοίκητη έρημο, και απομυζώντας όλες τις υγιείς δυνάμεις της υπαίθρου. Ο άνθρωπος της μεγαλούπολης, καθαρός ρεαλιστής, πραγματιστής, πολέμιος κάθε παράδοσης και του πνευματικού πολιτισμού συλλήβδην, εμφανίζεται σε μια άμορφα κυμαινόμενη μάζα, άθρησκος, ευφυής, άγονος. Χαρακτηριστικό του μάλιστα: η φυσική στειρότητα, που δεν έχει την αιτία της στην οικονομική τάχα κρίση, αλλά αποτελεί «μεταφυσική» καθαυτό στροφή προς το θάνατο!
Στο λυκόφως πια, η φωτιά της ψυχής σβήνει. Στο χώρο της Τέχνης, η μειωνόμενη δύναμη αποτολμά μιαν ακόμα φορά με μισήν επιτυχία -με τον κλασικισμό, που δεν λείπει από κανέναν φθίνοντα πολιτισμό- να φέρει σε πέρας μια μεγάλη δημιουργία. Η ψυχή ξαναθυμάται με πόνο, όπως στο Ρομαντισμό, την παιδική της ηλικία. Στη σφαίρα της πολιτικής πράξης εμφανίζεται ο Ιμπεριαλισμός, που πρέπει να νοείται ως σύμβολο της Εξόδου του Τέλους. Κανένας λαός δεν μπορεί να κομπάζει επί αιώνες στο προσκήνιο της Ιστορίας. Κι όπως ο πνευματικά καλλιεργημένος άνθρωπος στρέφει την ενέργειά του προς τα μέσα, έτσι ο τεχνικά πολιτισμένος τη στρέφει προς τα έξω! Η επεκτατική τάση είναι κάτι μοιραίο και δαιμονιώδες, που αρπάζει τον όψιμο άνθρωπο του παγκόσμιου σταδίου, τον αναγκάζει να την υπηρετήσει και τον αναλώνει, είτε θέλει είτε όχι είτε το ξέρει είτε όχι! (Προέβλεπε, μάλιστα, πως και ο ελάχιστα αναπτυγμένος στις μέρες του Σοσιαλισμός, όσο και αν τότε ακόμη εναντιωνόταν στην επέκταση, μια μέρα θα γίνει ο κυριότερος φορέας της!)
Στην ύστατη αυτή φάση, η κουρασμένη, στεναχωρημένη ψυχή ποθεί απ το χιλιόχρονο φως ν αποσυρθεί ξανά στο σκοτάδι του μυστικισμού, στη μήτρα, δηλαδή στον τάφο. Επιστρέφει στη μαγεία της «δεύτερης θρησκευτικότητας», όπως οι άνθρωποι της όψιμης Αρχαιότητας στη λατρεία του Μίθρα, της Ισιδας και του Ηλιου.
Φυσικά, ύστερα από τη λεπτομερή αυτή «Παθολογία», περιττεύει ν αναρωτηθεί κανείς πού βρίσκεται ο δυτικός πολιτισμός. Ο Σπένγκλερ δεν αφήνει περιθώρια γι αυταπάτες, διεξόδους και υπεκφυγές: Δεν έχουμε την ελευθερία να επιτύχουμε τούτο ή εκείνο. Είμαστε όμως ελεύθεροι να κάνουμε το αναγκαίο ή να μην κάνουμε τίποτε. Κι ένα πρόβλημα που έθεσε η αναγκαιότητα της Ιστορίας θα λυθεί με ή παρά τη θέληση του ατόμου.
Ολα τούτα θα συνιστούσαν έναν σαγηνευτικό ποιητικό δογματισμό, αν δεν συνοδεύονταν από εξαίρετες αναλύσεις των επιμέρους εκφάνσεων κάθε πολιτισμού και πολύ πετυχημένους παραλληλισμούς φάσεων και φαινομένων διαφορότατων πολιτισμών, με μεγάλες αποστάσεις χώρου και χρόνου να τους χωρίζουν, που όμως η πένα του Σπένγκλερ καταφέρνει να δείξει πειστικότατα τις βαθύτερες συγγένειές τους, ρίχοντάς τους ένα νέο φως. Βέβαια, το να παρακολουθήσει κανείς τη σκέψη του δεν είναι πάντα εύκολο, καθόσον, παρ όλη την απλή κατά βάσιν γραφή του, οι γνωστικοί του ορίζοντες είναι τόσον ευρείς, ώστε ο αμύητος δυσκολεύεται να συλλάβει την ανάπτυξή του, λ.χ., περί μη υπάρξεως μίας Μαθηματικής επιστήμης, αλλά ιδιαίτερων Μαθηματικών για κάθε πολιτισμό, ενώ εφιστά περαιτέρω την προσοχή στις υπολανθάνουσες κι ωστόσο υποχρεωτικές σχέσεις μεταξύ Μαθηματικών και μουσικής Σύνθεσης ή Ζωγραφικής κάθε εποχής.
Φυσικά, οι τέτοιες αντιλήψεις ανοίγουν και νέους ορίζοντες στο μελετητή της Ιστορίας. Αν όλες οι εκφάνσεις ενός πολιτισμού συναρτώνται και αν δεν αποτελούν παρά αναγκαίες εκδηλώσεις ενός οργανικού όντος σε μια φάση του βίου του, τότε, όσον αφορά μεν το παρελθόν, το πεδίο δράσης των ερευνητών διευρύνεται απεριόριστα, αφού με δεδομένη τη Διακοσμητική ή την Αρχιτεκτονική, για παράδειγμα, ενός πολιτισμού μπορούμε να αχθούμε στις φιλοσοφικές ή επιστημονικές αντιλήψεις των φορέων του, ενώ, απ την άλλη, το μέλλον δεν είναι πλέον αρμοδιότητα του μάντη ή της χαρτορίχτρας, αλλά του επιστήμονα, που στηριγμένος σε τεκμηριωμένες αναλογίες μπορεί να προβλέψει τα επερχόμενα στάδια και φάσεις του ιστορικού γίγνεσθαι.
Ενα τέτοιο έργο 1.300 σελίδων απαιτεί τρομερό μεταφραστικό μόχθο και ο εκδότης που ανέλαβε, έστω και με καθυστέρηση 80 ετών, να μεταφέρει τον Σπένγκλερ στα ελληνικά, πρόσφερε έργο αληθινά εθνικό! Ο Λ. Αναγνώστου απέδωσε ικανά την εμπνευστική γραφή του Γερμανού σοφού, αντιμετώπισε επιτυχώς τη δύσκολη φιλοσοφική ορολογία κι εκατοντάδες ονόματα και τοπωνύμια, ενώ πρόσθεσε παράλληλα και σχόλια συνοπτικά, επαρκή, χρήσιμα και άμεσα κατανοητά. Είναι σαφής η προσπάθειά του να εκλαϊκεύσει το δύσβατο έργο, χρησιμοποιώντας παντού δημοτική, χωρίς να ενδίδει στο δέλεαρ της καθαρεύουσας (όπου πολύ ευκολότερα αποδίδονται τέτοια φιλοσοφικά κείμενα, αλλά με βαρύ τίμημα τον αποκλεισμό ενός μέρους του αναγνωστικού κοινού).
Θα σημείωνα μόνο, για να διορθωθούν σε μια δεύτερη έκδοση, πως ξέφυγε «το Παταλιπούτρα» (σ. 36), αντί: «η Παταλιπούτρα», ενώ ο «στόχος» καλύτερα να μη χρησιμοποιείται καταχρηστικά στη θέση του: «σκοπού». Στις σ. 51-2 πιστή μεν η απόδοση του όρου «ιδεολόγος» και «ιδεολογικός» απ τα γερμανικά (αντί του «ιδεαλιστικός», που θα ταν συμφωνότερο προς τα συμφραζόμενα), αλλά ίσως να επιφέρει σύγχυση στον αναγνώστη. Τέλος, πού και πού, εμφανίζονται ανύπαρκτες παθητικές φωνές ρημάτων: (σ. 66: «επισκοπηθεί», σ. 79: «συνειδητοποιείται» κ.ά.). Ολα τούτα, ωστόσο, δεν αποτελούν παρά αμελητέα πταίσματα σ ένα πόνημα τέτοιας έκτασης. Ο μεταφραστής κατάφερε ένα βαρύ βιβλίο να διαβάζεται. Και όποιος το διαβάσει, είναι βέβαιο πως δεν θα γυρίσει σελίδα του χωρίς κάτι να υπογραμμίσει, συχνά και παραγράφους ολόκληρες, με νοήματα σπάνια, από εκείνα που συνιστούν «οιάκισμα βίου».
Η παρουσίαση του διτόμου είναι το αληθινό εκδοτικό γεγονός της χρονιάς. Και οι συντελεστές του θ άξιζαν έπαινο και στήριξη από τους αιωνίως κοιμώμενους κρατικούς φορείς και τα πνευματικά ιδρύματα!
ΦΩΤΗΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ
Οσο μεγάλη και να είναι η ώς τώρα μεταφραστική προσφορά του Λευτέρη Αναγνώστου (του χρωστάμε ήδη τις μόνες έγκυρες μεταφράσεις του Φρόιντ και μερικά από τα σημαντικότερα έργα της Σχολής της Φραγκφούρτης), με τούτο το τελευταίο του επίτευγμα κερδίζει μια θέση που ελάχιστοι Ελληνες μεταφραστές θεωρητικών κειμένων θα μπορούσαν να διεκδικήσουν. Φτάνει να φυλλομετρήσει και μόνο κάποιος τις 1.260 σελίδες αυτού του γιγαντιαίου έργου για να διαπιστώσει τι είδους παγίδες καραδοκούν το μεταφραστή και τι εύρος γνώσεων απαιτείται για να αντεπεξέλθει με στοιχειώδη έστω συνέπεια στο καθήκον του -και αυτό πριν μιλήσουμε για τις σπάνιες υφολογικές αρετές που συνιστούν ένα από τα εντυπωσιακά γνωρίσματα του εωσφορικού αυτού Γερμανού στοχαστή, και που από τη διάσωσή τους εξαρτάται η επιτυχία κάθε σχετικής μεταφραστικής απόπειρας...
Ξεκίνησα κάπως ανορθόδοξα με τη μετάφραση, επειδή ίσως το έργο του Σπένγκλερ δεν χρειάζεται εισαγωγή: ένα από τα λίγα βιβλία-θρύλους του εικοστού αιώνα με το οποίο νιώθει κανείς εξοικειωμένος πολύ πριν το διαβάσει στη γλώσσα του, και ίσως πριν το διαβάσει καν. Ο Σπένγκλερ είχε ανάμεσα στους επαγγελματίες ιστορικούς μόνο έναν πραγματικό μαθητή: τον Arnold Toynbee. Ωστόσο, το πνεύμα του ζει αναγνωρίσιμο και καρποφορεί σε αναρίθμητους στοχαστές του αιώνα, και κατεξοχήν σε κάποιους οι οποίοι μπορεί και πρέπει να εκλαμβάνονται ως φιλοσοφικοί του αντίπαλοι: κάποτε θα πρέπει να εκτιμήσουμε πόσος Σπένγκλερ υπάρχει μέσα στη Διαλεκτική του Διαφωτισμού των Χορκχάιμερ και Αντόρνο, στην αισθητική του ίδιου του Αντόρνο και στη μιμητική θεωρία για τη γλώσσα τού Βάλτερ Μπένγιαμιν, στη χαϊντεγκεριανή σύλληψη της ιστορικότητας και στις φαινομενολογικές - ερμηνευτικές ανασυγκροτήσεις του πολιτισμικού ορίζοντα, στην ερμηνευτική ανθρωπολογία, στην επιστημολογία του Michel Serres, στην κριτική της δυτικής μεταφυσικής ως φωτολογίας από τον Ζακ Ντεριντά, στην κοινωνιοβιολογία και στη «δεξιά» οικολογία ορισμένων ομάδων της Νέας Εποχής, και ακόμα στη σκέψη ενός φάσματος Ελλήνων στοχαστών, από τον Ιωνα Δραγούμη ώς τον Παναγιώτη Κονδύλη.
Το σκάνδαλο που αντιπροσώπευε για την εποχή της η σκέψη του Σπένγκλερ δεν οφείλεται τόσο στην ιδιάζουσα φιλοσοφική του κοσμοαντίληψη, που ήταν αρκετά συγγενής με έναν βιταλισμό τύπου Μπεργκσόν ή, ακόμη χαρακτηριστικότερα, τύπου Κλάγκες, όσο στο υπερανθρώπινο σχεδόν εύρος των γνώσεών του -στα μαθηματικά και στη φυσική, στη βιολογία και στην ιστορία, στην οικονομία και στην πολιτική, στη θρησκεία και στη λογοτεχνία, στην αρχιτεκτονική, στη ζωγραφική και στη μουσική- και προπαντός στην ασύγκριτη ικανότητά του να τα πλέκει σφιχτά όλ αυτά σε μιαν αφήγηση γεμάτη δραματικές κορυφώσεις και εκπλήξεις, που ανέτρεπε όλους τους κοινούς τόπους της αναιμικής και στείρα εξειδικευμένης ακαδημαϊκής λογιοσύνης. Αισθητική στη βαθύτερη ουσία της μια τέτοια ικανότητα, επέτρεπε στον Σπένγκλερ να βλέπει αόρατους στα μάτια των άλλων δεσμούς ανάμεσα στα ευκλείδεια μαθηματικά, στην αρχιτεκτονική του δωρικού ναού και στην πολιτική οργάνωση του ελληνικού άστεως, ή ανάμεσα στον απειροστικό λογισμό, στο γοτθικό τόξο, στη μουσική πολυφωνία και στην επεκτατικότητα της καπιταλιστικής επιχείρησης. Κυρίως έδειξε με συντριπτικό τρόπο ότι όλες οι λεγόμενες επιστημονικές «αλήθειες», όπως και τα θεολογικά δόγματα στα οποία άλλοι πολιτισμοί ώμνυαν όπως εμείς ομνύουμε σε αυτές, δεν είναι τίποτε άλλο από υφολογικά γνωρίσματα ενός ορισμένου πολιτισμού, ενσαρκώσεις μιας μοναδικής και ανεπανάληπτης «ψυχής» προορισμένα να συρρικνωθούν και να εξαφανιστούν αμετάκλητα μαζί με το μαρασμό εκείνης.
Υπάρχει εδώ μία κυκλική όπως λέμε, φιλοσοφία της ιστορίας, στηριγμένη σε μια πανίσχυρη νατουραλιστική μεταφορά: οι πολιτισμοί είναι οργανισμοί που γεννιούνται, αναπτύσσονται, κυριαρχούν, παρακμάζουν και πεθαίνουν -και η Ιστορία είναι ακριβώς η βιογραφία τους. Αυτό το θουκυδίδειο, και ουσιαστικά πεσιμιστικό όραμα της ιστορίας έρχεται σε δραματική ρήξη με όλες τις αισιόδοξες ιστορικές αφηγήσεις του διαφωτισμού (περιλαμβανομένου κι ενός «ορθόδοξου» μαρξισμού) των οποίων η προσήλωση σε μια σταθερή έννοια «προόδου» είναι βαθύτατα χρεωμένη στην ιουδαιοχριστιανική γραμμική αντίληψη της ιστορίας· προφήτης αυτής της ανησυχητικής ρήξης με την κυρίαρχη ιστορική ματιά του αστικού κόσμου, εκείνος που πρώτος τόλμησε να διαβάσει τη δυτική ιστορία ως πορεία όχι προόδου αλλά εκφυλισμού και παρακμής, είναι βεβαίως ο Νίτσε -και ακριβώς ο Νίτσε είναι ο ένας από τους δύο θεωρητικούς προδρόμους που αναγνωρίζει ο Σπένγκλερ. Αξίζει να πούμε ότι το μάθημα του Νίτσε (παράλληλα μ εκείνο του Φρόιντ) δεν θα αφήσει άθικτη ούτε τη νέα μαρξιστική φιλοσοφία της ιστορίας που ανασυγκροτείται στον εικοστό αιώνα από τη Σχολή της Φραγκφούρτης, η οποία είναι πλέον μια πεσιμιστική φιλοσοφία της ιστορίας, δύσπιστη απέναντι σε κάθε αφησυχαστικό όραμα προόδου. Η διαφορά ωστόσο του Σπένγκλερ από τον Νίτσε είναι ότι στον Νίτσε υπάρχει ακόμη μια προοπτική οικουμενικής ιστορίας, ενώ στον Σπένγκλερ αυτή κερματίζεται σε παράλληλες, ασύμμετρες, αέναα επανεκκινούμενες και αφανιζόμενες «ιστορίες»: βιογραφίες ακριβώς των διακριτών και εφήμερων οργανισμών που είναι οι μεμονωμένοι πολιτισμοί, οι οποίοι γεννιούνται και σβήνουν σαν κύματα στη θάλασσα...
Αν εξαιρέσουμε την «πρωτογενή ανθρωπότητα» της οποίας την ιστορία είναι δύσκολο ν ανασυγκροτήσουμε, ο Σπένγκλερ κατονομάζει οκτώ τέτοιους μείζονες πολιτισμούς: Αιγυπτιακός, Ασσυροβαβυλωνιακός, Ινδικός, Κινεζικός, Μεσαμερικανικός, Απολλώνιος, Μαγικός και Φαουστικός. Πίσω από τα αινιγματικά ονόματα των τριών τελευταίων -που ενδιαφέρουν και περισσότερο το συγγραφέα- κρύβονται ο κλασικός ελληνικός, ο πολιτισμός της Εγγύς Ανατολής με τη μυστηριακή - απολυτρωτική του δεσπόζουσα, που κορυφώνεται στις μονοθεϊστικές πίστεις και στα λαμπρά πολιτισμικά επιτεύγματα των Αράβων, και ο νεότερος δυτικός, που ξεκινάει από το δέκατο αιώνα μ.Χ. με δεσπόζουσες τις γοτθικές και βορειοευρωπαϊκές επιρροές. Ο χριστιανισμός διαιρείται στα δύο, καθώς το ορθόδοξο ανατολικό κομμάτι του εντάσσεται στο μαγικό πολιτισμό της Ανατολής (όπως και η όψιμη αρχαιότητα εν γένει), ενώ ο γοτθικός χριστιανισμός υπάγεται στον ευρωπαϊκό «φαουστικό» κύκλο. Ο κύκλος ζωής όλων των πολιτισμών ανασυγκροτείται από τον Σπένγκλερ, σαν μια διαλεκτική της «ψυχής» και των μορφών τους: υπάρχει κάτι σαν τη σπερματική πρωτο-μορφή του Γκέτε (ο Γκέτε είναι ο άλλος μεγάλος και αναγνωρισμένος πρόδρομος του Σπένγκλερ) η οποία ωθείται από μια παρόρμηση για εξωτερίκευση, και με τον τρόπο αυτό παράγει όλες τις ιδιάζουσες μορφές που χαρακτηρίζουν έναν πολιτισμό στην πορεία της ανάπτυξης και του μαρασμού του. Ετσι, αφού όλοι οι πολιτισμοί είναι καταδικασμένοι να ακολουθούν τον ίδιο επαναλαμβανόμενο ζωτικό κύκλο, μπορεί κάποιος να διαπιστώνει διαρκώς οριζόντιες αντιστοιχίες που αντανακλούν δομικώς (ή εξελικτικώς) ανάλογα στάδια στις τροχιές οιωνδήποτε πολιτισμών.
Η κύρια αντιστοιχία, που αξιοποιείται από τον Σπένγκλερ ως παράδειγμα για όλες τις άλλες, είναι αυτή ανάμεσα στον απολλώνιο και το φαουστικό τύπο πολιτισμού. Ευνόητο, αφού εκείνο που κυρίως ενδιαφέρει είναι το πεπρωμένο του «δικού μας», νεότερου δυτικού πολιτισμού και, βεβαίως, η σύγκριση ή αντιπαράθεση με τον κλασικό ελληνικό πολιτισμό συνιστά πάγιο πνευματικό ανακλαστικό της ευρωπαϊκής -και ιδίως της γερμανικής- λογιοσύνης.
Αντιστοιχία και σύγκριση στη γλώσσα του Σπένγκλερ σημαίνει να επισημανθούν αφενός οι αναλογίες των διαφόρων σταδίων τους, αφετέρου η ριζική διαφορετικότητα της «ψυχής» τους. Ο απολλώνιος πολιτισμός είναι στατικός, κλειστός, χωροποιητικός, αγαπάει τα διακεκριμένα σχήματα και τα καθαρά περιγράμματα· ο φαουστικός πολιτισμός είναι δυναμικός, ανοιχτός, χρονικός, επιθυμεί την απεριόριστη επέκταση και τη διαστολή στο άπειρο. Διακρίνονται, θα έλεγε κανείς, όπως τα γνωστά βιταλιστικά δίπολα μηχανικό/ζωικό, ανόργανο/οργανικό, κατατμητικό/ολοποιητικό, νοητικό/ενορατικό, κ.ο.κ. Η κρισιμότερη όμως διάγνωση του Σπένγκλερ είναι ότι αυτός ο μεγάλος φαουστικός πολιτισμός (ο «δικός μας» πολιτισμός, την αίσθηση υπεροχής του οποίου έναντι των άλλων πολιτισμών δυσκολεύεται να κρύψει) διάνυσε ήδη το μεσουράνημά του κάπου ανάμεσα στο δέκατο πέμπτο και το δέκατο όγδοο αιώνα, και τώρα βρίσκεται στη φάση της αναπόφευκτης παρακμής του - εξού και ο εμβληματικός τίτλος του βιβλίου. Η διαγνωστική των σύγχρονων παθολογιών του δυτικού κόσμου είναι από τα πιο διορατικά κομμάτια του έργου, των οποίων η αξία διατηρείται ακέραιη ακόμα και σ ένα θεωρητικό πλαίσιο εντελώς διαφορετικό από εκείνο του Σπένγκλερ: το στείρο πνεύμα του τεχνικισμού και του επιστημονικού αντικειμενισμού, οι ανυπέρβατοι ανταγωνισμοί οικονομίας και πολιτικής, οι καταστροφικές όψεις της μαζικής δημοκρατίας είναι μερικά μόνο από τα ζητήματα όπου ο συγγραφέας μάς χαρίζει ορισμένες εξαιρετικά γόνιμες ενοράσεις. Ως αυταρχικός και αμετανόητος λάτρης της ισχύος (αυτό είναι το πραγματικό ιδεολογικό νόημα του άκαμπτου νατουραλισμού του), παράλληλα ή ταυτόχρονα με τον ώμο του ρεαλισμό, δεν έχει άλλη διέξοδο, καταλήγοντας, από έναν ύμνο στην υπαρξιακή αποφασιστικότητα και την επίκληση ενός νέου καισαρισμού που θα καθυποτάξει το χρήμα και τις διαλυτικές ροπές της μάζας, χαρίζοντας μια ενδεχόμενη προθεσμία ζωής σε έναν πολιτισμό που έχει εμφανώς εξαντλήσει το ιστορικό του πεπρωμένο.
Η έκκλησή του υπήρξε ίσως προφητική· αυτό όμως, αντίθετα με τις προσδοκίες του, μοιάζει να επισπεύδει αποφασιστικά την πορεία μας ως πολιτισμού προς το θάνατο.
Oswald Spengler - «Η Παρακμή της Δύσης», (ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ).
Ο Oswald Spengler, Γερμανός ιστορικός, φιλόσοφος, αλλά και κοινωνικός αναλυτής, γόνος οικογένειας ανθρακωρύχων, γεννήθηκε το Μάιο του 1880 στο Μπλάκενμπουργκ της Γερμανίας. Στα πέντε χρόνια της ζωής του, γράφει ο άγνωστος τότε σε αυτόν Νίτσε το έργο «Τάδε έφη Ζαρατούστρα», το οποίο αργότερα θα τον επηρεάσει καθοριστικά. Η πεσιμιστική - ρομαντική οπτική του έχει έντονες επιρροές από τη νιτσεϊκή σκέψη και συνοδευόταν από την εχθρότητα απέναντι στην τεχνολογία και τις άλλες φυλές. Σπούδασε ευρύ φάσμα θετικών και ανθρωπιστικών επιστημών, όπως μαθηματικά, φιλολογία, ιστορία και φυσικές επιστήμες στα πανεπιστήμια της Γερμανίας, ενώ εντρύφησε στη διδασκαλία του μέγα αρχαίου Έλληνα φιλοσόφου Ηράκλειτου. Το 1904 αναγορεύεται σε διδάκτορα της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Γκέντιγκεν, θέση την οποία θυσιάζει, μετά από επτά έτη, για να συγγράψει το βιβλίο του, το οποίο εξεδόθη το 1918, υπό τον τίτλο «Η Παρακμή της Δύσης». Πεθαίνει το 1936, αλλά οι πεσιμιστικές του ιδέες περί της δυτικής παρακμής συνεχίζουν να ασκούν διαχρονική επιρροή, ιδιαίτερα σε εποχές κρίσεων.
Από πολύ νωρίς στρέφεται σε ιστορικοφιλοσοφικές μελέτες, ενώ βασικός άξονας της ενασχόλησης του με την ιστορία, υπήρξε η διερεύνηση και η κατάδειξη των νόμων που διέπουν την ανάπτυξη, την ολοκλήρωση και την πορεία παρακμής των μεγάλων πολιτισμών της ανθρωπότητας. Κυριαρχικό στοιχείο του έργου του είναι η αντίληψη του κάθε πολιτισμού ως οργανική οντότητα. Διαπραγματεύεται το οριστικό σβήσιμο ολόκληρου του Δυτικού πολιτισμού, μέσω τεκμηριωμένης ιστορικής ανάλυσης, εννοώντας την απονέκρωση του αξιακού συστήματος που τον δημιούργησε, που σημαίνει ότι όλες οι συνεπαγωγές του μοιραία θα μαραζώσουν, αποκομμένες από τη ρίζα τους. Θεωρεί ότι ο δυτικός πολιτισμός έχει φτάσει στο πνευματικό του γήρας και οι λαοί του τείνουν σε μία κατάσταση πολιτιστικής αδράνειας, την αποκαλούμενη ως «φελαχοποίηση».
Θεωρείται ο Προφήτης της παρακμής της Δύσης, διατυπώνοντας μια συλλογιστική μελέτη των πολιτισμών, θεωρώντας τους ως έμβια - βιολογικά όντα που διανύουν τον κύκλο της γέννησης, της ωρίμανσης, της ακμής, της παρακμής και του θανάτου, διατρέχοντας τις ανθρώπινες ηλικιακές βαθμίδες. Προσιδιάζουν σε μεγάλους οργανισμούς, οι οποίοι υπόκεινται σε μια κυκλική ανέλιξη, ενώ η παγκόσμια Ιστορία είναι η συνολική βιογραφία τους. Έκαστος έχει τη δική του ψυχή, η οποία αποτυπώνεται ακριβέστερα στην τέχνη, την οικονομική και επιστημονική σκέψη, καθώς και τη θρησκεία του. Ως σημάδια που προδικάζουν την κατάρρευση του δυτικού πολιτισμού επεσήμανε την επικρατούσα δύναμη του χρήματος σε όλα τα επίπεδα, αλλά και την κυριαρχία των μέσων μαζικής ενημέρωσης, στην κατεύθυνση της ανθρώπινη σκέψης, σε συνδυασμό με την έλλειψη προπομπών στους διανοούμενους και τους εκπαιδευτές της πολιτισμικής πραγματικότητας. Με περιγελαστική διάθεση αντιμετώπιζε τις τελεολογικές θεωρήσεις των ιστορικών εποχών, που συχνά χαρακτηρίζονται ως «καταδικασμένες» να περάσουν σε επόμενες «αυτοκαθαιρούμενες», υπό την έννοια κάποιας θρησκευτικής λυτρώσεως.
Η κυκλική θεωρία του Oswald Spengler δεν καταργεί μόνο το γνώριμο σχήμα περιοδολόγησης της παγκόσμιας ιστορίας, αλλά προτείνει την κυκλική – οργανική θνησιγένεια όλων των μορφών του πολιτισμού, την άρνηση του προοδευτισμού και της πίστης στη συνεχή, ευθύγραμμη πρόοδο. Αποφαίνεται ότι οι πολιτισμοί παραμένουν ανεξάρτητοι ο ένας από τον άλλο, με μοναδικό κοινό τους χαρακτηριστικό την οργανική τους νομοτέλεια, που συνιστά το πεπρωμένο τους. Κάθε πολιτισμός είναι ένας οργανισμός που διατηρεί σε κάποιο βαθμό μια σχέση με το εξωτερικό του περιβάλλον, παραμένοντας, όμως, πάντοτε αυτοτελής και ανεξάρτητος, ενώ η αυτοτέλεια του αυτή διέπεται από τον δικό της νόμο κίνησης. Ο γερμανός φιλόσοφος ασχολήθηκε με την βαθιά επίδραση των θρησκευτικών δογμάτων στους πολιτισμούς και στις κοινωνίες, σε μια εποχή που οι πάντες πίστευαν ότι η επιστημονική και η τεχνική πρόοδος θα ήταν ικανές από μόνες τους να αλλάξουν τα πάντα προς το καλύτερο, κάτι για το οποίο πολύ σύντομα διαψεύστηκαν. Γαλουχημένος με την γερμανική παράδοση της οντολογίας και του αντιδιαφωτισμού, βαθιά επηρεασμένος από τους Γκαίτε, Βάγκνερ και Νίτσε, επαναφέρει στο επίκεντρο του κοσμικού γίγνεσθαι τον Μύθο, ο οποίος αποτελεί το άχρονο παρόν. Προηγείται και ορίζει την ιστορία, αλλά και έπεται αυτής. Υπό αυτή την έννοια κάθε μεγαλόσχημος μύθος τοποθετείται στην αρχή ενός αφυπνιζόμενου πολιτισμού, αποτελώντας την πρώτη μορφοπλαστική του πράξη.
Ομοιάζει τον πολιτισμό με τη φύση, καθώς είναι συνδεδεμένος με τον χωροχρόνο. Με αυτό τον τρόπο θεωρεί τη φύση συνάρτηση των πολιτισμών, ενώ την Ιστορία ως την πραγμάτωση μιας ψυχής, η οποία μιλά μια συγκεκριμένη γλώσσα, αυτή που αποκαλείται «Πολιτισμός». Την πεποίθηση του αυτή ο Spengler την εμπλουτίζει με την έννοια του πεπρωμένου, ταυτίζοντας το με το «Αίμα», το αίμα το προγονικό που ρέει μέσα από την συνέχεια των γενεών. Η ανθρωπότητα ιδωμένη απλά, παραμένει μια ιδεολογική έννοια, κενή ιστορικού περιεχομένου, δίχως βιολογικό χαρακτήρα. Εν αντιθέσει, επισημαίνει πως τόσο βιολογικό, όσο και ιστορικό περιεχόμενο διαθέτει μόνο η Φυλή, ο Λαός και η Πόλις, όπου το πεπρωμένο είναι σε θέση να πλάθει την Ψυχή και την Ύπαρξη της. Εμβαθύνει στην έννοια της «Αλήθειας», εντοπίζοντας την αιωνιότητα της μονάχα σε συνάρτηση της με τη Φύση. Εκεί μονάχα διακρίνεται η αυθεντικότητα και το διαχρονικό του χαρακτήρα της, καθώς αυτό που αποκαλύπτεται είναι θεμελιωμένο σε αρχές νομοτελειακές και κατά συνέπεια αδιαμφισβήτητες.
Ενάντια στην αξία του Αίματος και της Παράδοσης, αντιπαραβάλλει την εξέγερση των δυνάμεων του χρήματος και του πνεύματος. Στην φαύλη αυτή κατάσταση, το μόνο που θεωρεί ικανό να την ανατρέψει είναι το Αίμα, η Φυλή δηλαδή, σε ένα είδος τελικής αναμετρήσεως. Επίσης, θεμελιώδης είναι ο τρόπος που ο συγγραφέας αντιλαμβάνεται τον «Μεγάλο Άνδρα», ταυτίζοντας τον ίδιο με το πεπρωμένο, καθώς ως πολιτικός άνδρας ενσαρκώνει όλη την ιστορία στο πρόσωπο του. Χαρακτηριστικά, εντοπίζει τον καταλυτικό του ρόλο στις πράξεις των πολλών, ενώ στην προσωπικότητα και το ήθος του διαβλέπει το επερχόμενο μέλλον. Τον μέγα πολιτικό τον χαρακτηρίζει ως «Σπορέα» και «Καλλιεργητή» του λαού του, δίνοντας με αυτό τον τρόπο έμφαση στο ρόλο του «Εθνικού Ηγέτη».
Επηρεασμένος, βαθιά, από τον Ηράκλειτο διαπραγματεύεται την ουσία του πολέμου, ανάγοντας τον στην γενεσιουργό αιτία του καθετί. Τον ταυτίζει, κατά κάποιο τρόπο, με την ιδιότητα του «Δημιουργού», από τον οποίο προέρχονται όλα τα μεγαλειώδη πράγματα. Αποφαίνεται ότι σε περίοδο ειρήνης ο άνθρωπος είναι αυτός που απλά πεθαίνει από κάτι. Αντίθετα, στον πόλεμο ο άνθρωπος πεθαίνει για κάτι, αναδεικνύοντας έτσι την Πίστη του σε κάτι Ανώτερο και Ιερό, σε μια Ιδέα η οποία αποτελεί την πυξίδα, σύμφωνα με την οποία προσανατολίζεται η ύπαρξη του και όλες οι εκφράσεις αυτής. Ο Spengler, ωστόσο, θέτει την έννοια του πολέμου σε ένα επίπεδο περισσότερο αρχέγονο και κοσμικό, περιγράφοντας τον ως την «πολιτική» όλων των έμβιων όντων, τα οποία όπως είναι ζώσα και πλήρη ενέργειας, προσανατολίζουν την ενέργεια τους αυτή σε μια κατάσταση διαρκής πάλης, τόσο για την επιβίωση τους, όσο και για την τελειότερη εξέλιξη τους. Έτσι, στον πόλεμο ακόμη και η ζωή που δεν έχει προορισμό ή αξία, καταφέρνει να βρει περιεχόμενο στον τρόπο που προσφέρεται.
Στην ανάλυση του, αντιπαραθέτει τον τεχνικό πολιτισμό με τον παραδοσιακό. Διακρίνει την Κουλτούρα, δηλαδή τον πνευματικό πολιτισμό που στηρίζεται στην Ιεραρχία, από τον τεχνικό πολιτισμό, που εδράζεται στην ισοπέδωση των αξιών. Έκπτωση και παρακμή του πολιτισμού συνιστά το πέρασμα από την Κοινότητα και την Πόλη, στο Άστυ, που δεν έχει λαό αλλά μάζα, η μετάβαση από την Παράδοση στον Αστισμό, που οδηγεί στην ερήμωση της ενδοχώρας και την έκπτωση των αξιών της Γής και του Αίματος. Έξω από τον πολιτισμό, ο άνθρωπος είναι ανέστιος και ιστορικά αδικαίωτος. Οι τεχνικοί πολιτισμοί συνιστούν πάντοτε την κατακλείδα, ακολουθώντας το γίγνεσθαι ως αποπερατωμένα γεγονότα, τη ζωή ως θάνατο, την εξέλιξη ως ακαμψία. Έτσι, αντί της πατρίδας υπάρχει η πόλη, ένα σημείο στο οποίο συγκεντρώνεται ολόκληρη η ζωή των ευρύτερων περιοχών, ενώ η υπόλοιπη χώρα «αποξηραίνεται».
Αναφέρει ότι ο κοσμοπολίτικος τρόπος ζωής εκριζώνει τους ανθρώπους από τη γη τους, στερώντας τους το δικαίωμα της ύπαρξης τους στο μέλλον, καθώς η χαοτική ψυχοσύνθεση τους επιβάλλεται και εξαπλώνεται σε όλα τα επιμέρους κομμάτια του πολιτισμού. Η ψυχή του λαού αποχωρίζεται από τον γενικότερο ψυχισμό του πολιτισμού της. Οι αποκομμένοι από τις ρίζες τους και την ύπαιθρο άνθρωποι σηματοδοτούν τον φυλετικό θάνατο, ενώ τη θέση του λαού παίρνει ο όχλος και η μάζα, η οποία απευθύνεται ναι μεν στους πολλούς, αλλά όχι στους «καλούς». Έτσι, στο πρότυπο του κοσμοπολίτη βρίσκεται ο άχρονος και ανιστορικός άνθρωπος, εκείνος που δεν έχει πεπρωμένο και είναι αποξενωμένος από την φυλή και, συνάμα, την ύπαρξη του. Αντί ενός εύμορφου και συμφυούς με τη γη λαού, ένας νέος νομαδικός τύπος, ένα παράσιτο, ο κάτοικος της μεγαλούπολης χωρίς παράδοση, εμφανίζεται σε μια άμορφη κυμαινόμενη μάζα, άθρησκος, λογοκρατούμενος, υλιστής. Αυτή ακριβώς η κοσμόπολη αποτελεί το ειδοποιό σύμπτωμα ενός θνήσκοντος πολιτισμού. Ο Spengler αποφαίνεται ότι οι πολυπολιτισμικές κοινωνίες δημιουργούνται, διαμορφώνονται και συντηρούνται από την δημοκρατία, η οποία εκφυλιζόμενη όπως είναι ταυτίζεται με την πολιτειακή τάξη της κοσμόπολης, τα κόμματα και την κομματοκρατία τους. Υπό αυτή την έννοια, η δημοκρατία της κομματοκρατίας κυριαρχείται από το χρήμα, αντιμετωπίζοντας τον κόσμο με μια διάθεση ληστρική, ως να αποτελεί λεία της. Εν αντιθέσει, ο πνευματικά καλλιεργημένος άνθρωπος αντιλαμβανόμενος την αξία της ιστορικής του κληρονομιάς επιλέγει να στρέφει και να προσανατολίζει την ύπαρξη του, στις παραδοσιακές, προγονικές δομές του πολιτισμού του.
Θεωρεί ότι ο κάθε Πολιτισμός εμπνέεται από ένα συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου. Στον Αρχαιοελληνικό Πολιτισμό ο αντιπροσωπευτικός τύπος είναι ο «Ευκλείδειος Άνθρωπος», που θέλει απλώς να υπάρχει, να ζει σαν ένα από τα άλλα στοιχεία του Κόσμου. Στον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό αντιπροσωπευτικός τύπος είναι ο «Φαουστικός Άνθρωπος», που θέλει να επιβάλλει πάση θυσία τη βούληση του, θέλει να νικήσει. Πιστεύει ότι δεν είναι απλά ένα από τα στοιχεία του κόσμου, αλλά ότι ο ίδιος είναι ο Κόσμος. Έτσι έναντι στον Αγωνιζόμενο Άνθρωπο βρίσκεται ο Φαουστικός, ο οποίος παρασυρμένος από τον αλλοπρόσαλλο προοδευτισμό, έθεσε τον εαυτό του σε ένα άλλο είδος δουλείας. Με ψυχή καταδυναστευμένη, υποθήκευσε την ελευθερία του έναντι των υλικών αναγκών, ξεπουλώντας τον εαυτό του στην πολυτέλεια και την απόλαυση. Αρέσκεται στην ξενομανία και τον μιμητισμό, καθώς έχει απολέσει κάθε σύνδεση με την παράδοση του. Αυτό που επικρατεί είναι η μονομέρεια έναντι της πνευματικής διεύρυνσης. Τότε ο ρυθμός και η αισθητική που αποτελούν την τεχνοτροπία των μεγάλων πολιτισμών εκτοπίζονται, μεταπηδώντας από το απολλώνιο στο φαουστικό. Ο συγγραφέας, αυτή την τέχνη την αντιλαμβάνεται ως μορφή και έκφραση της ψυχής του Πολιτισμού, του Αίματος και του Πεπρωμένου της.
Στην παρακμή η ποσότητα κυριαρχεί της ποιότητας, η άρριζη κοσμόπολη αντικαθιστά την αγροτική λαϊκή κοινότητα, το εμπορικό κέρδος και ο καταναλωτισμός, τον ηρωισμό. Σε αυτήν την σκοτεινή εποχή η παρακμή λατρεύεται ως κάτι μοντέρνο και προοδευτικό. Οι πολυφυλετικές κοινωνίες ισοπεδώνουν τα Έθνη, τις Φυλές και τους Πολιτισμούς. Πίσω, όμως, από αυτή την Παρακμή της Δύσης κρύβεται η πλουτοκρατία και η εξουσία των αστών. Η ανθρωπότητα αποχαυνώθηκε από την αξιακή κενότητα του πολιτισμού που δημιούργησε, ενώ έχει απωλέσει τον ευγενή χαρακτήρα της, τα ήθη και τα έθιμα της. Τακτοποιείται και παραμένει ασφαλής σε έναν κόσμο υλικής αφθονίας. Από αυτήν προβλήθηκε το πρότυπο του σύγχρονου «Μαζανθρώπου», του οποίου προσφέρθηκε αφειδώς η εύκολη ζωή και εκείνος έκλεισε την καρδιά και πούλησε την ψυχή του. Αδιάφορος και ανεύθυνος κατέλαβε τη θέση του ισχυρού, θεωρώντας τον εαυτό του ως εκλεκτό.
Πολλοί διακρίνουν στον Spengler ένα στοιχείο πεσιμιστικό, ωστόσο πρόκειται για μια αντίληψη ποτισμένη με μια ηρωική απαισιοδοξία. Αναδεικνύει το πρότυπο του Αγωνιζόμενου Ανθρώπου, ο οποίος αν και γνωρίζει την αμετάκλητη τάση των πολιτισμών προς την παρακμή, ωστόσο εκτελεί το καθήκον του. Αποκαλύπτει ότι όταν ο άνθρωπος καταφέρει να ενεργοποιήσει τα αποθέματα ψυχικής και πνευματικής του δύναμης, δύναται να καταλύσει οποιαδήποτε μορφή δουλείας, εντοπίζοντας με αυτό τον τρόπο την ενυπάρχουσα δημιουργική δύναμη του ανθρώπου. Πεποίθηση του είναι ότι οι δυνάμεις που θα σείσουν το μέλλον δεν είναι παρά εκείνες του παρελθόντος: η θέληση του δυνατού, τα υγιή ένστικτα, η φυλή, η θέληση για κατοχή και ισχύ. Με τη σκέψη του εξεγείρεται, αντιπροσωπεύοντας όλους τους Εθνικιστές, επιζητώντας οι κοινωνίες και οι άνθρωποι να κρίνονται βάσει αξιοκρατικών και πνευματικών κριτηρίων και όχι οικονομικών. Η σύγχρονη σκέψη του δηλώνει, αναμφισβήτητα, ότι βρισκόμαστε στο μεταίχμιο δυο εποχών, όπου ένας παλαιός κόσμος δύει και ένας νέος ανατέλλει. Με πνεύμα οξύτατα αντισυμβατικό υπήρξε «πληγή» για τους κρατούντες. Οπαδός του νιτσεϊκού πνευματικού ελιτισμού κηρύττει τον Ηρωικό Βιταλισμό και τάσσεται υπέρ της Φυλετικής Ψυχής, που είναι ο γεννήτορας του ιδιαίτερου Πολιτισμού κάθε λαού. Χαράζει το δρόμο για μια καθολική ζωή Σκέψης και Δράσης, όπου ο κόσμος της Λογικής και της Τάξης, θα μπορεί να συνυπάρχει αρμονικά με τον κόσμο του Χάους, των Συναισθημάτων και των Ενστίκτων, προτρέποντας στην ενότητα του Έθνους και της Κουλτούρας.
Eickstedt: "Η φυλή καθορίζει την ιστορία".
Αναστάσης Βιστωνίτης (συγγραφέας)
Το 1924 ο Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ έγραφε στον Μάξγουελ Πέρκινς, επιμελητή των βιβλίων του στις εκδόσεις Scribner: «Διάβαζα Σπένγκλερ το καλοκαίρι που έγραφα τον Μεγάλο Γκάτσμπι και δεν νομίζω ότι θα συνέλθω ποτέ απ αυτό». Δεν ήταν ο μόνος. Κανένα θεωρητικό έργο του 20ού αιώνα δεν προκάλεσε τόσες συζητήσεις και διαμάχες όσες H παρακμή της Δύσης. Τα όσα μεσολάβησαν στα 80 χρόνια που πέρασαν από την πρώτη του έκδοση καθιστούν το μνημειακό αυτό έργο οδυνηρά πιο επίκαιρο. Εστω και αργά, H παρακμή της Δύσης κυκλοφορεί στα ελληνικά σε εξαίρετη μετάφραση, που συνοδεύεται από διαφωτιστικές σημειώσεις, του Λευτέρη Αναγνώστου. Και μόνο το γεγονός ότι φαίνεται να υπάρχει κοινό υποδοχής για ένα έργο 1.500 σελίδων είναι στοιχείο ωρίμανσης της ελληνικής βιβλιοαγοράς και κατά συνέπεια της πνευματικής μας ζωής, αλλιώς ουδείς εκδότης θα ήταν διατεθειμένος να αναλάβει το ρίσκο - πόσο μάλλον όταν πρόκειται, όπως εδώ, για αρνητικό βιβλίο.
Ζωή και θάνατος των μορφών
Η κυκλική αντίληψη της ιστορίας που εισήγαγε και ανέπτυξε συστηματικά και σε τεράστιο βάθος πεδίου ο Σπένγκλερ έχει απορριφθεί από τη μεγάλη πλειονότητα των ιστορικών και των κοινωνικών επιστημόνων. Η υπόθεση, δηλαδή, ότι η Ιστορία καθορίζεται από την ακμή, το γήρας και τον θάνατο των μεγάλων πολιτισμών-φορέων της μόνο από τον Τόινμπι είχε υιοθετηθεί. Το ότι κατανοούμε τον πολιτισμό όχι μέσω της διαδοχής των ιστορικών εποχών αλλά της μορφολογίας τους ανέτρεπε εδραιωμένες πεποιθήσεις τόσο όσον αφορά τη ζωή και τον θάνατο των μορφών όσο και την πορεία του ανθρώπου μέσα στον χρόνο και στην Ιστορία. Το ότι αποδείχθηκε τελικά πως ο Σπένγκλερ είχε δίκιο και όχι οι αντίπαλοί του προκαλεί μεγάλες ανησυχίες. Υποθετικά μιλώντας, ο καλλιτέχνης δικαιούται, ας πούμε, να είναι όσο πεσιμιστής θέλει, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με τον επιστήμονα. Το προκλητικό επί του προκειμένου συνίσταται στο ότι ο Σπένγκλερ, μια νεορομαντική φυσιογνωμία, υπήρξε καλλιτεχνική φύση εφοδιασμένη με τεράστια επιστημονική συγκρότηση. Τα πράγματα δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο και από το γεγονός ότι αυτός ο «ορκισμένος» Κεντροευρωπαίος αλλά ταυτοχρόνως και αποσυνάγωγος της πρωσικής παράδοσης έστησε πάνω στα ερείπια ενός πολιτικοκοινωνικού συστήματος, τις τιμές του οποίου αρνήθηκε, τη μία μετά την άλλη, το δοξαστικό και την ελεγεία της πτώσης του προεκτείνοντάς το ως την έσχατη Θούλη του χρόνου.
Αρνήθηκε τις προτάσεις να αναλάβει καθηγητής σε γερμανικά πανεπιστήμια και όλη του τη ζωή βρισκόταν σε σύγκρουση με την κατεστημένη παιδεία. Οι ναζιστές τον θεοποίησαν, ο ίδιος όμως κράτησε αποστάσεις από το χιτλερικό καθεστώς, όχι βεβαίως γιατί ήταν κανένας δημοκράτης αλλά επειδή ένιωθε απέχθεια για τις μάζες (στο ορμέμφυτο των οποίων απευθυνόταν ο ναζισμός) και τον «πρωτόγονο αντισημιτισμό», όπως έλεγε, του καθεστώτος. Συνάντησε τον Χίτλερ μόνο μία φορά στο Μπαϊρόιτ και αυτή αρκούσε για να τον χαρακτηρίσει «χοντροκομμένο» και «ανόητο». Πεθαίνοντας το 1936 και ενώ πιο μπροστά οι ναζιστές είχαν απαγορεύσει και την παραμικρότερη αναφορά στο όνομά του, αυτός ο μοναχικός, μοναρχικός και εγωτικός αναρχικός πήρε μαζί του δύο βιβλία των μεγάλων του δασκάλων: τον Φάουστ του Γκαίτε και τον Ζαρατούστρα του Νίτσε.
Το φθινόπωρο του πολιτισμού
Ο Σπένγκλερ εξετάζει τον κάθε πολιτισμό ως ενιαία και οργανική οντότητα, ως έναν οργανισμό που αναπτύσσεται, ωριμάζει, παρακμάζει και πεθαίνει. Ο τωρινός δυτικός πολιτισμός, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του, βρίσκεται στο φθινόπωρό του - άρα στα πρώτα στάδια της παρακμής του. Είναι φαουστικός, δηλαδή πολιτισμός όχι του κενού διαστήματος αλλά του άπειρου χρόνου και της εξαγοράς του, και επεκτατικός, επομένως πολιτισμός της θέλησης και της δύναμης, του χρήματος και της μηχανής. Το 1918, όταν δημοσιεύτηκε ο πρώτος τόμος της Παρακμής, όλοι πίστευαν ότι τον A/ Παγκόσμιο Πόλεμο θα τον διαδεχόταν η ειρήνη, ενώ ο Σπένγκλερ ήταν ο μόνος που υποστήριζε ότι ένας νέος παγκόσμιος πόλεμος περίμενε την ανθρωπότητα. Σε μια εποχή που οι περισσότεροι ισχυρίζονταν ότι ο άνθρωπος είναι φύσει καλός, ο Σπένγκλερ έλεγε πως ο άνθρωπος είναι ζώο αρπακτικό και κατακτητικό, ότι είναι ο αρχέγονος κυνηγός, απηχώντας τον Νίτσε. Η κυκλική αντίληψη της Ιστορίας φυσικά είναι μεταφορά της νιτσεϊκής θεωρίας περί αιώνιας επιστροφής (ή επαναστροφής). Οσοι αντιδρούσαν κατά του Σπένγκλερ λειτουργούσαν υπό το καθεστώς συναισθηματικής φόρτισης. Οι αντίπαλοί του, ακαδημαϊκοί δάσκαλοι της κατεστημένης παιδείας κυρίως, δεν είχαν το ανάστημα και τα εφόδια να συγκριθούν μαζί του, γι αυτό και ο Σπένγκλερ, όντας χωρίς αντίπαλο, «τους κατσάδιαζε σαν επιλοχίας», όπως λέει ο Αντόρνο.
H παρακμή της Δύσης, ωστόσο, για τον σημερινό αναγνώστη δεν είναι μόνο ένα θεμελιακό κείμενο εποχής, είναι πρωτίστως έργο του οποίου τα ερωτήματα και οι απαντήσεις εξακολουθούν να υφίστανται και μάλιστα να επανέρχονται σήμερα, ύστερα από τις συνεχείς διαψεύσεις των μεγάλων κοινωνικών επαγγελιών, ως ζητήματα μείζονος σημασίας. Ελάχιστα παραδείγματα άλλωστε αρκούν: οι μονεταριστικές κοινωνίες των ημερών μας δεν είναι παρά επιβεβαιώσεις των όσων λέει ο Σπένγκλερ για τη λειτουργία του χρήματος στις σύγχρονες καπιταλιστικές δημοκρατίες. Τα καισαρικού τύπου καθεστώτα, που επικράτησαν σχεδόν σε όλη την Ευρώπη κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου, απλώς επιβεβαίωναν τα όσα είχε προβλέψει. Η ίδια η έννοια της παρακμής είναι βαθιά ριζωμένη στη νεότερη φάση του δυτικού πολιτισμού και επανέρχεται σαν κακό όνειρο στις σύγχρονες κοινωνίες. Η διάσταση φύσης και πόλης, που ως κοινωνικό και πολιτισμικό φαινόμενο αποτελεί την κραυγαλέα διάψευση των όσων ευαγγελίστηκε στην Ουτοπία του ο Τόμας Μουρ, είναι προδρομική περιγραφή του οικολογικού εφιάλτη των ημερών μας. Αν θέλει κανείς να καταλάβει γιατί μετά τον Διαφωτισμό, ύστερα από δύο παγκοσμίους πολέμους και τα εκατομμύρια των νεκρών που στοίχισαν στην ανθρωπότητα, ο κοινωνικός δαρβινισμός σαρώνει τον κόσμο της Δύσης, δεν έχει παρά να διαβάσει αυτό το προκλητικό βιβλίο.
Φαουστικός και απολλώνιος χρόνος
Ο Σπένγκλερ πρώτος διέκρινε και περιέγραψε με εκπληκτική ακρίβεια τις διαφορές ανάμεσα στον φαουστικό και στον απολλώνιο χρόνο και κατ επέκταση το χάσμα που χωρίζει τους πρωτοϊστορικούς πολιτισμούς από τον σύγχρονο κόσμο. Μίλησε για τη βαθιά επίδραση των θρησκευτικών δογμάτων στους πολιτισμούς και στις κοινωνίες σε μια εποχή που οι πάντες πίστευαν ότι η επιστημονική και η τεχνική πρόοδος θα ήταν από μόνες τους ικανές να αλλάξουν τα πάντα προς το καλύτερο, για να διαψευστούν πολύ σύντομα. Επιπλέον μίλησε για τη μοίρα και το πεπρωμένο με έναν τρόπο τόσο σαγηνευτικό όσο και επικίνδυνο, απευθυνόμενος στην καρδιά και στον νου όχι μόνο των εθνικιστών της Ευρώπης αλλά και αναρίθμητων διανοουμένων της άλλης όχθης. Πόσα από τα όσα λέει για τη μοίρα και το πεπρωμένο ο Μαλρό λ.χ. δεν έχουν την καταγωγή τους στον Σπένγκλερ;
H παρακμή της Δύσης αποτελεί χωρίς αμφιβολία ένα από τα αντιπροσωπευτικότερα έργα του γερμανικού πνεύματος, ένα sturm und drang στις πολιτισμικές και στις ιστορικές σπουδές. Πρωτίστως όμως είναι βιβλίο που απευθύνεται στο μορφωμένο αναγνωστικό κοινό, έργο που συναρπάζει τον αναγνώστη με τον τρόπο, θα έλεγα, που συναρπάζει και τον ίδιο τον Σπένγκλερ η θεωρία του. Αξίζει να διαβαστεί και μόνο για να διαφωνήσει κανείς με τον συγγραφέα του - στο ανώτερο ωστόσο πεδίο των ιδεών και της υψηλής εποπτείας.
ΣΤΑΝΤΗΣ Ρ. ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ
Το έργο του Σπένγκλερ εμφανίστηκε σαν τον κομήτη του Χάλεϊ: σκοτεινός προάγγελος του τέλους του Κόσμου!
Σε μιαν κρίσιμη όσο και τραγική εποχή για την ηττημένη στον Πρώτο Παγκόσμιο Γερμανία, ένας Πρώσος πατριώτης προέβλεπε το οριστικό σβήσιμο ολοκλήρου του Δυτικού πολιτισμού. Οχι εξ αποκαλύψεως, αλλά με τεκμηριωμένη ιστορική ανάλυση. Οχι από καθέδρας, αφού είχε αρνηθεί την προσφερθείσα έδρα Φιλοσοφίας στη Γοτίγγη, όπως επρόκειτο λίγα χρόνια αργότερα ν απορρίψει και την έδρα Ιστορίας του Πολιτισμού στη Λιψία. Στοχαστής με πνεύμα οξύτατα αντισυμβατικό, που ποτέ δεν μπορούν να χωνέψουν οι κρατούντες, γι αυτό και παρά έναν πρώτο εναγκαλισμό εκ μέρους των ανερχόμενων εθνικοσοσιαλιστών, αυτός μεν έμεινε ηθελημένα απ έξω, κι εκείνοι καταλαβαίνοντας γρήγορα πως δεν θα κατάφερναν να τον κάνουν δικό τους, τον περιόρισαν στη σιωπή!
Το έργο του έγινε γρήγορα η «Βίβλος» της Φιλοσοφίας της Ιστορίας και διαβάστηκε τόσο από ενθουσιώδεις λάτρες της σκέψης του όσο και από πεισματικά μαινόμενους αρνητές της. Ο χειμαρρώδης, άκρως ποιητικός και συνάμα έντονα εγωτικός του λόγος, οι γενναίες συλλήψεις και η καθαρότητα της ματιάς, του εξασφαλίζουν ακόμη και σήμερα μιαν εξέχουσα θέση στην ευρωπαϊκή γραμματεία.
Από την εισαγωγή του κιόλας, ρίχνεται με πάθος κατά του κατεστημένου τρόπου αντιμετώπισης της Ιστορίας από φιλοσόφους και ιστορικούς. Στηλιτεύει τον εγκλωβισμό τους στα όρια των δυτικών και μόνο πολιτισμών, χτυπάει τις στείρες περιοδολογήσεις σε: «Αρχαιότητα», «Μεσαίωνα» και «Νεότερους χρόνους», περιγελά την τελεολογική θεώρηση των ιστορικών εποχών, που συχνά χαρακτηρίζονται σε φημισμένα κιόλας συγγράμματα ως «καταδικασμένες» τάχα να περάσουν σε επόμενες -«αυτοκαθαιρόμενες» υπό τύπον θρησκευτικής λύτρωσης... Αρνείται ρητά οιαδήποτε έννοια «σκοπού» ή «προόδου» μες στην Ιστορία και καθαιρεί το Θεό από «αρχιτέκτονα του εκάστοτε σχεδίου του Κόσμου». Αποτέμνει με αλύπητο νυστέρι την υπολανθάνουσα αισιοδοξία, που ίσως βολεύει τους πολλούς, αλλοιώνει όμως την κρίση μας. Τέλος, υπενθυμίζει τη σχετικότητα των πορισμάτων της σκέψης σε συνάρτηση προς το χώρο πάντα και το χρόνο, αρνούμενος τις «αιώνιες» ή «οικουμενικές» αλήθειες.
- Καταθλιπτικός, πεσιμιστής, θα πείτε; Εκείνος έγραφε στον Πρόλογό του: Το ουσιώδες είναι η σκληρότητα της ζωής. Οχι η έννοια της ζωής, όπως τη διδάσκει η ιδεαλιστική φιλοσοφία της στρουθοκαμήλου. Οποιος δεν ξεγελιέται από τις έννοιες δεν αισθάνεται τη θέση μου ως απαισιοδοξία. Οι υπόλοιποι δεν παίζουν κανένα ρόλο!
Ενας τέτοιος λόγος όμως κάπου αναπέμπει... Και δεν είναι τυχαίο που αντί καθηγητάδων, φίλων και συναδέλφων, εις θέσιν δασκάλων, στους οποίους «οφείλει σχεδόν τα πάντα» μνημονεύει δύο μόνον ονόματα: Γκέτε και Νίτσε! Από τον Γκέτε έχω τη μέθοδο, από τον Νίτσε τον προβληματισμό!
Σε τι συνίσταται όμως η νέα αυτή «Αποκάλυψη» της Ιστορίας;
Για τον Σπένγκλερ, οι πολιτισμοί είναι οργανισμοί. Η παγκόσμια Ιστορία είναι η συνολική βιογραφία τους. Καθένας τους έχει τη δική του ψυχή, η οποία αποτυπώνεται ακριβέστερα στην Τέχνη, την οικονομική και επιστημονική σκέψη καθώς και τη θρησκεία του. Διατρέχουν τις ηλικιακές βαθμίδες του ανθρώπου, κι όλοι τους έχουν παιδική ηλικία, νιάτα, ωριμότητα και γηρατειά.
Ενας πολιτισμός γεννιέται όταν μια μεγάλη ψυχή ξυπνάει μες από την πρωτογενή κατάσταση του αιωνίως παιδικού ανθρώπου και αποχωρίζεται -μια μορφή που αναδύεται από το άμορφο. Ανθίζει σε συγκεκριμένη περιοχή, με την οποία και παραμένει συνδεδεμένη σαν φυτό.
Στη νεανική ηλικία, μια ισχυρή κινητήριος θρησκευτική ροπή, κατά βάσιν πάντα, φέρει σταδιακά προς την πνευματική και υλική ανάπτυξη. Στην Τέχνη φυσάει ένας ανοιξιάτικος αέρας και μια μυθική συνείδηση του κόσμου παλεύει με όλα τα σκοτάδια και τους δαίμονες μέσα της και στη φύση για να ωριμάσει, αναζητώντας την πιο καθαρή και φωτεινή έκφραση της ουσίας της ύπαρξής της. Κυριαρχεί ακόμα η παιδική λαχτάρα και ο φόβος.
Οσο πλησιάζει προς το μεσουράνημα τόσο πιο ανδρική, πιο στυφή, αυτοκυρίαρχη και κορεσμένη γίνεται η μορφολογική του γλώσσα, τόσο πιο βέβαιη αισθάνεται τη δύναμή του ένας πολιτισμός, τόσο σαφέστερα γίνονται τα χαρακτηριστικά του. Αργότερα, εμφανίζονται τα τρυφερά σχεδόν εύθραυστα έργα μιας πονεμένης γλυκύτητας -όπως οι Καρυάτιδες, τα αραβουργήματα των πεταλοειδών τόξων των Σαρακηνών, ο Βατό και ο Μότσαρτ.
Στη γεροντική του φάση, ο πνευματικός πολιτισμός υποκαθίσταται από θυελλώδη ανάπτυξη του τεχνικού. Οι τεχνικοί πολιτισμοί συνιστούν πάντοτε την κατακλείδα. Ακολουθούν το γίγνεσθαι ως αποπερατωμένα γεγονότα, τη ζωή ως θάνατος, την εξέλιξη ως ακαμψία, την ύπαιθρο και την ψυχική παιδική ηλικία ως πνευματικά γηρατειά και πέτρινη απολιθωτική «κοσμόπολη». Τούτη ακριβώς η κοσμόπολη, καθώς τη λέει, αποτελεί το ειδοποιό σύμπτωμα ενός θνήσκοντος πολιτισμού. Η ανάπτυξη των τερατωδών αυτών τέλεια πολεοδομικά οργανωμένων συμπλεγμάτων, ξεκίνησε με την Αλεξάνδρεια και τη Ρώμη και εμφανίστηκαν πανομοιότυπα, με την εντυπωσιακή τους γεωμετρία, σ όλους τους πολιτισμούς. Στα νεότερα χρόνια πήραν τη σκυτάλη το Παρίσι, το Βερολίνο, το Λονδίνο και η Νέα Υόρκη, που καταπίνουν αχόρταγα τον περίγυρό τους μην αφήνοντας τίποτε άλλο πέρα από μια σχεδόν ακατοίκητη έρημο, και απομυζώντας όλες τις υγιείς δυνάμεις της υπαίθρου. Ο άνθρωπος της μεγαλούπολης, καθαρός ρεαλιστής, πραγματιστής, πολέμιος κάθε παράδοσης και του πνευματικού πολιτισμού συλλήβδην, εμφανίζεται σε μια άμορφα κυμαινόμενη μάζα, άθρησκος, ευφυής, άγονος. Χαρακτηριστικό του μάλιστα: η φυσική στειρότητα, που δεν έχει την αιτία της στην οικονομική τάχα κρίση, αλλά αποτελεί «μεταφυσική» καθαυτό στροφή προς το θάνατο!
Στο λυκόφως πια, η φωτιά της ψυχής σβήνει. Στο χώρο της Τέχνης, η μειωνόμενη δύναμη αποτολμά μιαν ακόμα φορά με μισήν επιτυχία -με τον κλασικισμό, που δεν λείπει από κανέναν φθίνοντα πολιτισμό- να φέρει σε πέρας μια μεγάλη δημιουργία. Η ψυχή ξαναθυμάται με πόνο, όπως στο Ρομαντισμό, την παιδική της ηλικία. Στη σφαίρα της πολιτικής πράξης εμφανίζεται ο Ιμπεριαλισμός, που πρέπει να νοείται ως σύμβολο της Εξόδου του Τέλους. Κανένας λαός δεν μπορεί να κομπάζει επί αιώνες στο προσκήνιο της Ιστορίας. Κι όπως ο πνευματικά καλλιεργημένος άνθρωπος στρέφει την ενέργειά του προς τα μέσα, έτσι ο τεχνικά πολιτισμένος τη στρέφει προς τα έξω! Η επεκτατική τάση είναι κάτι μοιραίο και δαιμονιώδες, που αρπάζει τον όψιμο άνθρωπο του παγκόσμιου σταδίου, τον αναγκάζει να την υπηρετήσει και τον αναλώνει, είτε θέλει είτε όχι είτε το ξέρει είτε όχι! (Προέβλεπε, μάλιστα, πως και ο ελάχιστα αναπτυγμένος στις μέρες του Σοσιαλισμός, όσο και αν τότε ακόμη εναντιωνόταν στην επέκταση, μια μέρα θα γίνει ο κυριότερος φορέας της!)
Στην ύστατη αυτή φάση, η κουρασμένη, στεναχωρημένη ψυχή ποθεί απ το χιλιόχρονο φως ν αποσυρθεί ξανά στο σκοτάδι του μυστικισμού, στη μήτρα, δηλαδή στον τάφο. Επιστρέφει στη μαγεία της «δεύτερης θρησκευτικότητας», όπως οι άνθρωποι της όψιμης Αρχαιότητας στη λατρεία του Μίθρα, της Ισιδας και του Ηλιου.
Φυσικά, ύστερα από τη λεπτομερή αυτή «Παθολογία», περιττεύει ν αναρωτηθεί κανείς πού βρίσκεται ο δυτικός πολιτισμός. Ο Σπένγκλερ δεν αφήνει περιθώρια γι αυταπάτες, διεξόδους και υπεκφυγές: Δεν έχουμε την ελευθερία να επιτύχουμε τούτο ή εκείνο. Είμαστε όμως ελεύθεροι να κάνουμε το αναγκαίο ή να μην κάνουμε τίποτε. Κι ένα πρόβλημα που έθεσε η αναγκαιότητα της Ιστορίας θα λυθεί με ή παρά τη θέληση του ατόμου.
Ολα τούτα θα συνιστούσαν έναν σαγηνευτικό ποιητικό δογματισμό, αν δεν συνοδεύονταν από εξαίρετες αναλύσεις των επιμέρους εκφάνσεων κάθε πολιτισμού και πολύ πετυχημένους παραλληλισμούς φάσεων και φαινομένων διαφορότατων πολιτισμών, με μεγάλες αποστάσεις χώρου και χρόνου να τους χωρίζουν, που όμως η πένα του Σπένγκλερ καταφέρνει να δείξει πειστικότατα τις βαθύτερες συγγένειές τους, ρίχοντάς τους ένα νέο φως. Βέβαια, το να παρακολουθήσει κανείς τη σκέψη του δεν είναι πάντα εύκολο, καθόσον, παρ όλη την απλή κατά βάσιν γραφή του, οι γνωστικοί του ορίζοντες είναι τόσον ευρείς, ώστε ο αμύητος δυσκολεύεται να συλλάβει την ανάπτυξή του, λ.χ., περί μη υπάρξεως μίας Μαθηματικής επιστήμης, αλλά ιδιαίτερων Μαθηματικών για κάθε πολιτισμό, ενώ εφιστά περαιτέρω την προσοχή στις υπολανθάνουσες κι ωστόσο υποχρεωτικές σχέσεις μεταξύ Μαθηματικών και μουσικής Σύνθεσης ή Ζωγραφικής κάθε εποχής.
Φυσικά, οι τέτοιες αντιλήψεις ανοίγουν και νέους ορίζοντες στο μελετητή της Ιστορίας. Αν όλες οι εκφάνσεις ενός πολιτισμού συναρτώνται και αν δεν αποτελούν παρά αναγκαίες εκδηλώσεις ενός οργανικού όντος σε μια φάση του βίου του, τότε, όσον αφορά μεν το παρελθόν, το πεδίο δράσης των ερευνητών διευρύνεται απεριόριστα, αφού με δεδομένη τη Διακοσμητική ή την Αρχιτεκτονική, για παράδειγμα, ενός πολιτισμού μπορούμε να αχθούμε στις φιλοσοφικές ή επιστημονικές αντιλήψεις των φορέων του, ενώ, απ την άλλη, το μέλλον δεν είναι πλέον αρμοδιότητα του μάντη ή της χαρτορίχτρας, αλλά του επιστήμονα, που στηριγμένος σε τεκμηριωμένες αναλογίες μπορεί να προβλέψει τα επερχόμενα στάδια και φάσεις του ιστορικού γίγνεσθαι.
Ενα τέτοιο έργο 1.300 σελίδων απαιτεί τρομερό μεταφραστικό μόχθο και ο εκδότης που ανέλαβε, έστω και με καθυστέρηση 80 ετών, να μεταφέρει τον Σπένγκλερ στα ελληνικά, πρόσφερε έργο αληθινά εθνικό! Ο Λ. Αναγνώστου απέδωσε ικανά την εμπνευστική γραφή του Γερμανού σοφού, αντιμετώπισε επιτυχώς τη δύσκολη φιλοσοφική ορολογία κι εκατοντάδες ονόματα και τοπωνύμια, ενώ πρόσθεσε παράλληλα και σχόλια συνοπτικά, επαρκή, χρήσιμα και άμεσα κατανοητά. Είναι σαφής η προσπάθειά του να εκλαϊκεύσει το δύσβατο έργο, χρησιμοποιώντας παντού δημοτική, χωρίς να ενδίδει στο δέλεαρ της καθαρεύουσας (όπου πολύ ευκολότερα αποδίδονται τέτοια φιλοσοφικά κείμενα, αλλά με βαρύ τίμημα τον αποκλεισμό ενός μέρους του αναγνωστικού κοινού).
Θα σημείωνα μόνο, για να διορθωθούν σε μια δεύτερη έκδοση, πως ξέφυγε «το Παταλιπούτρα» (σ. 36), αντί: «η Παταλιπούτρα», ενώ ο «στόχος» καλύτερα να μη χρησιμοποιείται καταχρηστικά στη θέση του: «σκοπού». Στις σ. 51-2 πιστή μεν η απόδοση του όρου «ιδεολόγος» και «ιδεολογικός» απ τα γερμανικά (αντί του «ιδεαλιστικός», που θα ταν συμφωνότερο προς τα συμφραζόμενα), αλλά ίσως να επιφέρει σύγχυση στον αναγνώστη. Τέλος, πού και πού, εμφανίζονται ανύπαρκτες παθητικές φωνές ρημάτων: (σ. 66: «επισκοπηθεί», σ. 79: «συνειδητοποιείται» κ.ά.). Ολα τούτα, ωστόσο, δεν αποτελούν παρά αμελητέα πταίσματα σ ένα πόνημα τέτοιας έκτασης. Ο μεταφραστής κατάφερε ένα βαρύ βιβλίο να διαβάζεται. Και όποιος το διαβάσει, είναι βέβαιο πως δεν θα γυρίσει σελίδα του χωρίς κάτι να υπογραμμίσει, συχνά και παραγράφους ολόκληρες, με νοήματα σπάνια, από εκείνα που συνιστούν «οιάκισμα βίου».
Η παρουσίαση του διτόμου είναι το αληθινό εκδοτικό γεγονός της χρονιάς. Και οι συντελεστές του θ άξιζαν έπαινο και στήριξη από τους αιωνίως κοιμώμενους κρατικούς φορείς και τα πνευματικά ιδρύματα!
ΦΩΤΗΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ
Οσο μεγάλη και να είναι η ώς τώρα μεταφραστική προσφορά του Λευτέρη Αναγνώστου (του χρωστάμε ήδη τις μόνες έγκυρες μεταφράσεις του Φρόιντ και μερικά από τα σημαντικότερα έργα της Σχολής της Φραγκφούρτης), με τούτο το τελευταίο του επίτευγμα κερδίζει μια θέση που ελάχιστοι Ελληνες μεταφραστές θεωρητικών κειμένων θα μπορούσαν να διεκδικήσουν. Φτάνει να φυλλομετρήσει και μόνο κάποιος τις 1.260 σελίδες αυτού του γιγαντιαίου έργου για να διαπιστώσει τι είδους παγίδες καραδοκούν το μεταφραστή και τι εύρος γνώσεων απαιτείται για να αντεπεξέλθει με στοιχειώδη έστω συνέπεια στο καθήκον του -και αυτό πριν μιλήσουμε για τις σπάνιες υφολογικές αρετές που συνιστούν ένα από τα εντυπωσιακά γνωρίσματα του εωσφορικού αυτού Γερμανού στοχαστή, και που από τη διάσωσή τους εξαρτάται η επιτυχία κάθε σχετικής μεταφραστικής απόπειρας...
Ξεκίνησα κάπως ανορθόδοξα με τη μετάφραση, επειδή ίσως το έργο του Σπένγκλερ δεν χρειάζεται εισαγωγή: ένα από τα λίγα βιβλία-θρύλους του εικοστού αιώνα με το οποίο νιώθει κανείς εξοικειωμένος πολύ πριν το διαβάσει στη γλώσσα του, και ίσως πριν το διαβάσει καν. Ο Σπένγκλερ είχε ανάμεσα στους επαγγελματίες ιστορικούς μόνο έναν πραγματικό μαθητή: τον Arnold Toynbee. Ωστόσο, το πνεύμα του ζει αναγνωρίσιμο και καρποφορεί σε αναρίθμητους στοχαστές του αιώνα, και κατεξοχήν σε κάποιους οι οποίοι μπορεί και πρέπει να εκλαμβάνονται ως φιλοσοφικοί του αντίπαλοι: κάποτε θα πρέπει να εκτιμήσουμε πόσος Σπένγκλερ υπάρχει μέσα στη Διαλεκτική του Διαφωτισμού των Χορκχάιμερ και Αντόρνο, στην αισθητική του ίδιου του Αντόρνο και στη μιμητική θεωρία για τη γλώσσα τού Βάλτερ Μπένγιαμιν, στη χαϊντεγκεριανή σύλληψη της ιστορικότητας και στις φαινομενολογικές - ερμηνευτικές ανασυγκροτήσεις του πολιτισμικού ορίζοντα, στην ερμηνευτική ανθρωπολογία, στην επιστημολογία του Michel Serres, στην κριτική της δυτικής μεταφυσικής ως φωτολογίας από τον Ζακ Ντεριντά, στην κοινωνιοβιολογία και στη «δεξιά» οικολογία ορισμένων ομάδων της Νέας Εποχής, και ακόμα στη σκέψη ενός φάσματος Ελλήνων στοχαστών, από τον Ιωνα Δραγούμη ώς τον Παναγιώτη Κονδύλη.
Το σκάνδαλο που αντιπροσώπευε για την εποχή της η σκέψη του Σπένγκλερ δεν οφείλεται τόσο στην ιδιάζουσα φιλοσοφική του κοσμοαντίληψη, που ήταν αρκετά συγγενής με έναν βιταλισμό τύπου Μπεργκσόν ή, ακόμη χαρακτηριστικότερα, τύπου Κλάγκες, όσο στο υπερανθρώπινο σχεδόν εύρος των γνώσεών του -στα μαθηματικά και στη φυσική, στη βιολογία και στην ιστορία, στην οικονομία και στην πολιτική, στη θρησκεία και στη λογοτεχνία, στην αρχιτεκτονική, στη ζωγραφική και στη μουσική- και προπαντός στην ασύγκριτη ικανότητά του να τα πλέκει σφιχτά όλ αυτά σε μιαν αφήγηση γεμάτη δραματικές κορυφώσεις και εκπλήξεις, που ανέτρεπε όλους τους κοινούς τόπους της αναιμικής και στείρα εξειδικευμένης ακαδημαϊκής λογιοσύνης. Αισθητική στη βαθύτερη ουσία της μια τέτοια ικανότητα, επέτρεπε στον Σπένγκλερ να βλέπει αόρατους στα μάτια των άλλων δεσμούς ανάμεσα στα ευκλείδεια μαθηματικά, στην αρχιτεκτονική του δωρικού ναού και στην πολιτική οργάνωση του ελληνικού άστεως, ή ανάμεσα στον απειροστικό λογισμό, στο γοτθικό τόξο, στη μουσική πολυφωνία και στην επεκτατικότητα της καπιταλιστικής επιχείρησης. Κυρίως έδειξε με συντριπτικό τρόπο ότι όλες οι λεγόμενες επιστημονικές «αλήθειες», όπως και τα θεολογικά δόγματα στα οποία άλλοι πολιτισμοί ώμνυαν όπως εμείς ομνύουμε σε αυτές, δεν είναι τίποτε άλλο από υφολογικά γνωρίσματα ενός ορισμένου πολιτισμού, ενσαρκώσεις μιας μοναδικής και ανεπανάληπτης «ψυχής» προορισμένα να συρρικνωθούν και να εξαφανιστούν αμετάκλητα μαζί με το μαρασμό εκείνης.
Υπάρχει εδώ μία κυκλική όπως λέμε, φιλοσοφία της ιστορίας, στηριγμένη σε μια πανίσχυρη νατουραλιστική μεταφορά: οι πολιτισμοί είναι οργανισμοί που γεννιούνται, αναπτύσσονται, κυριαρχούν, παρακμάζουν και πεθαίνουν -και η Ιστορία είναι ακριβώς η βιογραφία τους. Αυτό το θουκυδίδειο, και ουσιαστικά πεσιμιστικό όραμα της ιστορίας έρχεται σε δραματική ρήξη με όλες τις αισιόδοξες ιστορικές αφηγήσεις του διαφωτισμού (περιλαμβανομένου κι ενός «ορθόδοξου» μαρξισμού) των οποίων η προσήλωση σε μια σταθερή έννοια «προόδου» είναι βαθύτατα χρεωμένη στην ιουδαιοχριστιανική γραμμική αντίληψη της ιστορίας· προφήτης αυτής της ανησυχητικής ρήξης με την κυρίαρχη ιστορική ματιά του αστικού κόσμου, εκείνος που πρώτος τόλμησε να διαβάσει τη δυτική ιστορία ως πορεία όχι προόδου αλλά εκφυλισμού και παρακμής, είναι βεβαίως ο Νίτσε -και ακριβώς ο Νίτσε είναι ο ένας από τους δύο θεωρητικούς προδρόμους που αναγνωρίζει ο Σπένγκλερ. Αξίζει να πούμε ότι το μάθημα του Νίτσε (παράλληλα μ εκείνο του Φρόιντ) δεν θα αφήσει άθικτη ούτε τη νέα μαρξιστική φιλοσοφία της ιστορίας που ανασυγκροτείται στον εικοστό αιώνα από τη Σχολή της Φραγκφούρτης, η οποία είναι πλέον μια πεσιμιστική φιλοσοφία της ιστορίας, δύσπιστη απέναντι σε κάθε αφησυχαστικό όραμα προόδου. Η διαφορά ωστόσο του Σπένγκλερ από τον Νίτσε είναι ότι στον Νίτσε υπάρχει ακόμη μια προοπτική οικουμενικής ιστορίας, ενώ στον Σπένγκλερ αυτή κερματίζεται σε παράλληλες, ασύμμετρες, αέναα επανεκκινούμενες και αφανιζόμενες «ιστορίες»: βιογραφίες ακριβώς των διακριτών και εφήμερων οργανισμών που είναι οι μεμονωμένοι πολιτισμοί, οι οποίοι γεννιούνται και σβήνουν σαν κύματα στη θάλασσα...
Αν εξαιρέσουμε την «πρωτογενή ανθρωπότητα» της οποίας την ιστορία είναι δύσκολο ν ανασυγκροτήσουμε, ο Σπένγκλερ κατονομάζει οκτώ τέτοιους μείζονες πολιτισμούς: Αιγυπτιακός, Ασσυροβαβυλωνιακός, Ινδικός, Κινεζικός, Μεσαμερικανικός, Απολλώνιος, Μαγικός και Φαουστικός. Πίσω από τα αινιγματικά ονόματα των τριών τελευταίων -που ενδιαφέρουν και περισσότερο το συγγραφέα- κρύβονται ο κλασικός ελληνικός, ο πολιτισμός της Εγγύς Ανατολής με τη μυστηριακή - απολυτρωτική του δεσπόζουσα, που κορυφώνεται στις μονοθεϊστικές πίστεις και στα λαμπρά πολιτισμικά επιτεύγματα των Αράβων, και ο νεότερος δυτικός, που ξεκινάει από το δέκατο αιώνα μ.Χ. με δεσπόζουσες τις γοτθικές και βορειοευρωπαϊκές επιρροές. Ο χριστιανισμός διαιρείται στα δύο, καθώς το ορθόδοξο ανατολικό κομμάτι του εντάσσεται στο μαγικό πολιτισμό της Ανατολής (όπως και η όψιμη αρχαιότητα εν γένει), ενώ ο γοτθικός χριστιανισμός υπάγεται στον ευρωπαϊκό «φαουστικό» κύκλο. Ο κύκλος ζωής όλων των πολιτισμών ανασυγκροτείται από τον Σπένγκλερ, σαν μια διαλεκτική της «ψυχής» και των μορφών τους: υπάρχει κάτι σαν τη σπερματική πρωτο-μορφή του Γκέτε (ο Γκέτε είναι ο άλλος μεγάλος και αναγνωρισμένος πρόδρομος του Σπένγκλερ) η οποία ωθείται από μια παρόρμηση για εξωτερίκευση, και με τον τρόπο αυτό παράγει όλες τις ιδιάζουσες μορφές που χαρακτηρίζουν έναν πολιτισμό στην πορεία της ανάπτυξης και του μαρασμού του. Ετσι, αφού όλοι οι πολιτισμοί είναι καταδικασμένοι να ακολουθούν τον ίδιο επαναλαμβανόμενο ζωτικό κύκλο, μπορεί κάποιος να διαπιστώνει διαρκώς οριζόντιες αντιστοιχίες που αντανακλούν δομικώς (ή εξελικτικώς) ανάλογα στάδια στις τροχιές οιωνδήποτε πολιτισμών.
Η κύρια αντιστοιχία, που αξιοποιείται από τον Σπένγκλερ ως παράδειγμα για όλες τις άλλες, είναι αυτή ανάμεσα στον απολλώνιο και το φαουστικό τύπο πολιτισμού. Ευνόητο, αφού εκείνο που κυρίως ενδιαφέρει είναι το πεπρωμένο του «δικού μας», νεότερου δυτικού πολιτισμού και, βεβαίως, η σύγκριση ή αντιπαράθεση με τον κλασικό ελληνικό πολιτισμό συνιστά πάγιο πνευματικό ανακλαστικό της ευρωπαϊκής -και ιδίως της γερμανικής- λογιοσύνης.
Αντιστοιχία και σύγκριση στη γλώσσα του Σπένγκλερ σημαίνει να επισημανθούν αφενός οι αναλογίες των διαφόρων σταδίων τους, αφετέρου η ριζική διαφορετικότητα της «ψυχής» τους. Ο απολλώνιος πολιτισμός είναι στατικός, κλειστός, χωροποιητικός, αγαπάει τα διακεκριμένα σχήματα και τα καθαρά περιγράμματα· ο φαουστικός πολιτισμός είναι δυναμικός, ανοιχτός, χρονικός, επιθυμεί την απεριόριστη επέκταση και τη διαστολή στο άπειρο. Διακρίνονται, θα έλεγε κανείς, όπως τα γνωστά βιταλιστικά δίπολα μηχανικό/ζωικό, ανόργανο/οργανικό, κατατμητικό/ολοποιητικό, νοητικό/ενορατικό, κ.ο.κ. Η κρισιμότερη όμως διάγνωση του Σπένγκλερ είναι ότι αυτός ο μεγάλος φαουστικός πολιτισμός (ο «δικός μας» πολιτισμός, την αίσθηση υπεροχής του οποίου έναντι των άλλων πολιτισμών δυσκολεύεται να κρύψει) διάνυσε ήδη το μεσουράνημά του κάπου ανάμεσα στο δέκατο πέμπτο και το δέκατο όγδοο αιώνα, και τώρα βρίσκεται στη φάση της αναπόφευκτης παρακμής του - εξού και ο εμβληματικός τίτλος του βιβλίου. Η διαγνωστική των σύγχρονων παθολογιών του δυτικού κόσμου είναι από τα πιο διορατικά κομμάτια του έργου, των οποίων η αξία διατηρείται ακέραιη ακόμα και σ ένα θεωρητικό πλαίσιο εντελώς διαφορετικό από εκείνο του Σπένγκλερ: το στείρο πνεύμα του τεχνικισμού και του επιστημονικού αντικειμενισμού, οι ανυπέρβατοι ανταγωνισμοί οικονομίας και πολιτικής, οι καταστροφικές όψεις της μαζικής δημοκρατίας είναι μερικά μόνο από τα ζητήματα όπου ο συγγραφέας μάς χαρίζει ορισμένες εξαιρετικά γόνιμες ενοράσεις. Ως αυταρχικός και αμετανόητος λάτρης της ισχύος (αυτό είναι το πραγματικό ιδεολογικό νόημα του άκαμπτου νατουραλισμού του), παράλληλα ή ταυτόχρονα με τον ώμο του ρεαλισμό, δεν έχει άλλη διέξοδο, καταλήγοντας, από έναν ύμνο στην υπαρξιακή αποφασιστικότητα και την επίκληση ενός νέου καισαρισμού που θα καθυποτάξει το χρήμα και τις διαλυτικές ροπές της μάζας, χαρίζοντας μια ενδεχόμενη προθεσμία ζωής σε έναν πολιτισμό που έχει εμφανώς εξαντλήσει το ιστορικό του πεπρωμένο.
Η έκκλησή του υπήρξε ίσως προφητική· αυτό όμως, αντίθετα με τις προσδοκίες του, μοιάζει να επισπεύδει αποφασιστικά την πορεία μας ως πολιτισμού προς το θάνατο.
Oswald Spengler - «Η Παρακμή της Δύσης», (ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ).
Ο Oswald Spengler, Γερμανός ιστορικός, φιλόσοφος, αλλά και κοινωνικός αναλυτής, γόνος οικογένειας ανθρακωρύχων, γεννήθηκε το Μάιο του 1880 στο Μπλάκενμπουργκ της Γερμανίας. Στα πέντε χρόνια της ζωής του, γράφει ο άγνωστος τότε σε αυτόν Νίτσε το έργο «Τάδε έφη Ζαρατούστρα», το οποίο αργότερα θα τον επηρεάσει καθοριστικά. Η πεσιμιστική - ρομαντική οπτική του έχει έντονες επιρροές από τη νιτσεϊκή σκέψη και συνοδευόταν από την εχθρότητα απέναντι στην τεχνολογία και τις άλλες φυλές. Σπούδασε ευρύ φάσμα θετικών και ανθρωπιστικών επιστημών, όπως μαθηματικά, φιλολογία, ιστορία και φυσικές επιστήμες στα πανεπιστήμια της Γερμανίας, ενώ εντρύφησε στη διδασκαλία του μέγα αρχαίου Έλληνα φιλοσόφου Ηράκλειτου. Το 1904 αναγορεύεται σε διδάκτορα της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Γκέντιγκεν, θέση την οποία θυσιάζει, μετά από επτά έτη, για να συγγράψει το βιβλίο του, το οποίο εξεδόθη το 1918, υπό τον τίτλο «Η Παρακμή της Δύσης». Πεθαίνει το 1936, αλλά οι πεσιμιστικές του ιδέες περί της δυτικής παρακμής συνεχίζουν να ασκούν διαχρονική επιρροή, ιδιαίτερα σε εποχές κρίσεων.
Από πολύ νωρίς στρέφεται σε ιστορικοφιλοσοφικές μελέτες, ενώ βασικός άξονας της ενασχόλησης του με την ιστορία, υπήρξε η διερεύνηση και η κατάδειξη των νόμων που διέπουν την ανάπτυξη, την ολοκλήρωση και την πορεία παρακμής των μεγάλων πολιτισμών της ανθρωπότητας. Κυριαρχικό στοιχείο του έργου του είναι η αντίληψη του κάθε πολιτισμού ως οργανική οντότητα. Διαπραγματεύεται το οριστικό σβήσιμο ολόκληρου του Δυτικού πολιτισμού, μέσω τεκμηριωμένης ιστορικής ανάλυσης, εννοώντας την απονέκρωση του αξιακού συστήματος που τον δημιούργησε, που σημαίνει ότι όλες οι συνεπαγωγές του μοιραία θα μαραζώσουν, αποκομμένες από τη ρίζα τους. Θεωρεί ότι ο δυτικός πολιτισμός έχει φτάσει στο πνευματικό του γήρας και οι λαοί του τείνουν σε μία κατάσταση πολιτιστικής αδράνειας, την αποκαλούμενη ως «φελαχοποίηση».
Θεωρείται ο Προφήτης της παρακμής της Δύσης, διατυπώνοντας μια συλλογιστική μελέτη των πολιτισμών, θεωρώντας τους ως έμβια - βιολογικά όντα που διανύουν τον κύκλο της γέννησης, της ωρίμανσης, της ακμής, της παρακμής και του θανάτου, διατρέχοντας τις ανθρώπινες ηλικιακές βαθμίδες. Προσιδιάζουν σε μεγάλους οργανισμούς, οι οποίοι υπόκεινται σε μια κυκλική ανέλιξη, ενώ η παγκόσμια Ιστορία είναι η συνολική βιογραφία τους. Έκαστος έχει τη δική του ψυχή, η οποία αποτυπώνεται ακριβέστερα στην τέχνη, την οικονομική και επιστημονική σκέψη, καθώς και τη θρησκεία του. Ως σημάδια που προδικάζουν την κατάρρευση του δυτικού πολιτισμού επεσήμανε την επικρατούσα δύναμη του χρήματος σε όλα τα επίπεδα, αλλά και την κυριαρχία των μέσων μαζικής ενημέρωσης, στην κατεύθυνση της ανθρώπινη σκέψης, σε συνδυασμό με την έλλειψη προπομπών στους διανοούμενους και τους εκπαιδευτές της πολιτισμικής πραγματικότητας. Με περιγελαστική διάθεση αντιμετώπιζε τις τελεολογικές θεωρήσεις των ιστορικών εποχών, που συχνά χαρακτηρίζονται ως «καταδικασμένες» να περάσουν σε επόμενες «αυτοκαθαιρούμενες», υπό την έννοια κάποιας θρησκευτικής λυτρώσεως.
Η κυκλική θεωρία του Oswald Spengler δεν καταργεί μόνο το γνώριμο σχήμα περιοδολόγησης της παγκόσμιας ιστορίας, αλλά προτείνει την κυκλική – οργανική θνησιγένεια όλων των μορφών του πολιτισμού, την άρνηση του προοδευτισμού και της πίστης στη συνεχή, ευθύγραμμη πρόοδο. Αποφαίνεται ότι οι πολιτισμοί παραμένουν ανεξάρτητοι ο ένας από τον άλλο, με μοναδικό κοινό τους χαρακτηριστικό την οργανική τους νομοτέλεια, που συνιστά το πεπρωμένο τους. Κάθε πολιτισμός είναι ένας οργανισμός που διατηρεί σε κάποιο βαθμό μια σχέση με το εξωτερικό του περιβάλλον, παραμένοντας, όμως, πάντοτε αυτοτελής και ανεξάρτητος, ενώ η αυτοτέλεια του αυτή διέπεται από τον δικό της νόμο κίνησης. Ο γερμανός φιλόσοφος ασχολήθηκε με την βαθιά επίδραση των θρησκευτικών δογμάτων στους πολιτισμούς και στις κοινωνίες, σε μια εποχή που οι πάντες πίστευαν ότι η επιστημονική και η τεχνική πρόοδος θα ήταν ικανές από μόνες τους να αλλάξουν τα πάντα προς το καλύτερο, κάτι για το οποίο πολύ σύντομα διαψεύστηκαν. Γαλουχημένος με την γερμανική παράδοση της οντολογίας και του αντιδιαφωτισμού, βαθιά επηρεασμένος από τους Γκαίτε, Βάγκνερ και Νίτσε, επαναφέρει στο επίκεντρο του κοσμικού γίγνεσθαι τον Μύθο, ο οποίος αποτελεί το άχρονο παρόν. Προηγείται και ορίζει την ιστορία, αλλά και έπεται αυτής. Υπό αυτή την έννοια κάθε μεγαλόσχημος μύθος τοποθετείται στην αρχή ενός αφυπνιζόμενου πολιτισμού, αποτελώντας την πρώτη μορφοπλαστική του πράξη.
Ομοιάζει τον πολιτισμό με τη φύση, καθώς είναι συνδεδεμένος με τον χωροχρόνο. Με αυτό τον τρόπο θεωρεί τη φύση συνάρτηση των πολιτισμών, ενώ την Ιστορία ως την πραγμάτωση μιας ψυχής, η οποία μιλά μια συγκεκριμένη γλώσσα, αυτή που αποκαλείται «Πολιτισμός». Την πεποίθηση του αυτή ο Spengler την εμπλουτίζει με την έννοια του πεπρωμένου, ταυτίζοντας το με το «Αίμα», το αίμα το προγονικό που ρέει μέσα από την συνέχεια των γενεών. Η ανθρωπότητα ιδωμένη απλά, παραμένει μια ιδεολογική έννοια, κενή ιστορικού περιεχομένου, δίχως βιολογικό χαρακτήρα. Εν αντιθέσει, επισημαίνει πως τόσο βιολογικό, όσο και ιστορικό περιεχόμενο διαθέτει μόνο η Φυλή, ο Λαός και η Πόλις, όπου το πεπρωμένο είναι σε θέση να πλάθει την Ψυχή και την Ύπαρξη της. Εμβαθύνει στην έννοια της «Αλήθειας», εντοπίζοντας την αιωνιότητα της μονάχα σε συνάρτηση της με τη Φύση. Εκεί μονάχα διακρίνεται η αυθεντικότητα και το διαχρονικό του χαρακτήρα της, καθώς αυτό που αποκαλύπτεται είναι θεμελιωμένο σε αρχές νομοτελειακές και κατά συνέπεια αδιαμφισβήτητες.
Ενάντια στην αξία του Αίματος και της Παράδοσης, αντιπαραβάλλει την εξέγερση των δυνάμεων του χρήματος και του πνεύματος. Στην φαύλη αυτή κατάσταση, το μόνο που θεωρεί ικανό να την ανατρέψει είναι το Αίμα, η Φυλή δηλαδή, σε ένα είδος τελικής αναμετρήσεως. Επίσης, θεμελιώδης είναι ο τρόπος που ο συγγραφέας αντιλαμβάνεται τον «Μεγάλο Άνδρα», ταυτίζοντας τον ίδιο με το πεπρωμένο, καθώς ως πολιτικός άνδρας ενσαρκώνει όλη την ιστορία στο πρόσωπο του. Χαρακτηριστικά, εντοπίζει τον καταλυτικό του ρόλο στις πράξεις των πολλών, ενώ στην προσωπικότητα και το ήθος του διαβλέπει το επερχόμενο μέλλον. Τον μέγα πολιτικό τον χαρακτηρίζει ως «Σπορέα» και «Καλλιεργητή» του λαού του, δίνοντας με αυτό τον τρόπο έμφαση στο ρόλο του «Εθνικού Ηγέτη».
Επηρεασμένος, βαθιά, από τον Ηράκλειτο διαπραγματεύεται την ουσία του πολέμου, ανάγοντας τον στην γενεσιουργό αιτία του καθετί. Τον ταυτίζει, κατά κάποιο τρόπο, με την ιδιότητα του «Δημιουργού», από τον οποίο προέρχονται όλα τα μεγαλειώδη πράγματα. Αποφαίνεται ότι σε περίοδο ειρήνης ο άνθρωπος είναι αυτός που απλά πεθαίνει από κάτι. Αντίθετα, στον πόλεμο ο άνθρωπος πεθαίνει για κάτι, αναδεικνύοντας έτσι την Πίστη του σε κάτι Ανώτερο και Ιερό, σε μια Ιδέα η οποία αποτελεί την πυξίδα, σύμφωνα με την οποία προσανατολίζεται η ύπαρξη του και όλες οι εκφράσεις αυτής. Ο Spengler, ωστόσο, θέτει την έννοια του πολέμου σε ένα επίπεδο περισσότερο αρχέγονο και κοσμικό, περιγράφοντας τον ως την «πολιτική» όλων των έμβιων όντων, τα οποία όπως είναι ζώσα και πλήρη ενέργειας, προσανατολίζουν την ενέργεια τους αυτή σε μια κατάσταση διαρκής πάλης, τόσο για την επιβίωση τους, όσο και για την τελειότερη εξέλιξη τους. Έτσι, στον πόλεμο ακόμη και η ζωή που δεν έχει προορισμό ή αξία, καταφέρνει να βρει περιεχόμενο στον τρόπο που προσφέρεται.
Στην ανάλυση του, αντιπαραθέτει τον τεχνικό πολιτισμό με τον παραδοσιακό. Διακρίνει την Κουλτούρα, δηλαδή τον πνευματικό πολιτισμό που στηρίζεται στην Ιεραρχία, από τον τεχνικό πολιτισμό, που εδράζεται στην ισοπέδωση των αξιών. Έκπτωση και παρακμή του πολιτισμού συνιστά το πέρασμα από την Κοινότητα και την Πόλη, στο Άστυ, που δεν έχει λαό αλλά μάζα, η μετάβαση από την Παράδοση στον Αστισμό, που οδηγεί στην ερήμωση της ενδοχώρας και την έκπτωση των αξιών της Γής και του Αίματος. Έξω από τον πολιτισμό, ο άνθρωπος είναι ανέστιος και ιστορικά αδικαίωτος. Οι τεχνικοί πολιτισμοί συνιστούν πάντοτε την κατακλείδα, ακολουθώντας το γίγνεσθαι ως αποπερατωμένα γεγονότα, τη ζωή ως θάνατο, την εξέλιξη ως ακαμψία. Έτσι, αντί της πατρίδας υπάρχει η πόλη, ένα σημείο στο οποίο συγκεντρώνεται ολόκληρη η ζωή των ευρύτερων περιοχών, ενώ η υπόλοιπη χώρα «αποξηραίνεται».
Αναφέρει ότι ο κοσμοπολίτικος τρόπος ζωής εκριζώνει τους ανθρώπους από τη γη τους, στερώντας τους το δικαίωμα της ύπαρξης τους στο μέλλον, καθώς η χαοτική ψυχοσύνθεση τους επιβάλλεται και εξαπλώνεται σε όλα τα επιμέρους κομμάτια του πολιτισμού. Η ψυχή του λαού αποχωρίζεται από τον γενικότερο ψυχισμό του πολιτισμού της. Οι αποκομμένοι από τις ρίζες τους και την ύπαιθρο άνθρωποι σηματοδοτούν τον φυλετικό θάνατο, ενώ τη θέση του λαού παίρνει ο όχλος και η μάζα, η οποία απευθύνεται ναι μεν στους πολλούς, αλλά όχι στους «καλούς». Έτσι, στο πρότυπο του κοσμοπολίτη βρίσκεται ο άχρονος και ανιστορικός άνθρωπος, εκείνος που δεν έχει πεπρωμένο και είναι αποξενωμένος από την φυλή και, συνάμα, την ύπαρξη του. Αντί ενός εύμορφου και συμφυούς με τη γη λαού, ένας νέος νομαδικός τύπος, ένα παράσιτο, ο κάτοικος της μεγαλούπολης χωρίς παράδοση, εμφανίζεται σε μια άμορφη κυμαινόμενη μάζα, άθρησκος, λογοκρατούμενος, υλιστής. Αυτή ακριβώς η κοσμόπολη αποτελεί το ειδοποιό σύμπτωμα ενός θνήσκοντος πολιτισμού. Ο Spengler αποφαίνεται ότι οι πολυπολιτισμικές κοινωνίες δημιουργούνται, διαμορφώνονται και συντηρούνται από την δημοκρατία, η οποία εκφυλιζόμενη όπως είναι ταυτίζεται με την πολιτειακή τάξη της κοσμόπολης, τα κόμματα και την κομματοκρατία τους. Υπό αυτή την έννοια, η δημοκρατία της κομματοκρατίας κυριαρχείται από το χρήμα, αντιμετωπίζοντας τον κόσμο με μια διάθεση ληστρική, ως να αποτελεί λεία της. Εν αντιθέσει, ο πνευματικά καλλιεργημένος άνθρωπος αντιλαμβανόμενος την αξία της ιστορικής του κληρονομιάς επιλέγει να στρέφει και να προσανατολίζει την ύπαρξη του, στις παραδοσιακές, προγονικές δομές του πολιτισμού του.
Θεωρεί ότι ο κάθε Πολιτισμός εμπνέεται από ένα συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου. Στον Αρχαιοελληνικό Πολιτισμό ο αντιπροσωπευτικός τύπος είναι ο «Ευκλείδειος Άνθρωπος», που θέλει απλώς να υπάρχει, να ζει σαν ένα από τα άλλα στοιχεία του Κόσμου. Στον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό αντιπροσωπευτικός τύπος είναι ο «Φαουστικός Άνθρωπος», που θέλει να επιβάλλει πάση θυσία τη βούληση του, θέλει να νικήσει. Πιστεύει ότι δεν είναι απλά ένα από τα στοιχεία του κόσμου, αλλά ότι ο ίδιος είναι ο Κόσμος. Έτσι έναντι στον Αγωνιζόμενο Άνθρωπο βρίσκεται ο Φαουστικός, ο οποίος παρασυρμένος από τον αλλοπρόσαλλο προοδευτισμό, έθεσε τον εαυτό του σε ένα άλλο είδος δουλείας. Με ψυχή καταδυναστευμένη, υποθήκευσε την ελευθερία του έναντι των υλικών αναγκών, ξεπουλώντας τον εαυτό του στην πολυτέλεια και την απόλαυση. Αρέσκεται στην ξενομανία και τον μιμητισμό, καθώς έχει απολέσει κάθε σύνδεση με την παράδοση του. Αυτό που επικρατεί είναι η μονομέρεια έναντι της πνευματικής διεύρυνσης. Τότε ο ρυθμός και η αισθητική που αποτελούν την τεχνοτροπία των μεγάλων πολιτισμών εκτοπίζονται, μεταπηδώντας από το απολλώνιο στο φαουστικό. Ο συγγραφέας, αυτή την τέχνη την αντιλαμβάνεται ως μορφή και έκφραση της ψυχής του Πολιτισμού, του Αίματος και του Πεπρωμένου της.
Στην παρακμή η ποσότητα κυριαρχεί της ποιότητας, η άρριζη κοσμόπολη αντικαθιστά την αγροτική λαϊκή κοινότητα, το εμπορικό κέρδος και ο καταναλωτισμός, τον ηρωισμό. Σε αυτήν την σκοτεινή εποχή η παρακμή λατρεύεται ως κάτι μοντέρνο και προοδευτικό. Οι πολυφυλετικές κοινωνίες ισοπεδώνουν τα Έθνη, τις Φυλές και τους Πολιτισμούς. Πίσω, όμως, από αυτή την Παρακμή της Δύσης κρύβεται η πλουτοκρατία και η εξουσία των αστών. Η ανθρωπότητα αποχαυνώθηκε από την αξιακή κενότητα του πολιτισμού που δημιούργησε, ενώ έχει απωλέσει τον ευγενή χαρακτήρα της, τα ήθη και τα έθιμα της. Τακτοποιείται και παραμένει ασφαλής σε έναν κόσμο υλικής αφθονίας. Από αυτήν προβλήθηκε το πρότυπο του σύγχρονου «Μαζανθρώπου», του οποίου προσφέρθηκε αφειδώς η εύκολη ζωή και εκείνος έκλεισε την καρδιά και πούλησε την ψυχή του. Αδιάφορος και ανεύθυνος κατέλαβε τη θέση του ισχυρού, θεωρώντας τον εαυτό του ως εκλεκτό.
Πολλοί διακρίνουν στον Spengler ένα στοιχείο πεσιμιστικό, ωστόσο πρόκειται για μια αντίληψη ποτισμένη με μια ηρωική απαισιοδοξία. Αναδεικνύει το πρότυπο του Αγωνιζόμενου Ανθρώπου, ο οποίος αν και γνωρίζει την αμετάκλητη τάση των πολιτισμών προς την παρακμή, ωστόσο εκτελεί το καθήκον του. Αποκαλύπτει ότι όταν ο άνθρωπος καταφέρει να ενεργοποιήσει τα αποθέματα ψυχικής και πνευματικής του δύναμης, δύναται να καταλύσει οποιαδήποτε μορφή δουλείας, εντοπίζοντας με αυτό τον τρόπο την ενυπάρχουσα δημιουργική δύναμη του ανθρώπου. Πεποίθηση του είναι ότι οι δυνάμεις που θα σείσουν το μέλλον δεν είναι παρά εκείνες του παρελθόντος: η θέληση του δυνατού, τα υγιή ένστικτα, η φυλή, η θέληση για κατοχή και ισχύ. Με τη σκέψη του εξεγείρεται, αντιπροσωπεύοντας όλους τους Εθνικιστές, επιζητώντας οι κοινωνίες και οι άνθρωποι να κρίνονται βάσει αξιοκρατικών και πνευματικών κριτηρίων και όχι οικονομικών. Η σύγχρονη σκέψη του δηλώνει, αναμφισβήτητα, ότι βρισκόμαστε στο μεταίχμιο δυο εποχών, όπου ένας παλαιός κόσμος δύει και ένας νέος ανατέλλει. Με πνεύμα οξύτατα αντισυμβατικό υπήρξε «πληγή» για τους κρατούντες. Οπαδός του νιτσεϊκού πνευματικού ελιτισμού κηρύττει τον Ηρωικό Βιταλισμό και τάσσεται υπέρ της Φυλετικής Ψυχής, που είναι ο γεννήτορας του ιδιαίτερου Πολιτισμού κάθε λαού. Χαράζει το δρόμο για μια καθολική ζωή Σκέψης και Δράσης, όπου ο κόσμος της Λογικής και της Τάξης, θα μπορεί να συνυπάρχει αρμονικά με τον κόσμο του Χάους, των Συναισθημάτων και των Ενστίκτων, προτρέποντας στην ενότητα του Έθνους και της Κουλτούρας.
Eickstedt: "Η φυλή καθορίζει την ιστορία".
Ο Eickstedt υπήρξε θιασώτης της συνεργασίας της φυσικής ανθρωπολογίας με τους υπόλοιπους επιστημονικούς τομείς που εξετάζουν την ανθρώπινη συμπεριφορά, ώστε να δημιουργήσει μια ολιστική προσέγγιση. Υποστήριξε ότι θα πρέπει οι κοινωνικές επιστήμες να λαμβάνουν υπόψη τον φυλετικό παράγοντα, λόγω της καθοριστικής του συμβολής στην διαμόρφωση της ιστορικής πορείας των εθνών.
"...από την φυλετική ανθρωπολογία προέρχεται η φυλετική ιστορία. Με αυτό η μέθοδος οριστικοποιείται: η πορεία των φυλετικών ιστορικών γεγονότων είναι αποτέλεσμα εσωτερικών συνδέσεων μεταξύ των σωματικών δεδομένων και του βιολογικού δυναμικού από τη μία και από τις διαφορετικές χωρικές συνθήκες από την άλλη. Η πορεία τους, φανερωμένη με επαγωγικό τρόπο, υπογραμμίζει την κριτική σύγκριση με τα αποτελέσματα των συναφών ιστορικών επιστημονικών αντικειμένων που εξετάζουν την συγκεκριμένη χωρική οντότητα."
Egon von Eickstedt, The Position of Mysore
in India's Racial History
"Έτσι όμως αισθάνεται ο ξένος ολόκληρο τον πολιτισμό μας, την αποφασιστική κατεύθυνση των κλιτών των ναών μας και της διάρθρωσης των ορόφων όλων των προσόψεων, της προοπτικής βάθους της ζωγραφικής μας, την πορεία της τραγωδίας και της αφήγησης, αλλά και της τεχνικής και ολόκληρης της ιδιωτικής και δημόσιας ζωής μας. Αυτόν τον ρυθμό τον έχουμε στο αίμα μας και γι’ αυτόν τον λόγο δεν τον προσέχουμε. Αν συνυπάρξει με τον ρυθμό μιας ξένης ζωής, το αποτέλεσμα θα ήταν μια ανυπόφορη δυσαρμονία." Oswald Spengler, "Η παρακμή της Δύσης".
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ
"...από την φυλετική ανθρωπολογία προέρχεται η φυλετική ιστορία. Με αυτό η μέθοδος οριστικοποιείται: η πορεία των φυλετικών ιστορικών γεγονότων είναι αποτέλεσμα εσωτερικών συνδέσεων μεταξύ των σωματικών δεδομένων και του βιολογικού δυναμικού από τη μία και από τις διαφορετικές χωρικές συνθήκες από την άλλη. Η πορεία τους, φανερωμένη με επαγωγικό τρόπο, υπογραμμίζει την κριτική σύγκριση με τα αποτελέσματα των συναφών ιστορικών επιστημονικών αντικειμένων που εξετάζουν την συγκεκριμένη χωρική οντότητα."
Egon von Eickstedt, The Position of Mysore
in India's Racial History
"Έτσι όμως αισθάνεται ο ξένος ολόκληρο τον πολιτισμό μας, την αποφασιστική κατεύθυνση των κλιτών των ναών μας και της διάρθρωσης των ορόφων όλων των προσόψεων, της προοπτικής βάθους της ζωγραφικής μας, την πορεία της τραγωδίας και της αφήγησης, αλλά και της τεχνικής και ολόκληρης της ιδιωτικής και δημόσιας ζωής μας. Αυτόν τον ρυθμό τον έχουμε στο αίμα μας και γι’ αυτόν τον λόγο δεν τον προσέχουμε. Αν συνυπάρξει με τον ρυθμό μιας ξένης ζωής, το αποτέλεσμα θα ήταν μια ανυπόφορη δυσαρμονία." Oswald Spengler, "Η παρακμή της Δύσης".
Ο Spengler διέκρινε ότι το αίμα συνδέεται με την πολιτισμική δημιουργία. Είναι ξεκάθαρο ότι το αίμα, δηλαδή ο βιολογικός παράγοντας, λαμβάνεται υπόψη και θεωρείται ότι ρυθμίζει δραστικά τον εσωτερικό μας κόσμο και συνεπώς την εξωτερίκευσή του υπό μορφή τέχνης. Έτσι, ο Spengler συμπεραίνει ότι ο αλλόφυλος δεν μπορεί να έχει τις ίδιες αισθητικές και κοινωνικές προτιμήσεις, με αποτέλεσμα οποιαδήποτε συνύπαρξη αλλοφύλων να οδηγεί σε δυσαρμονία στην πολιτισμική έκφραση. Το βλέπουμε και σήμερα στις κατακερματισμένες πολυφυλετικές κοινωνίες, όπου πολιτισμικά δεν υπάρχει κανένα σημείο επαφής με πνευματικό βάθος. Συμπερασματικά, το αίμα επιδρά στις κοινωνικές, αισθητικές και πολιτισμικές προτιμήσεις, καθορίζοντας την μορφή του πολιτισμού.
ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΙ
Η ανθρωπότητα, είναι μια ζωολογική έννοια ή μια λέξη κενή περιεχομένου [41 τομ. Α’]. Ο,τι υπάρχει είναι οι ιστορίες των πολιτισμών, έμβιων όντων ανώτατης τάξης, και η παγκόσμια ιστορία δεν είναι παρά η εικόνα ενός αιώνα διαμόρφωσης και αναμόρφωσης, ένα θαυμάσιο γίγνεσθαι και παρέρχεσθαι τέτοιων οργανικών μορφών [42 τομ. Α’]. Η πραγματική ουσία της παγκόσμιας ιστορίας είναι το γίγνεσθαι, η ανάπτυξη και ο μαρασμός αυτών των μεγάλων ατόμων [122 τομ. Α’] – μόνο με το φαινόμενο των μεγάλων πολιτισμών που εμφανίστηκε πριν 6000 χρόνια αποκτά ο κόσμος της παγκόσμιας ιστορίας την συνοχή του [122 τομ.Α’].
Καθένας από αυτούς τους πολιτισμούς ακολουθεί την δική του εξελικτική γραμμή η οποία υπακούει στη δική της αναγκαιότητα, ενώ τις σχέσεις ανάμεσα στους πολιτισμούς τις διέπει η τυχαιότητα. Ο κάθε πολιτισμός έχει μια μυστική γλώσσα της αίσθησης του κόσμου την οποία ακούει και καταλαβαίνει μόνο εκείνος που ανήκει σ’ αυτόν τον πολιτισμό [255 τομ. Α’, 292 τομ.Β’]. Η επιλογή του πρωτογενούς συμβόλου… κρίνει τα πάντα. Κανένα από αυτά τα σύμβολα δεν μπορεί να μεταφραστεί ακριβώς στον κόσμο των βιωμάτων και της γνώσης ενός άλλου πολιτισμού [258 τομ.Α’] (πρωτογενές σύμβολο του δυτικού πολιτισμού, είναι ο καθαρός απεριόριστος χώρος, του αραβικού η αίσθηση της σπηλιάς). Αλήθειες υπάρχουν μόνο σε σχέση με έναν ορισμένο τύπο ανθρώπων [76 τομ. Α’]. Υπάρχουν τόσες γνωστικές μέθοδοι και τα αντίστοιχα επιστημονικά συμπεράσματα, τόσοι κόσμοι αριθμών όσοι – τουλάχιστον – και οι πολιτισμοί. Η ίδια η φύση είναι συνάρτηση του εκάστοτε πολιτισμού [243 τομ.Α’] (η θεώρηση των ζώων και της στρωμάτωσης των πετρωμάτων αποδεσμευμένη από την υποκειμενική σκοπιά του μελετητή δεν είναι δυνατή, όπως ακριβώς και η θεώρηση μιας επανάστασης [42 τομ.Β’]). Η αλληλόδραση ανάμεσα στους πολιτισμούς αφορά μόνο ονόματα, εικόνες και εξωτερικές μορφές, όχι την ουσία, την πρωτογενή αίσθηση [292, 293 τομ.Β’].
Όμως κάθε πολιτισμός διατρέχει τις ηλικιακές βαθμίδες του ατόμου. Οι λέξεις νεότητα, άνοδος, ακμή, παρακμή δεν είναι υποκειμενικές εκτιμήσεις, αλλά αντικειμενικοί χαρακτηρισμοί οργανικών καταστάσεων [23 τομ. Α’].
Κατά συνέπεια όσον αφορά τους πολιτισμούς, μπορούμε στον καθένα τους να διακρίνουμε διαδοχικά την προϊστορία του, τον πνευματικό πολιτισμό, με μια πρώιμη και μια όψιμη περίοδο και τέλος τον τεχνικό πολιτισμό.
Η παρακμή ξεκινάει ακριβώς με το πέρασμα από τον πνευματικό στον τεχνικό πολιτισμό, την γεροντική ηλικία και τον θάνατο, αν και ένας πολιτισμός μπορεί σαν ένα αποσυντεθειμένο γιγάντιο δέντρο στη ζούγκλα, να κρατάει ακόμα ψηλά τα σαθρά του κλαδιά επί αιώνες και χιλιετίες (Κίνα, Ινδία, Ισλάμ) [167 τομ.Α’].
Τα ίδια στάδια σε δύο διαφορετικούς πολιτισμούς έχουν αντίστοιχη σημασία. Δεν υπάρχει ένα φαινόμενο με βαθύτερη φυσιογνωμική σημασία στην εικόνα ενός πολιτισμού χωρίς να μπορούμε να βρούμε το αντίστοιχό του σε όλους τους άλλους και μάλιστα σε μια αυστηρά χαρακτηριστική μορφή σ’ ένα εντελώς καθορισμένο σημείο. Όλες ανεξαιρέτως οι μεγάλες δημιουργίες και μορφές της θρησκείας, της τέχνης, της πολιτικής, της κοινωνίας, της οικονομίας, της επιστήμης, εμφανίζονται, ολοκληρώνονται και σβήνουν σε όλους τους πολιτισμούς «ταυτόχρονα» [175 – 176 τομ.Α’]. Η ρωμαϊκή αυτοκρατορία δεν είναι ένα μοναδικό φαινόμενο, αλλά μια χαρακτηριστική τελική κατάσταση που υπήρξε πολλές φορές και τώρα που η Δύση περνάει στον τεχνικό πολιτισμό μπορεί να γνωρίζει ότι το μέλλον της δεν είναι μια απεριόριστη άνοδος και πρόοδος προς την κατεύθυνση της πραγμάτωσης των ιδανικών της, αλλά μια διαδρομή λίγων αιώνων η οποία βάσει των υπαρχόντων παραδειγμάτων μπορεί να υπολογιστεί στα ουσιαστικά της γνωρίσματα.
Υστερα, ξεκιναει ο τεχνικος πολιτισμος. Πχ, ως αρχη του τεχνικου πολιτισμου στον Αιγυπτιακο πολιτισμο, ο Σπενγκλερ θεωρει την εποχη των Υξως, 1675-1550 πΧ. Το αντιστοιχο σταδιο στον αρχαιο ελληνορωμαικο πολιτισμο, ειναι μεταξυ 300 και 100 πΧ. Στον Δυτικο πολιτισμο, ειναι απο 1800 εως 2000. Αυτο ειναι το σταδιο της κυριαρχιας του χρηματος, οικονομικες δυναμεις διαπερνουν τις πολιτικες μορφες εξουσιας.
Στο επομενο σταδιο του τεχνικου πολιτισμου, εχουμε αναπτυξη του καισαρισμου, νικη της δεσποτικης πολιτικης επι του χρηματος, προοδευτικα πρωτογονος χαρακτηρας των πολιτικων μορφων, εσωτερικη αποσυνθεση των εθνων σε αμορφο πληθυσμο, συμπεριληψη τους σε μια αυτοκρατορια με σταδιακα παλι πρωτογονο-δεσποτικο χαρακτηρα,
Για τον Δυτικο πολιτισμο, αυτο το σταδιο εχει ηδη αρχισει.
2000μΧ-2200 μΧ
Και ειναι ενα σταδιο πριν τη παρακμη και τη πτωση, γιατι στο επομενο σταδιο, συμφωνα με τον Σπενγκλερ, εχουμε ιδιωτικη οικογενειακη πολιτικη μεμονωμενων αρχοντων, ο κοσμος ως λεια, "αιγυπτιοκρατια", "μανδαρινοκρατια", βυζαντινισμος, ανιστορικη ακαμψια και αδυναμια ακομη και του αυταρχικου μηχανισμου απεναντι στην αρπακτικοτητα νεων λαων η ξενων κατακτητων,
τελος, σταδιακη επικρατηση απανθρωπων καταστασεων σε ενα εξαιρετικα πολιτισμενο επιπεδο ζωης.
Ο Αιγυπτιακος πολιτισμος τελειωσε κατα αυτον τον τροπο το 1195 πΧ, (Σεθως Α, Ραμσης Β)
Ο Ελληνορωμαικος, το 200 μΧ (Τραιανος, Σεπτιμιος Σεβηρος)
Ο Κινεζικος, με την ανατολικη δυναστεια των Χαν.
Ο Δυτικος συμφωνα με τον Σπενγκλερ, τελειωνει καπου το 2200 μ.Χ.
Τελειωνει, δηλαδη παρακμαζει και ητταται, χανεται αυτο που τον εκανε να επικρατησει, χανεται μεσα στην Πολη.
Οι φασεις του πνευματικου πολιτισμου, (διαλυση πατριαρχικων μορφων-οψιμη περιοδος: πραγματοποιηση της ωριμης ιδεας του κρατους, δημιουργια αστικης ταξης, νικη του χρηματος επι των αγαθων, η πολη κατα της υπαιθρου--ανωτατη τελειωση της μορφης του κρατους, απολυταρχια-βιαιη διαλυση της μορφης του κρατους, επανασταση και ναπολεοντισμος, νικη της πολης επι της υπαιθρου,της ευφυιας επι της παραδοσης, του "λαου" επι των προνομιουχων) οι οποιες διαδεχονται η μια την αλλη σχεδον απαραλλαχτα σε καθε πολιτισμο.
Υστερα, ξεκιναει ο τεχνικος πολιτισμος. Πχ, ως αρχη του τεχνικου πολιτισμου στον Αιγυπτιακο πολιτισμο, ο Σπενγκλερ θεωρει την εποχη των Υξως, 1675-1550 πΧ. Το αντιστοιχο σταδιο στον αρχαιο ελληνορωμαικο πολιτισμο, ειναι μεταξυ 300 και 100 πΧ. Στον Δυτικο πολιτισμο, ειναι απο 1800 εως 2000. Αυτο ειναι το σταδιο της κυριαρχιας του χρηματος, οικονομικες δυναμεις διαπερνουν τις πολιτικες μορφες εξουσιας.
Στο επομενο σταδιο του τεχνικου πολιτισμου, εχουμε αναπτυξη του καισαρισμου, νικη της δεσποτικης πολιτικης επι του χρηματος, προοδευτικα πρωτογονος χαρακτηρας των πολιτικων μορφων, εσωτερικη αποσυνθεση των εθνων σε αμορφο πληθυσμο, συμπεριληψη τους σε μια αυτοκρατορια με σταδιακα παλι πρωτογονο-δεσποτικο χαρακτηρα,
Για τον Δυτικο πολιτισμο, αυτο το σταδιο εχει ηδη αρχισει.
2000μΧ-2200 μΧ
Και ειναι ενα σταδιο πριν τη παρακμη και τη πτωση, γιατι στο επομενο σταδιο, συμφωνα με τον Σπενγκλερ, εχουμε ιδιωτικη οικογενειακη πολιτικη μεμονωμενων αρχοντων, ο κοσμος ως λεια, "αιγυπτιοκρατια", "μανδαρινοκρατια", βυζαντινισμος, ανιστορικη ακαμψια και αδυναμια ακομη και του αυταρχικου μηχανισμου απεναντι στην αρπακτικοτητα νεων λαων η ξενων κατακτητων,
τελος, σταδιακη επικρατηση απανθρωπων καταστασεων σε ενα εξαιρετικα πολιτισμενο επιπεδο ζωης.
Ο Αιγυπτιακος πολιτισμος τελειωσε κατα αυτον τον τροπο το 1195 πΧ, (Σεθως Α, Ραμσης Β)
Ο Ελληνορωμαικος, το 200 μΧ (Τραιανος, Σεπτιμιος Σεβηρος)
Ο Κινεζικος, με την ανατολικη δυναστεια των Χαν.
Ο Δυτικος συμφωνα με τον Σπενγκλερ, τελειωνει καπου το 2200 μ.Χ.
Τελειωνει, δηλαδη παρακμαζει και ητταται, χανεται αυτο που τον εκανε να επικρατησει, χανεται μεσα στην Πολη.
Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ: ΜΙΑ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΩΝ.
Το βιβλίο αυτό του Spengler είναι κάτι παραπάνω από εξαίσιο βοήθημα συνειδητοποίησης της πραγματικότητας: είναι μια εργαλειακή πρόταση εντοπισμού και διαχείρισης κρίσεων.
Είναι μια απόπειρα της φυσιολογίας των πολιτισμών.
Ο Όσβαλντ Σπένγκλερ δεν αποκρύπτει τις προτιμήσεις του όταν υποδεικνύει ότι δυό μόνο είναι οι αληθινές τάξεις, δηλαδή, κατά τον ίδιο, η τάξη των Ιπποτών και η τάξη των Ιερέων, Με τους Ιερείς συνδέει την κυριαρχία επί της ζωής, εφόσον καταστέλλουν τη βούληση χάριν του πνεύματος, ενώ με τους ιππότες την εκδίπλωση της ζωής, την αυτοεκδίπλωσή, την επικυριαρχία και τα λάφυρα, χωρίς να αποκρύπτει ότι – πλέον – έχουν υπερισχύσει οι «ιππότες»: «Στο εξής ιδιοκτησία (και λαφυραγωγία) σημαίνει πλούτος και η κοσμοθεωρία ταυτίζεται πλέον με τη γνώση: το πεπρωμένο δεν είναι πλέον ιερό και η αιτιότητα είναι βέβηλη». Η Ισχύς πάντως τελικά εκδιπλώνει το πνεύμα, η ισχύς και η σπάθη!
Η πένα δεν είναι ισχυρότερη από το σπαθί, αυτό αποτελεί αφέλεια, κάποιες μόνο φορές κατορθώνει να το κατευθύνει, και αυτό είναι όλο.
«Για τη μόρφωση απαιτούνται βιβλία, για την καλλιέργεια ή εκτροφή απαιτείται ο συνεχής ρυθμός και η ομοφωνία του περιβάλλοντος… Όλοι οι καλοί τύποι μιάς κοινωνίας, κάθε εθιμοτυπική διαδικασία, είναι αισθητοποιημένος ρυθμός ενός είδους ύπαρξης… Όσο βαθύτερες οι ρίζες ενός τύπου ή τρόπου, τόσο πιο αυστηρός και απρόσιτος είναι. Ο μη ενταγμένος τον αισθάνεται ως δουλεία, ο ενταγμένος τον κατέχει με πλήρη ελευθερία και άνεση».
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου